Το αγγούρι όπως το πεπόνι, το καρπούζι και το κολοκύθι ανήκει στην οικογένεια των κολοκυνθοειδών . Είναι μονοετές φυτό και καλλιεργείται για τον ανώριμο, εύγευστο καρπό του και υπαίθρια το καλοκαίρι και αλλά κυρίως θερμοκηπιακά όλο το χρόνο. Είναι πολύ σημαντικό θερμοκηπιακό φυτό καθώς μεγάλο μέρος της παραγωγής εξάγεται. Είναι s, με προέλευση από την Ινδία και μακρά ιστορία στην Ελλάδα, υποτροπικό και ιδιαίτερα αγαπητό λόγω της πλούσιας διατροφικής του αξίας (βιταμίνη C, B1, B2 και Α).
Βοτανική ταξινόμηση: ανήκει στην οικογένεια Cucurbitaceae και στο είδος Cucumis sativus L.
Ανάπτυξη: είναι φυτό με έρπουσα ανάπτυξη με λεπτούς βλαστούς που φτάνουν σε μήκος τα 3-4 μέτρα και έχει ετήσια ανάπτυξη. Λόγω της έρπουσας ανάπτυξής του δεν μπορεί να αξιοποιήσει καλά την επιφάνεια όταν είναι υπαίθρια η καλλιέργεια γι’ αυτό και κατά βάση καλλιεργείται θερμοκηπιακά.
Ρίζες: δεν έχει ισχυρό ριζικό σύστημα καθώς αποτελείται από μία κοντή κεντρική ρίζα από την οποία αναπτύσσονται πολλές πλευρικές, συνεπώς έχει αυξημένες ανάγκες σε νερό.
Βλαστοί: είναι μακριοί, ποώδεις, με τρίχες και γωνιώδεις και φέρουν έλικες που επιτρέπουν στο φυτό να αναρριχάται ή να έρπεται .
Φύλλωμα: τα φύλλα είναι μεγάλα, τρίλοβα έως πεντάλοβα γωνιώδη, σαν πλατανόφυλλα και φέρουν χνούδι, πλάτους 7 - 25 cm. Από τις μασχάλες των φύλλων αναπτύσσονται πλευρικοί βλαστοί.
Άνθη: διακρίνονται σε αρσενικά και θηλυκά άνθη και σπάνια σε ερμαφρόδιτα. Τα αρσενικά άνθη είναι μεγαλύτερου μεγέθους και εμφανίζονται κυρίως προς τη βάση του κεντρικού βλαστού σε αντίθεση με τα θηλυκά που έχουν μικρότερο μέγεθος και εμφανίζονται αργότερα στον κεντρικό βλαστό και κυρίως στους πλευρικούς βλαστούς. Τα θηλυκά άνθη φέρουν στη βάση τους υποτυπώδη καρπό (υποφυής ωοθήκη) που είναι ορατός πριν ακόμη γίνει η γονιμοποίηση. Ορισμένες ποικιλίες αγγουριάς έχουν μόνο θηλυκά άνθη και η παραγωγή καρπών γίνεται παρθενοκαρπικά.
Καρπός: Είναι ράγα κυλινδρικού σχήματος, μικρού ή μεγάλου μεγέθους, λείος ή με μικρά εξογκώματα, κυκλικός ή γωνιώδης, σε διαφορετικές αποχρώσεις του πράσινου και κιτρινοπράσινου ανάλογα με την ποικιλία. Το σπέρμα αναπτύσσεται στη σάρκα η οποία περιβάλλει τους χώρους της ωοθήκης.
Ποικιλία αγγουριάς Pepinex 69 F1
Είναι ζωηρή ποικιλία όπου ο καρπός είναι σχετικά λείος και μακρύς. Είναι ικανό να καρποφορήσει σε θερμαινόμενα και μη θερμαινόμενα θερμοκήπια.
Sandra F1
Πρόκειται για ποικιλία γρήγορης ανάπτυξης, όπου ο καρπός είναι μακρύς, λείος και καλού σχήματος. Αποτελεί μία ιδιαίτερα παρραγωγική ποικιλία με καλές αποδόσεις.
