Η καστανιά (Castanea sativa) είναι φυλλοβόλο, καρποφόρο, μακρόβιο δέντρο με καταγωγή από την Ασία και την Ευρώπη. Έχει εντυπωσιακή ανάπτυξη, μεγάλα, πράσινα,οδοντωτά φύλλα και άνθη πρασινοκίτρινα που εμφανίζονται σε κρεμαστά μπουκέτα. Τα άνθη διαδέχονται οι καρποί, δίνοντας το γνωστό σε όλους κάστανο.
Οι αρχαίοι Έλληνες πιστεύεται ότι ήταν οι πρώτοι που καλλιέργησαν την ευρωπαϊκή καστανιά (C. sativa) και έπειτα έγινε η μεταφορά της από την Μικρά Ασία στην Ν. Ευρώπη και στην Β. Αφρική. Αργότερα οι Ρωμαίοι μετέφεραν την ευρωπαϊκή στην Κεντρική και Β. Ευρώπη.
Βοτανική ταξινόμηση: η καστανιά ανήκει στην οικογένεια Fagaceae, στο γένος Castanea.
Ανάπτυξη: το δέντρο γίνεται ορθόκλαδο και ψηλό όταν υπάρχει πυκνή βλάστηση, ενώ γίνεται ανοιχτόκλαδο, ογκώδες με χοντρούς βραχίονες όταν βρίσκεται σε ανοιχτό χώρο.
Φύλλωμα: έχει μεγάλα, δερματώδη, οδοντωτά φύλλα και παραμένουν πάνω στο δέντρο μέχρι σχεδόν το τέλος του φθινοπώρου.
Καρποφορία: καρποφορεί από μικτούς οφθαλμούς, πλάγια, σε ξύλο τρέχουσας περιόδου
Άνθη: είναι μόνοικο δικλινές, δηλαδή στο ίδιο δέντρο έχει αρσενικά και θηλυκά άνθη ξεχωριστά. Τα άνθη εκπτύσσονται αργά την άνοιξη-αρχές καλοκαιριού και αφότου το φύλλωμα έχει αναπτυχθεί πλήρως. Το δέντρο σχηματίζει μακρούς ιούλους δύο ειδών, στο ίδιο δέντρο. Μερικοί ίουλοι φέρουν μόνο αρσενικά άνθη τα οποία ωριμάζουν πρώτα. Κάθε άνθος φέρει 8 στήμονες ή 10-12. Η ώριμη γύρη έχει μια γλυκιά βαριά οσμή και μερικοί άνθρωποι την βρίσκουν δυσάρεστη. Άλλοι ίουλοι φέρουν αρσενικά γυρεοφόρα άνθη, αλλά στη βάση κοντά στο βλαστό από τον οποίο και εκφύονται, αναπτύσσονται μικρές ταξιανθίες θηλυκών ανθέων. Δύο έως τρία άνθη μαζί σχηματίζουν ένα τετράβολο ακανθώδες όργανο (κύπελλο), το οποίο τελικά αυξάνει για να σχηματίσει το καφέ περιτύλιγμα ή ακανθώδες περίβλημα (αχινός) που καλύπτει τα φρούτα.
Επικονίαση: είναι ανεμόφιλο και σε κάποιο βαθμό εντομόφιλο είδος. Τα άνθη της καστανιάς δεν είναι αυτογόνιμα οπότε χρειάζονται 2 ποικιλίες για την σταυρογονιμοποίηση τους. Επίσης, μερικές ποικιλίες δεν παράγουν γύρη οπότε για να καρποφορήσουν πρέπει να υπάρχουν δύο ή περισσότερες ποικιλίες κοντά έτσι ώστε να εξασφαλιστεί η απαραίτητη γύρη για τη γονιμοποίηση των ανθέων. Όλα τα είδη καστανιάς σταυρογονιμοποιούνται και δημιουργούν υβρίδια.
Καρποί: αναπτύσσονται σε στρογγυλή ταξικαρπία, μεγέθους μικρής μπάλας του πινγκ-πονγκ, καλυμμένη με αγκάθια και σαν μικρός σκαντζόχοιρο. Η κάθε ταξικαρπία έχει 13 κάστανα και σε σπάνιες περιπτώσεις 5-7. Κατά την ωρίμανση των καρπών (τέλη Σεπτεμβρίου – αρχές Οκτωβρίου) το ακανθώδες περίβλημα αλλάζει χρώμα και από ανοιχτό πράσινο-κίτρινα μετατρέπεται σε γκρίζο-καφετί, σχίζεται στην κορυφή στα δύο ή στα τέσσερα και έτσι τα κάστανα ελευθερώνονται και πέφτουν στο έδαφος. Ο άνθρωπος μαζεύει τα κάστανα από το έδαφος με το χέρι ή και με μηχανικά μέσα. Από τα τρία κάστανα που συνήθως υπάρχουν μέσα σε κάθε ταξικαρπία, τελείως αναπτυγμένα είναι μόνο το ένα ή μπορεί και κανένα. Αυτό οφείλεται συνήθως στο γεγονός ότι τα εδάφη στα οποία αναπτύσσεται η καστανιά είναι φτωχά, δε λιπαίνονται αλλά ούτε και αρδεύονται με αποτέλεσμα το δέντρο να μη μπορεί να θρέψει όλους τους καρπούς που σχηματίζονται. Το κάστανο περιβάλλεται από ένα περικάρπιο που είναι σκληρό, χρώματος κόκκινο-καφετί με σκούρες γραμμώσεις και δερματώδες. Στο ένα άκρο έχει ουρά και χνούδι, ενώ στο άλλο άκρο μια σκληρή βάση (ουλή). Σε αρκετές ποικιλίες ο καρπός είναι πεπλατυσμένος στη μία ή και στις δύο πλευρές. Εσωτερικά υπάρχει ένα λεπτό κάλυμμα με χνούδι (περισπέρμιο, μοιάζει με βελούδο) που περιβάλλει το σπέρμα (εδώδιμο τμήμα του κάστανου). Αυτό το κάλυμμα είναι πικρό, δεν τρώγεται και εισέρχεται στο σπέρμα (πτυχώσεις). Το σπέρμα αποτελείται από δύο κοτυληδόνες χρώματος κρεμ-λευκού, εκτός από μερικές ποικιλίες που έχουν μόνο μια κοτυληδόνα των οποίων το περισπέρμιο εισέρχεται ελαφρώς ή και καθόλου στο σπέρμα (χωρίς πτυχώσεις).
