Οι τιμές πώλησης του ελαιολάδου για την καλλιεργητική περίοδο 2022 - 2023 στην Ελλάδα έχουν αγγίξει το μέγιστο επίπεδο. Με την πρόσφατη συμφωνία του συνεταιρισμού Σταυρωμένου στη Σιτεία της Κρήτης ο οποίος κατάφερε να κατοχυρώσει τιμή πώλησης στα €7/κιλό για το εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο και με τον συνεταιρισμό Φοινικίου να τοποθετεί τον πήχη στα €6,75/κιλό, οι ελαιοπαραγωγοί της Ελλάδας πλησιάζουν το στόχο να εδραιώσουν την τιμή του ελληνικού εξαιρετικά παρθένου ελαιολάδου στα €7/κιλό, όπως συμβαίνει και στις κύριες ελαιοπαραγωγικές χώρες του εξωτερικού.
Γιατί οι τιμές πώλησης του ελαιολάδου αυξάνονται;
Υπάρχουν διάφοροι λόγοι για τους οποίους οι τιμές πώλησης του ελαιολάδου αυξάνονται συνεχώς. Καθοριστικό ρόλο σε αυτό το γεγονός φαίνεται να διαδραματίζει η κλιματική αβεβαιότητα η οποία επηρεάζει αρνητικά και την καλλιέργεια της ελιάς. Πιο συγκεκριμένα, η ξηρασία σε συνδυασμό με τους καύσωνες οι οποίοι έπληξαν πολλές ελαιοπαραγωγικές περιοχές της Ευρώπης το καλοκαίρι του 2022 είχαν ως αποτέλεσμα τη μείωση της παραγωγής κατά 40% σε ολόκληρη την Ευρώπη. Η Ισπανία είχε τη μεγαλύτερη μείωση στην παραγωγή ελαιολάδου (54% μείωση), ενώ ακολουθεί η Πορτογαλία και η Ιταλία με 39% και 27% αντίστοιχα. Αντίθετα, η παραγωγή ελαιολάδου στην Ελλάδα διέγραψε αύξηση 42% για το έτος 2022- 2023.
Εκτός από τη μείωση της παραγωγής και την αυξημένη ζήτηση για ελληνικό εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο τόσο από την εγχώρια αγορά, όσο και από τις αγορές του εξωτερικού, παράγοντες όπως η έλλειψη εργατικού δυναμικού για την έγκαιρη συγκομιδή του ελαιοκάρπου, η αύξηση του κόστους των εισροών της καλλιέργειας όπως τα φάρμακα και τα λιπάσματα καθώς και προβλήματα από προσβολές από εχθρούς όπως ο δάκος και ασθένειες όπως το γλοιοσπόριο οδήγησαν σε μειωμένη παραγωγή εξαιρετικά παρθένου ελαιολάδου με αυξημένο κόστος παραγωγής.
Με τον χρόνο να πιέζει τους ενδιαφερόμενους αγοραστές και τα αποθέματα ελαιολάδων υψηλής ποιότητας λιγοστεύουν, οι ίδιοι δεν προβαίνουν σε παζάρεμα της τιμής εφόσον τηρούνται οι προϋποθέσεις που ζητούν όσον αφορά τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του ελαιολάδου και αγοράζουν σε υψηλές τιμές.
Ποιος είναι ο ρόλος της Ισπανίας και Ιταλίας στην αύξηση της τιμής πώλησης του ελαιολάδου;
Ένας σημαντικός λόγος για τον οποίο η τιμή του ελαιολάδου αυξάνεται είναι η υφιστάμενη κατάσταση στην Ισπανία, η οποία παράγει τη μεγαλύτερη ποσότητα ελαιολάδου παγκοσμίως (50% της παγκόσμιας ζήτησης), και την Ιταλία η οποία αποτελεί τη δεύτερη ελαιοπαραγωγική χώρα παγκοσμίως, όπου είχαν πολύ μικρότερες συγκομιδές. Ταυτόχρονα, έχει σημειωθεί μείωση της προσφοράς του ηλιελαίου λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, η οποία παράγει το 50% ηλιελαίου παγκοσμίως. Συνεπώς, οι τιμές πώλησης όλων των φυτικών ελαίων αναμένεται να συνεχίσουν να αυξάνονται.
Ωστόσο, ιδιαίτερα ενθαρρυντικά είναι τα στοιχεία που προέρχονται από τις αγορές του εξωτερικού όσον αφορά τη στρατηγική πώλησης των ελαιολάδων τους, που ακολουθούν και οι κύριες ελαιοπαραγωγικές χώρες της Ιταλίας και της Ισπανίας. Πιο συγκεκριμένα, η έλλειψη προσφοράς ελαιολάδου με άριστα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά και με τα αποθέματα να λιγοστεύουν ολοένα και περισσότερο έχει οδηγήσει στην πώληση των εξαιρετικά παρθένων ελαιολάδων σε σημαντικά υψηλότερες τιμές από τις συνηθισμένες. Μάλιστα, στην Ιταλία οι τιμές πώλησης του εξαιρετικά παρθένου ελαιολάδου ήδη κυμαίνονται σε επίπεδα άνω των 7 € / κιλό, αγγίζοντας μέχρι και λίγο παραπάνω από 14 € / κιλό για κάποια ελαιόλαδα ΠΟΠ. Οι συγκεκριμένες τιμές αναμένεται να διατηρηθούν καθώς έχει και για τους πρώτους μήνες του 2024, καθώς ανάλογες συνθήκες παρατηρούνται και τη φετινή χρονιά.
Στη χώρα μας, για το τρέχον έτος αναμένεται χαμηλότερη παραγωγή ελαιολάδου λόγω της υψηλής παραγωγής που επιτεύχθηκε την περσινή χρονιά, με τους ελαιοπαραγωγούς να κάνουν λόγο μέχρι και για ελαιοποίηση των επιτραπέζιων ποικιλιών ελιάς. Συνεπώς, η τιμή πώλησης του εξαιρετικά παρθένου ελαιολάδου για το έτος 2023 - 2024 αναμένεται να παρατηρηθούν αντίστοιχες αν όχι και υψηλότερες τιμές.
Οι Έλληνες παραγωγοί θα πρέπει να εκμεταλλευτούν την τρέχουσα κατάσταση τόσο για να εδραιώσουν το ελληνικό ελαιόλαδο ως ένα προϊόν εξαιρετικής ποιότητας στις αγορές του εξωτερικού, όσο και για την υιοθέτηση νέων τεχνολογιών και πρακτικών, όπως για παράδειγμα η μηχανική συγκομιδή του ελαιοκάρπου για τη μείωση του κόστους της παραγωγής και την αντιμετώπιση των προκλήσεων που θέτει η κλιματική αβεβαιότητα και η υψηλή ανταγωνιστικότητα της παγκόσμιας αγοράς ελαιολάδου.