Bambina F1
Είναι μία πολύ πρώιμη και παραγωγική ποικιλία , με μεγάλη ανθεκτικότητα στις χαμηλές θερμοκρασίες. To μέγεθος του καρπού είναι 35-40cm και είναι πράσινου χρώματος χωρίς επιμήκεις ραβδώσεις.
Corona F1
Είναι ποικιλία εύρωστη, πολύ παραγωγική ιδιαίτερα στις χαμηλές θερμοκρασίες. Ο καρπός έχει χρώμα σκούρο πράσινο, με επιμήκεις αυλακώσεις στην επιφάνειά του.
Brunex F1
Πρόκειται για φυτό ζωηρής ανάπτυξης, με παραγωγική ικανότητα και ανθεκτικότητα παραγωγικό και ανθεκτικό στις χαμηλές θερμοκρασίες του χειμώνα. Οι καρποί αναπτύσσονται σε μεγάλο μέγεθος (35-40 cm) είναι ευθείς με ραβδώσεις στην επιφάνεια, χωρίς λαιμό και με σκούρο γυαλιστερό πράσινο χρώμα. Είναι κατάλληλοι για εξαγωγή και για ντόπια αγορά.
Dias F1
Πρόκειται για φυτό ζωηρής ανάπτυξης, παραγωγικό, κατάλληλο για καλλιέργεια την περίοδο του χειμώνα. Ο καρπός είναι σχετικά μακρύς με πολύ ελαφρές ραβδώσεις πράσινου χρώματος, κατάλληλος για εξαγωγές και για τη ντόπια αγορά.
Zakros F1
Είναι υβρίδιο ζωηρής ανάπτυξης, με σχετική ανθεκτικότητα στις χαμηλές θερμοκρασίες του χειμώνα και στις υψηλές θερμοκρασίες του φθινοπώρου. Οι γυαλιστεροί σκούροι πράσινοι καρποί του αναπτύσσονται σε μέγεθος 35-40cm, δε σχηματίζουν λαιμό και εξωτερικά φέρουν ελαφρές ραβδώσεις. Είναι κατάλληλο για εξαγωγές και την ελληνική αγορά.
Filabres F1
Είναι φυτό ζωηρό, με σχετικά μεγάλα μεσογονάτια διαστήματα και φύλλα. Αντέχει στις χαμηλές θερμοκρασίες και γι’αυτό καλλιεργείται το φθινόπωρο, το χειμώνα και την άνοιξη. Ο καρπός έχει μήκος 38-42cm, φέρει ραβδώσεις και μικρού μεγέθους λαιμό. Είναι ανθεκτικό στο κλαδοσπόριο και στο ωίδιο.
Kamaron F1
Είναι φυτό εύρωστο, μέσης πρωιμότητας, ανθεκτικό στις χαμηλές θερμοκρασίες, στο κλαδοσπόριο και στη ψευδομονάδα. Ο καρπός έχει χρώμα πράσινο με ελαφρές ραβδώσεις, μήκους 35-37cm.
Creta F1
Πρόκειται για υβρίδιο με μεγάλη παραγωγική ικανότητα, κατάλληλο για χειμερινή καλλιέργεια. Οι καρποί είναι μακριοί και αρκετά ποιοτικοί.
Palmera F1
Ζωηρό υβρίδιο με φύλλα αρκετά τοποθετημένα επί του βλαστού. Μπορεί να καλλιεργηθεί όλες τις περιόδους του χρόνου και αντέχει στις χαμηλές θερμοκρασίες. Ο καρπός είναι ελαφρά αυλακωτός και μπορεί να ζήσει για πολύ καιρό μετά τη συγκομιδή.
Nile F1
Πρόκειται για υβρίδιο ζωηρής ανάπτυξης, ανθεκτικό στο ωίδιο και στο μωσαϊκό της αγγουριάς. Ο καρπός δεν έχει πικρή γεύση, είναι κυλινδρικός, μήκους 15-17 cm, με ελαφρή ρυτίδωση και με βαθύ πράσινο χρώμα.