Ετέρωση: η καστανιά εμφανίζει το φαινόμενο της ετέρωσης, δηλαδή ο ετεροζύγωτος απόγονος μιας διασταύρωσης μεταξύ δύο καθαρών σειρών υπερέχει σε ένα ή περισσότερα γνωρίσματα, από τους ομοζύγωτους γονείς του. Ως εκ τούτου, όταν μία μεγαλόκαρπη ποικιλία δώσει γύρη σε μία μικρόκαρπη ποικιλία τότε θα δημιουργηθεί μεγαλύτερος καρπός.
Η καστανιά είναι πολύτιμο δέντρο για τον καρπό που παράγει και για το χρήσιμο ξύλο της. Το ξύλο της καστανιάς είναι καλό για καυσόξυλο, καθώς επίσης και για παραγωγή πασσάλων που χρησιμοποιούνται για υποστύλωση (εγκατάσταση παλμέτας), κατασκευή θερμοκηπίων, στεγάστρων και άλλων κατασκευών. Το ξύλο της είναι επίσης ανθεκτικό στις σήψεις και ιδιαίτερα όταν το ένα άκρο πριν από την τοποθέτησή του στο έδαφος εμβαπτιστεί σε κάποια υδρόφοβη ουσία (π.χ. πίσσα).
Σε αντίθεση με άλλα καρποφόρα δέντρα το σχίσιμο των καρπών των κάστανων δεν οφείλεται στην αζωτούχο λίπανση αλλά στην υγρασία. Κατά τα τέλη του καλοκαιριού με αρχές φθινοπώρου ο καρπός ωριμάζει και τετραπλασιάζεται σε μέγεθος απότομα. Τότε η καστανιά έχει ανάγκες σε άρδευση αλλά όταν γίνονται υπερβολικές αρδεύσεις μπορεί να γίνει σχίσιμο των καρπών με αποτέλεσμα την εμπορική υποβάθμιση του καρπού. Σχίσιμο των καρπών συμβαίνει και λόγω της απότομης αλλαγής της ατμοσφαιρικής υγρασίας.
Το καστανόχωμα είναι το επιφανειακό χώμα που υπάρχει στους καστανεώνες και είναι πλούσιο σε οργανική ουσία καθώς αποτελείται από φύλλα, κλαδιά, ρίζες και άλλα οργανικά υπολείμματα.
Χρησιμοποιείται κυρίως ως υπόστρωμα σε γλάστρες για την ανάπτυξη οξύφιλων φυτών (αζαλέα, καμέλια, γαρδένια κ.λπ.) λόγω των εξαιρετικών ιδιοτήτων του που είναι γόνιμο, πλούσιο σε οργανική ουσία και χαμηλό pH.
Η καστανιά αναπτύσσεται σε υψόμετρο από τα 250 μέτρα και μπορεί να φτάσει έως και τα 1000 μέτρα, ωστόσο οι εμπορικοί καστανεώνες είναι καλύτερο να φυτεύονται σε υψόμετρο έως τα 500 μέτρα. Λόγω της ευαισθησίας της δεν θα πρέπει να καλλιεργείται σε περιοχές με πρώιμους και όψιμους παγετούς, αλλά καλλιεργείται χωρίς πρόβλημα σε ορεινές και ημιορεινές περιοχές με ήπιο κλίμα.
Για την καλύτερη πραγματοποίηση των καλλιεργητικών πρακτικών, ιδανικές θέσεις εγκατάστασης είναι τα οροπέδια ή πλαγιές με μικρή κλίση. Προτιμούν προστατευόμενες θέσεις από τον άνεμο, ηλιόλουστα σημεία ή με λίγη σκιά, αλλά δεν μπορεί να αναπτυχθεί σε απόλυτα σκιερά σημεία. Τα νεαρά δενδρύλλια έχουν ιδιαίτερη ευαισθησία στον άνεμο, ειδικά την άνοιξη στην βλαστική περίοδο και κατά την έκπτυξη των ταξιανθιών.
Α. Κλιματικές απαιτήσεις
Η καστανιά αναπτύσσεται σε ημιορεινές και ορεινές περιοχές, σε υγρά και ψυχρά εδάφη, αλλά όχι με πολύ υψηλή υγρασία γιατί υπάρχει κίνδυνος ανάπτυξης ασθενειών. Για το ικανοποιητικό μέγεθος των καρπών είναι σημαντικές οι βροχοπτώσεις του καλοκαιριού και του φθινοπώρου, αλλιώς θα πρέπει να γίνονται αρδεύσεις του καστανεώνα. Είναι φυτό ευαίσθητο στους ανοιξιάτικους παγετούς, είτε πρώιμους είτε όψιμους, καθώς τα άνθη της είναι ευαίσθητα.
Β. Εδαφικές απαιτήσεις
Η καστανιά αναπτύσσεται σε βαθιά εδάφη, με αμμώδη έως αμμοπηλώδη σύσταση . Θέλει καλά στραγγιζόμενα και όξινα (4,5 - 6,5) εδάφη. Ωστόσο έχει ανοχή και σε πολύ όξινα, αλλά δεν μπορεί να αναπτυχθεί σε αλκαλικά ή ασβεστούχα. Ιδανικά αναπτύσσεται σε γόνιμα εδάφη με επαρκή εδαφική υγρασία.
Για την αποφυγή προσβολής από φυτόφθορα είναι καλό να μην αναπτύσσεται σε βαριά εδάφη και για την αποφυγή σηψιρριζίας από αρμιλάρια αποφεύγονται εδάφη που προήλθαν από πρόσφατη ξύλευση δάσους.
