Μαστίτιδα των βοοειδών καλείται η ασθένεια που οφείλεται σε φλεγμονή του παρεγχύματος του μαστικού αδένα είτε έπειτα από τραυματισμό του μαστού είτε λόγω λοίμωξης από μικροοργανισμούς. Η μαστίτιδα επιφέρει μεταβολή της φυσικής, χημικής και βακτηριολογικής ποιότητας του γάλακτος, που έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση των αποδόσεων και την κακή ποιότητα του γάλακτος. Συνεπώς, η μαστίτιδα των βοοειδών είναι η συνηθέστερη ασθένεια που οδηγεί σε οικονομική απώλεια και αποτελεί σημαντική ανησυχία για τις εκτροφές των βοοειδών γαλακτοπαραγωγής παγκοσμίως.
Θεραπεία της μαστίτιδας των βοοειδών με παραδοσιακές μεθόδους και οι προκλήσεις τους
Για τον αποτελεσματικότερο έλεγχο των μεταδοτικών παθογόνων που προκαλούν την ασθένεια της μαστίτιδας, προτείνεται να δίνεται βάση σε πέντε σημεία:
- Στην αναγνώριση και τη θεραπεία κλινικών περιπτώσεων.
- Στην τακτική απολύμανση των μαστών μετά το άρμεγμα.
- Στη χορήγηση θεραπείας κατά την ξηρά περίοδο.
- Στη θανάτωση των αγελάδων που πάσχουν χρόνια από την ασθένεια.
- Στον τακτικό καθαρισμό της αρμεκτικής μηχανής και τη σωστή ρύθμισή της.
Ωστόσο, ακόμα και αν ακολουθηθεί αυτό το σχέδιο, δεν θα επιτευχθούν ικανοποιητικά αποτελέσματα έναντι των παθογόνων μικροοργανισμών, με αποτέλεσμα συχνά να είναι απαραίτητος ο συνδυασμός των παραπάνω στρατηγικών και με άλλες μεθόδους στοχεύοντας στην πρόληψη των λοιμώξεων από παθογόνα. Η κύρια θεραπεία κατά της μαστίτιδας είναι η χρήση αντιβιοτικών, όπως η πενικιλίνη, η αμπικιλλίνη, η τετρακυκλίνη, η γενταμυκίνη κ.λπ., τα οποία μπορούν να χορηγηθούν με ενδομαστικές, ενδομυϊκές ή ενδοφλέβιες εγχύσεις.
Η θεραπεία κατά την ξηρά περίοδο αποτελεί μια από τις αποτελεσματικότερες λύσεις για τον έλεγχο και την αναστολή της εξέλιξης της μαστίτιδας. Η διαδικασία της συγκεκριμένης θεραπείας έχει ως εξής: όταν γίνει το τελευταίο άρμεγμα γίνεται έγχυση ενός ενδομαστικού αντιβιοτικού εμβολίου στο μαστό του βοοειδούς μέσω της θηλής. Ιδανικά η θεραπεία θα πρέπει να γίνει αρκετές φορές για να θεραπεύσει την υποκλινική μαστίτιδα και να είναι αρκετά σύντομη, ώστε να μην οδηγεί σε εμφάνιση ανθεκτικότητας των μικροοργανισμών στα αντιβιοτικά. Καθώς δεν υπάρχει παραγωγή γάλακτος, η ξηρά περίοδος είναι η ιδανική για τη θεραπεία της μαστίτιδας, καθώς ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος εντοπισμού υπολειμμάτων του αντιβιοτικού στο παραγόμενο γάλα.
Όταν γίνει διάγνωση μόλυνσης από μαστίτιδα στην εκτροφή, πρώτα πρέπει να γίνει άρμεγα των αγελάδων ώστε να απομακρυνθούν θρόμβοι γάλακτος, διάφορα υπολείμματα, βακτήρια και τοξίνες. Στη συνέχεια, το αντιβιοτικό εγχέεται ενδομαστικά έτσι ώστε να φτάσει στον μαστό. Σε πολύ έντονες μολύνσεις μπορεί να επιτευχθεί υψηλό ποσοστό ίασης μέσω παρεντερικής χορήγησης σε συνδυασμό με ενδομαστική έγχυση. Τέτοιες επεμβάσεις θα πρέπει να γίνονται μόνο έπειτα από προτροπή του κτηνιάτρου. Δεν είναι κατάλληλα τα αντιβιοτικά μακράς δράσης για την περίπτωση της μαστίτιδας που ανιχνεύεται κατά τη γαλουχία, καθώς μέλημα είναι να επανέλθει η αγελάδα στο άρμεγμα.