Deltastar F1
Είναι φυτό ζωηρό με αραιά φύλλα και ανθεκτικό στο μωσαϊκό της αγγουριάς καθώς και στο ωίδιο. Όλες οι εποχές είναι κατάλληλες για την καλλιέργειά του εκτός από τον χειμώνα. Ο καρπός είναι χρώματος σκούρου πράσινου, φέρει ελαφρές αυλακώσεις και το μέσο μήκος του κυμαίνεται από 16-18cm. Στα θετικά της ποικιλίας συγκαταλέγεται η πολύ καλή γεύση και η διατήρηση των καρπών σε καλή κατάσταση μετά τη συγκομιδή.
Sarig F1
Είναι υβρίδιο πρώιμο παραγωγικό όπου αποδίδει παραγωγικά σε σύντομο χρονικό διάστημα. Η καλλιέργειά του μπορεί να γίνει το φθινόπωρο, την άνοιξη και το καλοκαίρι. Έχει ανθεκτικότητα στο ωίδιο. Ο καρπός φέρει χρώμα σκούρο πράσινο, με μέσο μήκος 14-16cm και με λεία εξωτερική επιφάνεια.
Η τάση τα τελευταία χρόνια είναι η χρήση υβριδίων αποκλειστικά με θηλυκά άνθη και καλλιέργεια στο θερμοκήπιο με τα άνθη να μπορούν να εξελίσσονται σε καρπούς χωρίς να χρειάζεται να γίνει γονιμοποίηση, δηλαδή γίνεται παρθενοκαρπικό δέσιμο των καρπών. Αυτό μπορεί να συμβεί και στα σολανώδη φυτά αλλά μόνο υπό συγκεκριμένες θερμοκρασιακές συνθήκες σε αντίθεση με το αγγούρι που γίνεται φυσιολογικά ακόμα και όταν λείπουν τα αρσενικά άνθη, οπότε δεν υπάρχει ανάγκη εισαγωγής βομβίνων και γόνιμης γύρης. Το αγγούρι έχει την ικανότητα να δέχεται την μείωση της θερμοκρασίας χωρίς να εμποδίζει την καρπόδεση. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να υπάρχει δυνατότητα καλλιέργειας και σε μη θερμαινόμενα θερμοκήπια υπό την προϋπόθεση ότι το κλίμα θα είναι ήπιο, δεν θα πέφτει η θερμοκρασία χαμηλά και μπορούν να παράγονται καρποί κανονικής ποιότητας χωρίς όμως να είναι πολύ υψηλές οι αποδόσεις.
Α) Κλιματικές απαιτήσεις
Το αγγούρι είναι φυτό που απαιτεί υψηλές θερμοκρασίες καθώς δεν είναι ανθεκτική στον παγετό. Θερμοκρασίες κάτω των 10-13 ºC επηρεάζουν την βλαστική ανάπτυξη και τη ποιότητα των καρπών. Η ιδανική θερμοκρασία κυμαίνεται γύρω στους 18-25ºC. Οι θερμοκρασίες άνω των 25ºC δεν είναι ευνοϊκές για να πραγματοποιήσει τις βιολογικές τους δραστηριότητες. Η κατώτερη θερμοκρασία που μπορεί να ανεχτεί είναι οι 0-4ºC. Δεν έχει ιδιαίτερες απαιτήσεις ως προν την φωτοπερίοδο, θεωρείται ουδέτερο και έχει ανάγκη από υψηλά επίπεδα υγρασίας. Επίσης δεν ανέχεται τους δυνατούς ανέμους. Η καλλιέργειά του μπορεί να ξεκινήσει από τα τέλη της άνοιξης έως το φθινόπωρο και δεν έχει ιδιαίτερες ανάγκες ως προς την φωτοπερίοδο.
Β) Εδαφικές απαιτήσεις
Η ανάπτυξη του φυτού είναι δυνατή σε κάθε τύπου εδάφους, με προτίμηση στα ζεστά χώματα. Για την επίτευξη της μέγιστης παραγωγής απαιτούνται βαθιά, καλά στραγγιζόμενα και αεριζόμενα εδάφη. Τα πιο κατάλληλα εδάφη είναι τα πηλώδη ή αμμοπηλώδη με υψηλή οργανική ουσία. Για πιο πρώιμη παραγωγή θέλει αμμώδη εδάφη. Αναπτύσσεται ικανοποιητικά σε pH θεωρείται το 5,5-7,5 με βέλτιστο pH ίσο με 5,0 - 5,5 στα οργανικά εδάφη και 6,0 - 6,5 στα ορυκτά. Δεν αντέχει εδάφη υψηλά σε αλατότητα.