Οι ποικιλίες καστανιάς κατατάσσονται σε δύο υποκατηγορίες: τα κάστανα και τα μαρόνια.
Υπάρχουν πολλές ποικιλίες καστάνων που αναπτύσσονται στην Ελλάδα. Οι πιο γνωστές είναι η Ευρωπαϊκή καστανιά (ή ισπανική, ιταλική ή γλυκιά καστανιά / Castanea sativa Miller), η αμερικάνικη (C. americana ή C. dentata), η κινέζικη (C. mollissima), η ιαπωνική (C. crenata) και τα υβρίδια μεταξύ των ειδών C. dentata x C. mollisima.
Οι ποικιλίες που έχουν μόνο έναν καρπό/ταξικαρπία, στρογγυλού σχήματος ονομάζονται μαρρόνια, μαρόν ή μαρόνι “marron” (marron de Lyon στη Γαλλία, marron di Mugello στην Ιταλία ή paragon) και αποτελούν ξεχωριστή ομάδα ποικιλιών.
Από τις ελληνικές ποικιλίες, αυτές που παρουσιάζουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον είναι η ποικιλία Βόλου και η Κρητική καστανιά.
Ποικιλία |
Χαρακτηριστικά |
Περίοδος ωρίμανσης καρπού |
Ευρωπαϊκή καστανιά |
|
Οκτώβρη |
Κρητική καστανιά |
Καρπός μικρού μεγέθους, σφαιρικός ή ελλειπτικός επιμήκης Καρπός: κοκκινωπός με ραβδώσεις Περικάρπιο: λεπτό που αποχωρίζεται εύκολα την ψίχα Περίβλημα: έχει 1-2 καρπούς |
Μέσα Οκτώβρη |
Βολιώτικη καστανιά |
|
Αρχές Οκτώβρη |
Μαρόνια |
Μεγάλο μέγεθος καρπού Κοκκινωπός καρπός με καστανόχρωμες ραβδώσεις Ψίχα μονόσπερμη Επιδερμίδα: δεν εισχωρεί βαθιά στην σάρκα & αποχωρίζεται εύκολα |
Αρχές Οκτώβρη |
Ο πολλαπλασιασμός της καστανιάς γίνεται συνήθως με εμβολιασμό της επιθυμητής ποικιλίας πάνω σε σπορόφυτα καστανιάς. Για να αποφευχθούν προβλήματα ασυμφωνίας μεταξύ εμβολίου και ποικιλίας συνιστάται σπορόφυτο (υποκείμενο) και εμβόλιο να προέρχονται από την ίδια ποικιλία.
Ο καλύτερος τρόπος εμβολιασμού για την ανάπτυξη της καστανιάς είναι το ανεστραμμένο “Τ”, αλλά γίνεται και με πλακίτη την άνοιξη.
Αποφεύγεται ο πολλαπλασιασμός αγενώς καθώς τα ποσοστά επιτυχίας είναι λίγα. Ένας τρόπος πολλαπλασιασμού που δίνει καλά αποτελέσματα αλλά δεν χρησιμοποιείται ευρέως είναι ο In vitro πολλαπλασιασμός.
Αφού επιλεγεί η θέση και η καλλιεργούμενη ποικιλία, γίνεται η διαδικασία εγκατάστασης του καστανεώνα. Αρχικά, γίνεται η προετοιμασία του εδάφους όπου γίνεται ισοπέδωση του εδάφους εάν είναι απαραίτητο, βαθιά άροση και απολύμανσή του εάν προϋπήρχε άλλη καλλιέργεια. Για την καλύτερη στρατηγική λίπανσης, είναι σημαντικό να γίνει ανάλυση εδάφους και μετέπειτα να γίνει η τοποθέτηση του αρδευτικού συστήματος. Επειδή τα νεαρά δενδρύλλια έχουν μεγάλες απαιτήσεις στα πρώτα στάδια ανάπτυξής τους, γίνεται προσθήκη οργανικού λιπάσματος είτε σε όλη την έκταση όπου θα γίνει η εγκατάσταση, είτε μεμονωμένα στις θέσεις φύτευσης.
Η προετοιμασία του εδάφους γίνεται με στόχο τη διατήρηση της οργανικής ουσίας στο έδαφος ώστε να είναι γόνιμα, τη μείωση της διάβρωσης του εδάφους, την αποθήκευση νερού και τον καλύτερο αερισμό, με τελικό αποτέλεσμα την αύξηση της ποσότητας και της ποιότητας της παραγωγής.
Η φύτευση των δενδρυλλίων γίνεται τον χειμώνα, όπου το φυτό βρίσκεται σε λήθαργο χωρίς μπάλα χώματος, δηλαδή γυμνόριζο. Στην περίπτωση αυτή, για καλύτερη εγκατάσταση του ριζικού συστήματος μπορεί να φυτευτεί και το Νοέμβρη. Η φύτευση με σακουλάκι φυτωρίου γίνεται την άνοιξη. Ανοίγεται λάκκος διαστάσεων 45 x 45 εκατοστών.
Οι αποστάσεις φύτευσης που επιλέγονται συνήθως είναι 6-7 x 6-7 μέτρα αναλόγως την ποικιλία και τη στρατηγική φύτευσης που έχει επιλεχθεί (πυκνή, αραιή φύτευση κ.λπ.). Μία στρατηγική που επιλέγεται είναι οι πυκνές φυτεύσεις τα πρώτα χρόνια και μετά η αφαίρεση των μισών δενδρυλλίων με τελικές αποστάσεις φύτευσης 12 x 12.
Για την καλύτερη καρπόδεση των δέντρων τοποθετούνται επικονιάστριες ποικιλίες. Προτείνεται να επιλέγονται δύο τουλάχιστον ποικιλίες με αναλογία 1:1 ή 2:1 ώστε η γύρη να μπορεί να μεταφέρεται είτε με έντομα είτε με τον άνεμο. Θεωρείται επιτυχημένη η γονιμοποίηση όταν σχηματίζονται ανά ταξιανθία 2 - 3 κάστανα, ενώ όταν πραγματοποιείται μη ικανοποιητική γονιμοποίηση οι καρποί ναι μεν σχηματίζονται αλλά δεν αναπτύσσονται ή έχουν μικρό και παραμορφωμένο σχήμα.