Αν και η αντιμετώπιση με χρήση αντιβιοτικών εξακολουθεί να είναι η κύρια μέθοδος θεραπείας της μαστίτιδας, στην πραγματικότητα η αποτελεσματικότητά τους είναι αρκετά περιορισμένη και, τελικά, η βακτηριολογική αποβολή είναι συχνά μικρότερη από 60%. Επιπλέον, πολλά στελέχη παθογόνων έχουν αναπτύξει ανθεκτικότητα στα αντιβιοτικά, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά με αυτήν τη μέθοδο. Εκτός αυτού, ένα άλλο πρόβλημα που προκύπτει από τη κακή ή αλόγιστη χρήση είναι ότι δημιουργεί επιλεκτική πίεση τόσο στα παθογόνα βακτήρια όσο και στα κοινά βακτήρια, όπως το μικροβίωμα του εντέρου ή του δέρματος, που μπορεί να οδηγήσει στη δημιουργία ανθεκτικών στα αντιβιοτικά βακτηρίων και στην εξάπλωση ανθεκτικών βακτηρίων ή γονιδίων.
Για τον λόγο αυτό, είναι απαραίτητο να βρεθούν εναλλακτικές θεραπείες με φυσικά προϊόντα όπως τα παράγωγα φυτικής προέλευσης για να αντιμετωπιστούν στελέχη των βακτηρίων που είναι ανθεκτικά σε πολλές δραστικές ουσίες. Ως εκ τούτου, ερευνητές σε όλο τον κόσμο εργάζονται για να βρουν νέες εναλλακτικές λύσεις στη χρήση αντιβιοτικών, όπως η νανοτεχνολογία, η θεραπεία με βακτηριοφάγους, τα αντιμικροβιακά πεπτίδια (AMPs), τα προβιοτικά, η ανοσοθεραπεία και τα φαρμακευτικά φυτά μεταξύ άλλων.
Αιθέρια έλαια και χρήση κατά της μαστίτιδας
Η χρήση των αιθέριων ελαίων και των φυτικών εκχυλισμάτων για την αντιμετώπιση της μαστίτιδας στα βοοειδή ξεκίνησε για τον λόγο ότι διαθέτουν μεγάλη ποικιλία χημικών ουσιών, με αποτέλεσμα να είναι δυσκολότερο για τους παθογόνους μικροοργανισμούς να εμφανίσουν ανθεκτικότητα σε αυτά. Επίσης, τα φυτικά εκχυλίσματα μπορούν να επιδείξουν αντιβακτηριακή δράση τόσο στα παθογόνα που εμφανίζουν ανθεκτικότητα. Συνεπώς, η κατανόηση του χημικού μηχανισμού δράσης με αυστηρές πειραματικές μελέτες είναι επιτακτική για την παρασκευή νέων αντιμικροβιακών σκευασμάτων με βάση τα αιθέρια έλαια φαρμακευτικών φυτών.
Η δράση των αιθέριων ελαίων έναντι των παθογόνων βακτηρίων μπορεί να είναι τόσο βακτηριοστατική (αναστέλλοντας την ανάπτυξή τους) όσο και ως βακτηριοκτόνος (τα θανατώνει). Η θεραπευτική αποτελεσματικότητα των αιθέριων ελαίων σχετίζεται κυρίως ανάλογα με τα διαφορετικά βακτήρια-στόχους (Gram-αρνητικά ή Gram-θετικά) και με τις βακτηριακές λοιμώξεις (οξείες, χρόνιες, περισσότερο ή λιγότερο σοβαρές).
Τα αιθέρια έλαια είναι λιπόφιλα και τα συστατικά τους, τους επιτρέπουν να διαπερνούν την κυτταρική μεμβράνη των βακτηρίων και των μιτοχονδρίων τους, αποσταθεροποιώντας την κυτταρική δομή και οδηγώντας στη διάλυση της σταθερότητάς τους. Ωστόσο, κατά βάση η τελική επίδραση ενός αιθέριου ελαίου στα βακτήρια δεν μπορεί να αποδοθεί σε ένα μόνο από τα κύρια συστατικά, καθώς η βιοδραστικότητα ενός συγκεκριμένου αιθέριου ελαίου καθορίζεται από έναν ή δύο από τα κύρια συστατικά του.