Οι τελικές αποδόσεις εξαρτώνται από διάφορους παράγοντες όπως η ποικιλία, οι συνθήκες της καλλιέργειας, οι εδαφοκλιματικές συνθήκες, η διάρκεια της καλλιέργειας κ.λπ. Σημαντικές διαφορές εντοπίζονται ανάλογα και με το γεωγραφικό διαμέρισμα καθώς και την εποχή της καλλιέργειας. Ενδεικτικά, η παραγωγή φτάνει στους 2-4 τόνους/στρέμμα στις υπαίθριες καλλιέργειες και στους 8-12 τόνους/στρέμμα στις θερμοκηπιακές.
Η καλλιέργεια της αγγουριάς συνήθως είναι μεταφυτευόμενη. Για πρώιμη παραγωγή καλλιεργείται με σπορά στο φυτώριο τον Ιανουάριο και μεταφυτεύεται τέλη Φεβρουαρίου με Μάρτιο όπου απαιτείται εδαφοκάλυψη και χαμηλή κάλυψη. Για καλλιέργεια στην ύπαιθρο χωρίς χαμηλή κάλυψη, η φύτευση στο χωράφι συνήθως ξεκινά από τις αρχές Απρίλη και κλιμακώνεται μέχρι τα τέλη Μαΐου, ανάλογα με το κλίμα της περιοχής. Για όψιμη παραγωγή η καλλιέργειά της (σπορά και μεταφύτευση) γίνεται πιο αργά μέχρι και τον Ιούλιο.
Η απευθείας σπορά γίνεται σε αυλάκια ή αναχώματα όπου τοποθετούνται 3-4 σπόροι ανά θέση σε βάθος 2,5-5 εκατοστών ανάλογα με τον τύπο του εδάφους. Ακολουθεί αραίωμα φυτών όταν αποκτήσουν 2-3 πραγματικά φύλλα. Η παραπάνω καλλιεργητική τεχνική χρησιμοποιείται σπάνια στην Ελλάδα σε εμπορικές ποικιλίες.
Η μεταφύτευση γίνεται όταν τα φυτά έχουν αποκτήσει 4-6 πραγματικά φύλλα και οι ρίζες έχουν γεμίσει το γλαστράκι ή τον κύβο εδάφους. Η φύτευση δεν πρέπει να γίνεται πολύ βαθιά γιατί η βάση του στελέχους των νεαρών φυτών είναι επιρρεπής (λόγω ευπαθούς ριζικού συστήματος) στους τραυματισμούς και στις ασθένειες. Αμέσως μετά τη μεταφύτευση, το πότισμα θεωρείται απαραίτητο.
Ενδεικτικά, οι αποστάσεις φύτευσης στην απευθείας σπορά στο χωράφι, όταν το προϊόν προορίζεται για την αγορά είναι 120x150x45 ή 150x40. Φυτεύονται περίπου 1200 φυτά/στρέμμα. Όταν δεν υπάρχει υποστύλωση η φύτευση γίνεται αραιά καθώς είναι έρπον φυτό και έχει ανάγκη μεγάλης επιφάνειας για την ανάπτυξή του. Ωστόσο, προφανώς κάτι τέτοιο είναι ανεπιθύμητο καθώς η παραγωγή είναι σαφώς μικρότερη.
Η αγγουριά πολλαπλασιάζεται και μεταφυτεύεται συνήθως με σπόρο στα φυτώρια. Η απευθείας σπορά του σπόρου στο χωράφι γίνεται σπάνια.