Το πιο κοινό κλάδεμα διαμόρφωσης που χρησιμοποιείται στην καστανιά είναι το κυπελλοειδές . Στην περίπτωση αυτή, συνήθως το ύψος κορμού επιλέγεται να φτάσει στο 1 μέτρο και μετά αφήνονται να αναπτυχθούν 3 βλαστοί (ή 5 αλλά μετέπειτα αφαιρούνται οι 2). Οι βλαστοί αυτοί θα αποτελέσουν τους κεντρικούς βραχίονες του δέντρου που θα αναπτυχθούν τα κλαδιά και σχηματίζουν γωνία 50 - 60 μοιρών με τον κορμό.
Χρειάζονται όλα τα απαραίτητα στοιχεία αλλά η καστανιά έχει καλή αντίδραση σε λιπάσματα που περιέχουν άζωτο, κάλιο και μαγνήσιο. Καλό είναι η εφαρμογή των λιπασμάτων να γίνεται σε δύο δόσεις, η μία στις αρχές της άνοιξης όταν έχει παρέλθει η περίοδος των χιονιών και δεν θα υπάρχει φόβος έκπλυσης και η άλλη στα μέσα καλοκαιριού διότι σε εδάφη με κλίση και αβαθή, η απώλεια των ανόργανων στοιχείων με έκπλυση είναι εύκολη. Για την αποτελεσματικότερη επιλογή του προγράμματος λίπανσης είναι καλό να πραγματοποιείται ανάλυση εδάφους ανά 3 - 4 χρόνια. Επίσης, μπορεί να πραγματοποιηθεί και φυλλοδιαγνωστική για πιο ολοκληρωμένη εικόνα της θρεπτικής κατάστασης.
Για την καλύτερη ανάπτυξη της καστανιάς θα πρέπει να εμπλουτίζεται το έδαφος με οργανική ουσία.
Λίπανση |
Σημασία στοιχείου |
Ενδεικτικές ποσότητες |
Αζωτούχος (Ν) |
Αύξηση παραγωγικότητας (υπερβολική λίπανση: Μείωση καρπόδεσης, οψίμιση ωρίμανσης) |
10-15 |
Καλιούχος (Κ) |
Αύξηση βάρους καρπού, αύξηση παραγωγής, ανθεκτικότητα σε αβιοτικούς παράγοντες |
20 |
Φωσφορική (P) |
Δεν είναι ιδιαίτερα απαιτητικό. Διαφυλλική χορήγηση |
15-20 |
Οργανική |
Αύξηση παραγωγής |
>3%, καλά χωνεμένη κοπριά |
Το ιδανικό ύψος βροχής/έτος ανέρχεται στα 800mm κατανεμημένο σε όλη την περίοδο του χρόνου. Αν αυτό δεν είναι δυνατό, τότε η απαραίτητη ποσότητα νερού συμπληρώνεται υπό μορφή άρδευσης.
Για την καλύτερη ανάπτυξη του ριζικού συστήματος κατά την περίοδο νεανικότητας είναι απαραίτητη η εδαφική υγρασία. Θα πρέπει να γίνονται τακτικά ποτίσματα όλες τις περιόδους, εκτός από το χειμώνα.
Όταν το δέντρο μπει στην παραγωγική φάση ανάπτυξης, για την αύξηση των τελικών αποδόσεων και του μεγέθους των καρπών είναι σημαντική η παροχή αρδευτικού νερού. Συνεπώς, κατά την περίοδο ανάπτυξης των καρπών τέλη καλοκαιριού - φθινοπώρου, τα ποτίσματα πρέπει να είναι τακτικά. Ωστόσο ανέχεται και αναπτύσσεται κανονικά και σε ξηροθερμικές συνθήκες δίνοντας όμως μικρό καρπό.
Η καστανιά είναι ευαίσθητη από προσβολές στο μύκητα που προκαλεί την μελάνωση. Ως εκ τούτου όσες καλλιεργητικές πρακτικές όπως το άροτρο και τα σκαπτικά μηχανήματα είναι επίφοβες στον τραυματισμό των ριζών θα πρέπει να αποφεύγονται.
Η αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση των ζιζανίων στην καστανιά γίνεται με χορτοκοπτικό μηχάνημα και μόνο στην περίπτωση που οι καταστροφές από τα ζιζάνια είναι μεγάλες και μη διαχειρίσιμες, μπορεί να γίνει αντιμετώπιση με χημικά μέσα μεταφυτρωτικά. Το μειονέκτημα της χρήσης χορτοκοπτικού μηχανήματος είναι η γρήγορη αναβλάστηση των ζιζανίων.
Η περίοδος καταπολέμησης των ζιζανίων είναι τις περιόδους που δεν έχει πολλή υγρασία το έδαφος καθώς και πριν την συγκομιδή των καρπών ώστε να συλλεχθούν πιο εύκολα οι καρποί.
Στόχος του κλαδέματος καρποφορίας είναι η διατήρηση του σχήματος που έχει δοθεί στο δέντρο και η αφαίρεση των ξερών κλάδων ώστε το εσωτερικό της κόμης να έχει καλύτερη έκθεση στο ηλιακό φως και καλύτερο αερισμό. Με την επίτευξη του στόχου αυτού αυξάνεται η βλάστηση και τελικά η παραγωγικότητα του δέντρου.
Η καταλληλότερη εποχή για το κλάδεμα καρποφορίας στην καστανιά είναι τα τέλη χειμώνα με αρχές άνοιξης, δηλαδή κατά την ληθαργική περίοδο του δέντρου. Το σημαντικότερο κριτήριο για την χρονική επιλογή της πραγματοποίησης του κλαδέματος είναι να έχει παρέλθει η περίοδος των παγετών για να μην στρεσαριστεί το δέντρο. Συνεπώς στις ψυχρότερες περιοχές της χώρας που γνωρίζουν ότι έχουν όψιμους παγετούς θα πρέπει το κλάδεμα καρποφορίας να προγραμματίζεται για αργότερα, προς τον μήνα Μάρτιο.
Υπάρχει μία άποψη ότι τα δέντρα καστανιάς δεν είναι απαραίτητο να κλαδεύονται. Ωστόσο κάτι τέτοιο δεν θα πρέπει να υφίσταται, ειδικά από την στιγμή που προορίζεται η καλλιέργεια για εμπορική εκμετάλλευση.
Τα κάστανα όταν ωριμάσουν το φθινόπωρο πέφτουν στο έδαφος και θεωρητικά πρέπει να συγκομίζονται κάθε μέρα την περίοδο της μεγάλης πτώσης των καρπών, εξαιτίας της φθαρτότητας του προϊόντος αφενός, και των απωλειών αφετέρου, από τρωκτικά (ποντίκια, αρουραίους), σκίουρους και άλλα ζώα του δάσους. Η περίοδος της συγκομιδής είναι από τα μέσα Σεπτέμβρη με τέλη Οκτώβρη. Ο παραγωγός καταλαβαίνει ότι ο καρπός είναι έτοιμος για συγκομιδή όταν το εχινώδες περίβλημα σχιστεί και έχουν υγρασία 50%.
Η συγκομιδή μπορεί να γίνει με τα χέρια, με ράβδισμα ή μηχανικά με μηχανές κενού (αναρροφητικές μηχανές) διαφόρων μεγεθών. Σε εμπορική κλίμακα η συγκομιδή θα πρέπει να γίνεται όσο ακόμα ο καρπός είναι στο δέντρο και όχι όταν πέσει στο έδαφος.
Τα κάστανα μπορεί να έχουν προσβληθεί από έντομα, μύκητες ή και βακτήρια όσο αυτά βρίσκονται στο δέντρο. Παρ’όλα αυτά, οι περισσότερες μολύνσεις προέρχονται από την επαφή τους με το χώμα μετά την πτώση τους και είναι υπεύθυνες κατά κανόνα για την καταστροφή των κάστανων μετασυλλεκτικά. Για τον λόγο αυτό η συγκομιδή είναι απαραίτητο να γίνεται όσο ο καρπός είναι πάνω στο δέντρο.
Επίσης, καλό είναι να στρώνεται φύλλο πολυαιθυλενίου πριν τη συγκομιδή έτσι ώστε τα κάστανα να μην έρχονται καθόλου σε επαφή με το έδαφος. Στη συνέχεια τα κάστανα αν πρόκειται να συντηρηθούν επί μακρόν, πρέπει να υποστούν συγκεκριμένη διαδικασία:
Η διάρκεια συντήρησης των κάστανων εξαρτάται από την ποικιλία αλλά κυρίως από την κατάσταση της υγείας τους. Η διατήρηση τους σε ψυγείο μπορεί να κρατήσει περίπου 6 μήνες, εφόσον βέβαια δεν προσβληθούν από μύκητες. Στη συνέχεια μπορούν να διατεθούν στο εμπόριο. Επίσης, τα νωπά κάστανα μπορούν να συντηρηθούν σε οικιακό ψυγείο (4,5oC) επί 8 εβδομάδες.
Εάν τα κάστανα αφυδατωθούν (10% υγρασία) τότε μπορούν να συντηρηθούν και για έναν χρόνο. Τα αφυδατωμένα κάστανα υγραίνονται εάν μπουν σε νερό ή εκτεθούν σε ατμό για 30'.
Η εμβάπτιση μιας ώρας σε νερό θερμοκρασίας 68ºC εμποδίζει την ανάπτυξη μυκήτων και τη σήψη των κάστανων χωρίς να επηρεάζεται καθόλου η ποιότητά τους.
Οι κυριότεροι εχθροί της καστανιάς είναι οι μύκητες και τα έντομα. Όπως έχει αναρτηθεί από το Υπ.Α.Α.Τ. τα συμπτώματα και η αντιμετώπιση των σημαντικότερων εχθρών είναι:
1.Φυτόφθορα (Phytophthora spp.)
Συμπτώματα
Αντιμετώπιση
Προληπτικά μέτρα:
-Η άρδευση πρέπει να γίνεται με σταγόνες. Διαφορετικά θα πρέπει να λαμβάνεται μέριμνα ώστε να μη βρέχεται ο κορμός.
-Καταστροφή αυτοφυούς βλάστησης.
-Να μη συσσωρεύεται χώμα γύρω από τη βάση του κορμού και στις ρίζες.
-Καλή αποστράγγιση του δενδροκομείου.
Μέτρα μετά την εμφάνιση της ασθένειας:
2. Έλκος της καστανιάς (Cryphonectria parasitica)
Συμπτώματα
Καταπολέμηση
1. Σφήκα της καστανιάς (Dryocosus kuriphilus)
Προκαλεί τον σχηματισμό κηλίδων στα φύλλα. Το έντομο αυτό αναστέλλει την αύξηση, δημιουργώντας όγκους σε νεαρούς βλαστούς και φύλλα που έχει ως αποτέλεσμα τον περιορισμό παραγωγής καρπών και τη βαθμιαία μείωση της ζωηρότητας των δέντρων. Η καταπολέμηση της σφήκας γίνεται με την απελευθέρωση ανταγωνιστικών εντόμων στην περιοχή, όπως είναι το παρασιτοειδές Torymus sinensis.
2. Καρπόκαψα (Laspeyresia (Cydia) splendana)
Ο βαλανίνος των κάστανων-τρωγόκαρπος (Curculio elephas) και το σκουλήκι των νεαρών κάστανων (Pammene fasciana:νυχτόβια πεταλούδα που προσβάλλει τα νεαρά κάστανα) αποτελούν έντομα που προσβάλλουν τον καρπό.