Α) Νωπό αγγούρι
Την άνοιξη ξεκινά η προετοιμασία φυτών στα φυτώρια. Τα νεαρά φυτά της αγγουριάς, είναι πολύ ευπαθή σε κάθε παράγοντα που αποκλίνει από το ιδανικό επίπεδο, όπως π.χ. φτωχός φωτισμός, χαμηλή θερμοκρασία, προβλήματα εδάφους, παρουσία εχθρών και ασθενειών, κλπ.. Αν ο καλλιεργητής δεν μπορεί να εξασφαλίσει τις ιδανικές συνθήκες για την παραγωγή οφείλει να αγοράσει καλής ποιότητας έτοιμα φυτάρια από εξειδικευμένο φυτώριο εμπιστοσύνης.
Β) Βιομηχανικό αγγούρι
Η σπορά του γίνεται απευθείας μετά το τέλος των χαμηλών θερμοκρασιών και παγετών και συνεχίζεται μέχρι το καλοκαίρι.
Η καλή θρέψη του φυτού βοηθάει στην καλύτερη ανάπτυξή του και κατ’ επέκταση στην αύξηση της παραγωγής. Τα σημαντικότερα στοιχεία για την θρέψη της αγγουριάς είναι το άζωτο, το κάλιο, ο φωσφόρος και το μαγνήσιο.
Άζωτο (N)
Το άζωτο είναι βασικό δομικό και λειτουργικό στοιχείο για το φυτό καθώς είναι απαραίτητο για την φωτοσύνθεση και συνεπώς καθορίζει τις τελικές αποδόσεις. Εφαρμόζεται σε μορφή νιτρική, αμμωνιακή, ουρίας ή ως αμμωνία.
Σε περίπτωση έλλειψης αζώτου η ανάπτυξη του φυτού καθυστερεί, οι καρποί παραμορφώνονται και αποχρωματίζονται, τα στελέχη παραμένουν λεπτά, τα παλαιότερα φύλλα γίνονται πιο λευκά ή κίτρινα, το φυτό γίνεται ευαίσθητο στην αλατότητα και σε περίπτωση μεγάλων ελλείψεων μπορεί να νεκρωθεί ολόκληρο. Όταν η πατάτα καλλιεργείται σε έδαφος τότε γίνεται πλάγια εφαρμογή του αζώτου ή διαφυλλικά ανά μισό μήνα με ουρία 2%, ενώ όταν γίνεται χωρίς χώμα η χορήγησή του γίνεται μέσω θρεπτικού διαλύματος.
Από την αντίθετη πλευρά, όταν πραγματοποιείται υπερχορήγηση αζώτου σε μικρές ποσότητες το φυτό αναπτύσσεται περισσότερο αλλά δεν είναι εύρωστο, είναι πιο μαλακό, με σκούρα πράσινα φύλλα και εύθραυστα. Όταν γίνεται υπερχορήγηση αζώτου σε μεγαλύτερες ποσότητες τότε η ανάπτυξη είναι μικρότερη, τα στελέχη είναι πιο παχιά με μία μάζα ψαλίδων, λίγα άνθη και όσοι καρποί παράγονται είναι μικροί. Τέλος, εμφανίζονται διαφανείς κηλίδες μεταξύ των φλεβών ή στα άκρα των φύλλων, που μετέπειτα γίνονται κίτρινες και στη συνέχεια καφέ. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος γίνεται ξέπλυμα του χώματος η του μέσου καλλιέργειας με γλυκό νερό.
Κάλιο (K)
Το κάλιο είναι απαραίτητο θρεπτικό στοιχείο στην αγγουριά καθώς λαμβάνει μέρος σε πολλές βιολογικές διεργασίες του φυτού. Συμβάλλει στην ρύθμιση της υδατικής ισορροπίας του, στην ενεργοποίηση της δράσης των ενζύμων, στην δημιουργία ενέργειας, στη μετακίνηση των θρεπτικών στοιχείων, στη σύνθεση πρωτεϊνών, και το ενισχύει στην αντιμετώπιση των καταπονήσεων (ασθένειες, αλατότητα, ξηρασία, χαμηλές θερμοκρασίες κ.λπ.).