Όταν πρόκειται για εμπορική καλλιέργεια τότε απαιτείται συστηματικό πρόγραμμα ψεκασμών, αλλιώς τα δένδρα βρίσκονται στο έλεος των εχθρών και ασθενειών που την προσβάλλουν. Εάν δεν εφαρμόζεται πρόγραμμα ψεκασμών καλό είναι ο άνθρωπος να συλλέγει και να αξιοποιεί μόνο τα κάστανα εκείνα που δεν έχουν προσβληθεί από έντομα ή μύκητες.
Η καστανιά ως καλλιέργεια έχει το πλεονέκτημα ότι δεν έχει ιδιαίτερες ανάγκες σε καλλιεργητικές φροντίδες, με το μεγαλύτερο κόστος να είναι τα εργατικά χέρια. Ακόμα η εποχικότητα της απασχόλησης, το σχετικά χαμηλό κόστος εγκατάστασης και οι αυξημένη ζήτηση από το εξωτερικό το καθιστά ιδανική επιλογή για καλλιέργεια. Σημαντικό είναι το γεγονός ότι αναπτύσσεται σε ορεινές και ημιορεινές περιοχές όπου άλλα φυτικά είδη δεν επιβιώνουν εύκολα, βοηθώντας την ανάπτυξη της οικονομίας τέτοιων περιοχών και μπορούν να καλλιεργηθούν και εκτάσεις οι οποίες παραμένουν ακαλλιέργητες λόγω κλίματος.
Τα τελευταία χρόνια έχει παρατηρηθεί αύξηση των παραγωγών που θέλουν να ασχοληθούν με την καλλιέργεια της καστανιάς καθώς εξασφαλίζει σημαντικό εισόδημα. Εκτός από την προσπάθεια διάθεσης αποκλειστικά ελληνικών κάστανων καστάνων εγχώρια, Ιταλοί χονδρέμποροι αγοράζουν ελληνικά κάστανα καθώς η Ιταλία έχει μεγαλύτερο πρόβλημα με την σφήκα (σε ποσοστό 70%).
Οι περίοδοι κατανάλωσής τους εγχώρια είναι τρεις μήνες πριν από τα Χριστούγεννα και τρεις μήνες μετά. Καλλιεργείται σε 28 νομούς και έτσι τα τελευταία χρόνια υπάρχει περισσότερη μέριμνα από το κράτος για οικονομικές ενισχύσεις.
Η Ελλάδα βρίσκεται στην 8η θέση σε παραγωγή καστάνων παγκοσμίως μετά την Πορτογαλία και πριν την Ιαπωνία. Κατά το έτος 2022 παράγονται 28.980 τόνοι κάστανων ετησίως. Οι εκτάσεις καστανεών πανελλαδικά είναι 84.100 στρέμματα και απόδοση 344,6 kg/ στρ..
Το κόστος εγκατάστασης της καλλιέργειας δεν είναι υψηλό. Ενδεικτικά μία καλλιέργεια 8x8 (περίπου 15 δενδρύλλια στο στρέμμα):
Συνεπώς, το κόστος εγκατάστασης φτάνει περίπου στα 800-850 ευρώ στο στρέμμα. Με δεδομένο ότι με τις υπάρχουσες συνθήκες το κέρδος είναι περίπου 350 kg/στρ. το χρόνο και τα δέντρα μπαίνουν ήδη σε καρποφορία από το 3ο έτος, η απόσβεση γίνεται σύντομα.
Το Πρόγραμμα Νέων Γεωργών που χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ως στόχο την ανταγωνιστικότητα των γεωργικών εκμεταλλεύσεων μέσω της ηλιακής ανανέωσης καθώς επίσης και την ενθάρρυνση νέων επιχειρηματιών γεωργών, μέσω την οικονομικής ενίσχυσης, να διαθέτουν βιώσιμες εκμεταλλεύσεις.
Τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότεροι είναι εκείνοι που επιλέγουν να ασχοληθούν με την παραγωγή κάστανων. Στο γεγονός αυτό συνέβαλε και η μεγάλη ζήτηση από την Ιταλία για εξαγωγές. Παρότι υπάρχουν πολλές περιοχές με καστανεώνες, γίνονται ακόμα εισαγωγές από άλλες χώρες όπως η Τουρκία, Πορτογαλία και Κίνα. Στόχος είναι να αυξηθεί ο αριθμός των καστανοπαραγωγών ώστε η Ελλάδα να είναι αυτάρκης και να εξάγει.
Οι κύριες περιοχές που καλλιεργούνται καστανιές είναι διάφορες περιοχές της Βορείου, Κεντρικής και Νότιας Ελλάδος ακόμη και στην Κρήτη. Γνωστά είναι τα κάστανα του Χορτιάτη, του Πηλίου, της Καστανιάς του Βερμίου, του Αγίου Όρους, της Πιερίας καθώς και άλλων περιοχών. Συνολικά σε 28 Νομούς υπάρχει δραστηριότητα, μεταξύ άλλων σε Ξάνθη, Σέρρες, Ημαθία, Τρίκαλα, Ηλεία και Χανιά.
Βασικό κίνητρο για την απόφαση ενασχόλησης στην Ελλάδα είναι η σίγουρη διάθεση του προϊόντος. Η βεβαιότητα αυτή έγκειται στο γεγονός ότι τόσο στην εγχώρια όσο και στην παγκόσμια αγορά υπάρχει έλλειψη του προϊόντος.
Όπως στις περισσότερες δενδρώδεις καλλιέργειες, έτσι και στην καστανιά τα drones (εναέρια, μη επανδρωμένα μέσα) συμβάλλουν κατά πολύ, όσον αφορά τη γεωργία ακριβείας. Σε πολλές περιπτώσεις βλέπουμε ότι μπορούν να χαρτογραφούν τον αγρό, χρησιμοποιώντας κάμερες (απλές, υπερφασματικές ή θερμικές). Ακόμα μέσω των κατάλληλων αισθητήρων, μετρώνται οι δείκτες βλάστησης (πχ. NDVI και NDRE). Με αυτόν τον τρόπο, επιτυγχάνεται καλύτερος έλεγχος της παραγωγής με πρόβλεψή της και συνάμα έλεγχο για πιθανές ελλείψεις στη λίπανση ή την άρδευση, όπως και για την ύπαρξη ασθενειών και ζιζανίων.
Ακόμα μία χρήση των drones είναι η εφαρμογή κυρίως στους ψεκασμούς με πολύ μεγαλύτερη ακρίβεια απ’ ότι τα συμβατικά μέσα. Με αυτόν τον τρόπο δεν υπάρχει αντίστοιχη διασπορά, όπως σε ένα τυπικό ψεκαστικό μηχάνημα, κάνοντας τον ψεκασμό πιο ακίνδυνο και ευκολότερο, καθώς ο χειρισμός του drone γίνεται από απόσταση.
Σε κάθε περίπτωση συνιστάται η εγκατάσταση μετεωρολογικού σταθμού για την καταγραφή δεδομένων, όπως θερμοκρασία, υγρασία εδάφους, ταχύτητα ανέμου κλπ., τα οποία μπορούν να βοηθήσουν τον αγρότη στην βελτιστοποίηση της παραγωγής κάστανων. Κατά αυτόν τον τρόπο, οι επεμβάσεις του έχουν τη δυνατότητα να είναι πιο στοχευμένες άρα κατ’ επέκταση λιγότερο κοστοβόρες και πιο φιλικές προς το περιβάλλον.
Τέλος, ένα χρήσιμο εργαλείο στη γεωργία ακριβείας είναι η μέτρηση της ηλεκτρικής αγωγιμότητας του εδάφους. Με αυτόν τον τρόπο, αναγνωρίζουμε τη μεταβλητότητα του εδάφους, έχοντας πληροφορίες βασικές για τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να επέμβουμε με τις διαφορες εισροές (πχ. άρδευση), όπως το πορώδες αλλά και την αλατότητα του εδάφους.
Αν και βρίσκεται σε ερευνητικό στάδιο, δοκιμάζεται στην Πορτογαλία μία μέθοδος ώστε να αναγνωρίζει το σύστημα, μέσω φωτογραφιών οι οποίες τραβήχτηκαν με τη βοήθεια drone με πολυφασματική κάμερα, εάν υπάρχει κάποιο πρόβλημα στο εκάστοτε δέντρο ξεχωριστά, όπως για παράδειγμα έλλειψη νερού, ή προσβολή από κάποιον εχθρό ή έλλειψη κάποιου θρεπτικού στοιχείου.
Η καστανιά είναι φυλλοβόλο, καρποφόρο, μακρόβιο δέντρο με καταγωγή από την Ασία και Ευρώπη. Έχει εντυπωσιακή ανάπτυξη, μεγάλα, πράσινα,οδοντωτά φύλλα και άνθη πρασινοκίτρινα που εμφανίζονται σε κρεμαστά μπουκέτα. Τα άνθη διαδέχονται οι καρποί, δίνοντας το γνωστό σε όλους κάστανο.
Κοινό όνομα |
Καστανιά |
Οικογένεια |
Fagaceae |
Είδος φυτού |
Καρποφόρο |
↨ Μέγιστο ύψος (m) |
12 m |
↔ Μέγιστο πλάτος (m) |
8 m |
Χρόνος για έναρξη παραγωγής |
3 έτη |
Εδαφικές απαιτήσεις |
Καλά στραγγιζόμενα εδάφη, αμμώδη - αμμοπηλώδη |
Υδατικές απαιτήσεις |
|
pH εδάφους |
4,5 - 6,5 |
Αντοχή στο κρύο |
Ναι |
Αντοχή στη ζέστη |
Μέτρια |
Απαιτήσεις σε φως |
ή |
Περίοδος ανθοφορίας |
Καλοκαίρι |
Περίοδος ωρίμανσης καρπού |
Μέσα Σεπτέμβρη - τέλη Οκτώβρη |
Άνθος |
Κρεμαστά μπουκέτα, κιτρινοπράσινα |
Καρπός |
Αχαίνιο |
αναπτύσσεται σε υψόμετρο από τα 250 μέτρα και μπορεί να φτάσει έως και τα 1000 μέτρα. Λόγω της ευαισθησίας της δεν θα πρέπει να καλλιεργείται σε περιοχές με πρώιμους και όψιμους παγετούς, αλλά καλλιεργείται χωρίς πρόβλημα σε ορεινές και ημιορεινές περιοχές με ήπιο κλίμα. Προτιμούν προστατευόμενες θέσεις από τον άνεμο, ηλιόλουστα σημεία ή με λίγη σκιά, αλλά δεν μπορεί να αναπτυχθεί σε απόλυτα σκιερά σημεία. Τα νεαρά δενδρύλλια έχουν ιδιαίτερη ευαισθησία στον άνεμο, ειδικά την άνοιξη στην βλαστική περίοδο και κατά την έκπτυξη των ταξιανθιών.
Αναπτύσσεται σε βαθιά εδάφη, με αμμώδη έως αμμοπηλώδη σύσταση. Θέλει καλά στραγγιζόμενα εδάφη και όξινα (4,5 - 6,5). Ωστόσο έχει ανοχή και σε πολύ όξινα εδάφη, αλλά δεν μπορεί να αναπτυχθεί σε αλκαλικά και ασβεστούχα εδάφη. Ιδανικά αναπτύσσεται σε γόνιμα εδάφη με επαρκή εδαφική υγρασία.