Η αγγουριά είναι από τα ελάχιστα φυτικά είδη που έχει μεγαλύτερη ανάγκη από κάλιο απ’ ότι άζωτο. Όπως αναφέρθηκε ενισχύει την ανθεκτικότητα των φυτών απέναντι στα παθογόνα και περιορίζει τα αρνητικά αποτελέσματα των μολύνσεων. Για παράδειγμα, μειώνει την επίδραση της γωνιακής κηλίδας (Pseudomonas lachrymans), της γκρίζας μούχλας των καρπών (Botrytis cinerea) και της ερυσίβης (Sphaerotheca fuliginea).
Οι ελλείψεις του καλίου εμφανίζονται συνήθως στα παλαιότερα φύλλα με χλώρωση στα περιθώρια των φύλλων, έπειτα φαίνονται προς την κορυφή του φυτού, με τελικό αποτέλεσμα το κιτρίνισμα και το κάψιμο των παλαιότερων φύλλων η οποία αρχίζει στις άκρες και εξαπλώνεται μέχρι το κέντρο του φύλλου. Η αντιμετώπιση της τροφοπενίας του καλίου γίνεται με προσθήκη νιτρικού καλίου στα μεσαία έως βαριά εδάφη ή πλευρική εφαρμογή στην περίπτωση των αμμωδών εδαφών. Γενικότερα, η καλύτερη μέθοδος χορήγησης είναι η υδρολίπανση ή ο διαφυλλικός ψεκασμός.
Φωσφόρος (P)
Ο φωσφόρος είναι απαραίτητο θρεπτικό στοιχείο για την κανονική ανάπτυξη των ριζών και των αναπαραγωγικών οργάνων. Συμβάλλει στην ισχυρή εγκατάσταση του ριζικού συστήματος, ειδικά όσων μεταφυτεύτηκαν και είναι απαραίτητο στοιχείο για τον μετασχηματισμό της ενέργειας. Απαιτείται να υπάρχει κατά τη διάρκεια εδραίωσης του φυτού και συνεχίζει η συνεχής παροχή του καθ’ όλη τη διάρκεια της παραγωγής καθώς παράγει συνεχώς νέους καρπούς. Η παροχή του θα πρέπει να γίνει και πριν τη φύτευση, οπότε θα πρέπει να γίνει έλεγχος της θρεπτικής κατάστασης του εδάφους πριν την εγκατάσταση.
Στην περίπτωση έλλειψης φωσφόρου οι ρίζες είναι αδύναμες, τα φύλλα είναι μικρά και γκριζοπράσινα και η παραγωγή μειώνεται αισθητά. Χαρακτηριστικό είναι το γηραιότερο φύλλο που παίρνει έντονο κίτρινο χρώμα, ενώ το φύλλο πάνω από αυτό παραμένει πράσινο (σε αντίθεση με την έλλειψη αζώτου). Η παραγωγή μειώνεται καθώς δένουν λιγότεροι καρποί. Για την αντιμετώπιση της τροφοπενίας φωσφόρου χορηγείται σε διαλυτή μορφή (π.χ. με μονοφωσφορικό κάλιο) μέσω υδρολίπανσης ή και με διαφυλλική χορήγηση.
Ασβέστιο (Ca)
Το ασβέστιο είναι απαραίτητο στοιχείο για την δομή και λειτουργία των κυττάρων, καθώς και για την θωράκιση του φυτού από τις καταπονήσεις και τους εχθρούς. Ελλείψεις ασβεστίου παρατηρούνται στα νεότερα φύλλα τα οποία εμφανίζονται σαν να είναι καμένα και παραμορφωμένα και στα σημεία ανάπτυξης. Στα παλαιότερα φύλλα συνήθως δεν εμφανίζονται συμπτώματα. Επίσης, τα άνθη μπορεί να σταματήσουν να αναπτύσσονται και όσα δίνουν καρπό είναι μικρός και άγευστος. Για την αντιμετώπιση της τροφοπενίας ασβεστίου γίνεται χορήγηση ασβέστη στα όξινα εδάφη και θα πρέπει να μειώνονται οι χορηγήσεις λιπασμάτων με βάση το αμμώνιο. Όταν η καλλιέργεια γίνεται εκτός εδάφους μπορεί να γίνει χορήγηση διαλυτού νιτρικού ασβεστίου. Η υπερτροφία ασβεστίου δημιουργεί προβλήματα στα ασβεστούχα εδάφη καθώς το ασβέστιο αυξάνει το pH του εδάφους με αποτέλεσμα πολλά στοιχεία να μην είναι αφομοιώσιμα για το φυτό.