Ποικιλία |
Χαρακτηριστικά |
Περίοδος ωρίμανσης καρπού |
Ευρωπαϊκή καστανιά |
|
Οκτώβρη |
Κρητική καστανιά |
Καρπός μικρού μεγέθους, σφαιρικός ή ελλειπτικός επιμήκης Καρπός: κοκκινωπός με ραβδώσεις Περικάρπιο: λεπτό που αποχωρίζεται εύκολα την ψίχα Περίβλημα: έχει 1-2 καρπούς |
Μέσα Οκτώβρη |
Βολιώτικη καστανιά |
|
Αρχές Οκτώβρη |
Μαρόνια |
Μεγάλο μέγεθος καρπού Κοκκινωπός καρπός με καστανόχρωμες ραβδώσεις Ψίχα μονόσπερμη Επιδερμίδα: δεν εισχωρεί βαθιά στην σάρκα & αποχωρίζεται εύκολα |
Αρχές Οκτώβρη |
Ο πολλαπλασιασμός της καστανιάς επιτυγχάνεται με τον εμβολιασμό της επιθυμητής ποικιλίας πάνω σε σπορόφυτα καστανιάς. Για να αποφεύγονται προβλήματα ασυμφωνίας μεταξύ εμβολίου και ποικιλίας συνιστάται σπορόφυτο (υποκείμενο) και το εμβόλιο να προέρχονται από την ίδια ποικιλία. Εάν είσαι ερασιτέχνης καλλιεργητής, θα μπορούσες να προμηθευτείς έτοιμα εμβολιασμένα δενδρύλλια από οποιοδήποτε φυτώριο.
Η φύτευση της καστανιάς πραγματοποιείται τον χειμώνα όπου το φυτό βρίσκεται σε λήθαργο, χωρίς μπάλα χώματος, δηλαδή γυμνόριζο. Στην περίπτωση αυτή για καλύτερη εγκατάσταση του ριζικού συστήματος, μπορεί να φυτευτεί και το Νοέμβρη. Η φύτευση με σακουλάκι φυτωρίου σε γλάστρα γίνεται την άνοιξη σε λάκκους διαστάσεων 45 x 45 εκατοστών και αμέσως μετά την εγκατάσταση γίνεται ένα πότισμα στο δενδρύλλιο.
Το πιο κοινό κλάδεμα διαμόρφωσης που χρησιμοποιείται στην καστανιά είναι το κυπελλοειδές. Στην περίπτωση αυτή, συνήθως το ύψος κορμού επιλέγεται να φτάσει στο 1 μέτρο και μετά αφήνονται να αναπτυχθούν 3 βλαστοί (ή 5 αλλά μετ’ έπειτα αφαιρούνται οι 2). Οι βλαστοί αυτοί θα αποτελέσουν τους κεντρικούς βραχίονες του δέντρου που θα αναπτυχθούν τα κλαδιά και σχηματίζουν γωνία 50 - 60 μοιρών με τον κορμό.
Χρειάζονται όλα τα απαραίτητα στοιχεία αλλά η καστανιά έχει καλή αντίδραση σε λιπάσματα που περιέχουν άζωτο, κάλιο και μαγνήσιο. Καλό είναι η εφαρμογή των λιπασμάτων να γίνεται σε δύο δόσεις, η μία στις αρχές της άνοιξης όταν έχει παρέλθει η περίοδος των χιονιών και δεν θα υπάρχει φόβος έκπλυσης και η άλλη στα μέσα καλοκαιριού διότι σε εδάφη με κλίση και αβαθή, η απώλεια των ανόργανων στοιχείων με έκπλυση είναι εύκολη. Για την αποτελεσματικότερη επιλογή του προγράμματος λίπανσης είναι καλό να πραγματοποιείται ανάλυση εδάφους ανά 3 - 4 χρόνια. Επίσης, μπορεί να πραγματοποιηθεί και φυλλοδιαγνωστική για πιο ολοκληρωμένη εικόνα της θρεπτικής κατάστασης.
Για την καλύτερη ανάπτυξη της καστανιάς θα πρέπει να εμπλουτίζεται το έδαφος με οργανική ουσία.
Πότισμα: Για την καλύτερη ανάπτυξη του ριζικού συστήματος κατά τα 3 πρώτα έτη, είναι απαραίτητη η εδαφική υγρασία. Θα πρέπει να γίνονται τακτικά ποτίσματα όλες τις περιόδους, εκτός από το χειμώνα, ειδικότερα μετά το 4ο έτος για την αύξηση του μεγέθους των καρπών. Άρα, κατά την περίοδο ανάπτυξης των καρπών τέλη καλοκαιριού - φθινοπώρου, τα ποτίσματα πρέπει να είναι τακτικά. Ωστόσο ανέχεται και αναπτύσσεται κανονικά και σε ξηροθερμικές συνθήκες, δίνοντας όμως μικρό καρπό.
Σχίσιμο καρπών: Κατά τα τέλη του καλοκαιριού με αρχές φθινοπώρου ο καρπός ωριμάζει και τετραπλασιάζεται σε μέγεθος απότομα. Τότε η καστανιά έχει ανάγκες σε άρδευση αλλά όταν γίνονται υπερβολικές αρδεύσεις μπορεί να γίνει σχίσιμο των καρπών με αποτέλεσμα την εμπορική υποβάθμιση του καρπού. Σχίσιμο των καρπών συμβαίνει και λόγω της απότομης αλλαγής της ατμοσφαιρικής υγρασίας.
Αντιμετώπιση ζιζανίων: Για την αντιμετώπιση των ζιζανίων γίνεται χρήση χορτοκοπτικού μηχανήματος ή ξεβοτάνισμα με το χέρι.
Κλάδεμα: Γίνεται κλάδεμα στα τέλη χειμώνα με αρχές άνοιξης, όταν το δέντρο είναι σε λήθαργο, με στόχο τη διατήρηση του σχήματος που έχει δοθεί στο δέντρο και την αφαίρεση των ξερών κλάδων ώστε το εσωτερικό της κόμης να έχει καλύτερη έκθεση στο ηλιακό φως και καλύτερο αερισμό. Με την επίτευξη του στόχου αυτού αυξάνεται η βλάστηση και τελικά η παραγωγικότητα του δέντρου. Το κλάδεμα γίνεται αφού τελειώσει η περίοδος των παγετών.
Συγκομιδή: Η συγκομιδή του καρπού γίνεται μέσα Σεπτέμβρη με αρχές Οκτώβρη, είτε με τα χέρια είτε με ράβδισμα. Καλό είναι να μην γίνεται η συλλογή των καρπών από το έδαφος γιατί είναι πολύ πιθανό να έχουν προσβληθεί από μύκητες.