Πριν αποφασιστεί το πρόγραμμα λίπανσης που θα ακολουθήσει ο παραγωγός θα πρέπει να γίνει εδαφολογική ανάλυση. Τα αποτελέσματα για το κάθε έδαφος είναι τελείως διαφορετικά και για τον λόγο αυτό δεν μπορεί να υπάρξει μία σωστή συνταγή που θα ακολουθήσουν όλοι οι παραγωγοί. Όσες τιμές αναφέρονται παρακάτω είναι ενδεικτικές για να ξέρει περίπου ο παραγωγός τι αναμένει.
Βασική λίπανση:
Η βασική λίπανση εάν δε γίνει ανάλυση, τότε συνιστάται να είναι:
Επιφανειακή λίπανση:
Χρησιμοποιούνται κυρίως το νιτρικό κάλιο (KNO3) και η νιτρική αμμωνία (NH4 NO3). Για την κάλυψη των αναγκών σε ιχνοστοιχεία χρησιμοποιούνται, βορικό οξύ, χλωριούχο μαγγάνιο, θειικός ψευδάργυρος, θειικός χαλκός, μολυβδαινικό οξύ, σίδηρος.
Είναι φυτό με μεγάλες απαιτήσεις σε νερό. Στο σπορείο το πότισμα γίνεται κάθε 1-2 ημέρες ανάλογα με τις περιβαλλοντικές συνθήκες ενώ μετά τη μεταφύτευση στο έδαφος τα φυτά ποτίζονται ελαφρά με 2-3 ποτίσματα την εβδομάδα. Αργότερα τα ποτίσματα γίνονται συχνότερα (κάθε ημέρα) ιδιαίτερα κατά τους θερμούς μήνες και με μεγαλύτερες ποσότητες, ανάλογα και με το στάδιο ανάπτυξης του φυτού.
Το πότισμα γίνεται με σταγόνες και υπολογίζεται ότι για μία καλλιεργητική περίοδο απαιτούνται ενδεικτικά 600m3 ανά στρέμμα. Όταν επικρατούν υψηλές θερμοκρασίες στο θερμοκήπιο προτείνεται ο ψεκασμός των φυτών με νερό, κατά τις πρωινές ώρες, για τον περιορισμό της διαπνοής. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δίνεται στην ποιότητα του νερού ποτίσματος που δεν πρέπει να έχει υψηλή περιεκτικότητα σε άλατα.
Οι πιο παραδοσιακοί μέθοδοι ποτίσματος είναι το αυλάκι, ο καταιονισμός και η στάγδην άρδευση. Τις εποχές της άνοιξης και του φθινοπώρου χρειάζεται να γίνεται άρδευση ανά 3 με 4 ημέρες, ενώ το καλοκαίρι ανά 1 με 2. Ενδεικτικά, χρειάζεται 370-600 m3/στρ..
Η στήριξη και το κλάδεμα είναι από τις βασικότερες καλλιεργητικές εργασίες. Συνηθισμένη τεχνική αποτελεί η κατασκευή πέργκολας κατά μήκος της γραμμής φύτευσης, για τη στήριξη σε υπαίθρια καλλιέργεια. Για την κατασκευή της πέργκολας χρησιμοποιούνται σχοινιά ή πλαστικά δίχτυα. Σε θερμοκηπιακές καλλιέργειες τα φυτά στηρίζονται από σχοινιά που δένονται στο οριζόντιο σύρμα που τοποθετείται στην οροφή του θερμοκηπίου. Για το κλάδεμα, το σύστημα «ομπρέλα» είναι το πιο διαδεδομένο στην Ελλάδα καθώς και σε όλο τον κόσμο. Στο σύστημα αυτό όταν ο κεντρικός βλαστός ξεπεράσει το οριζόντιο σύρμα κατά 2-3 φύλλα κορυφολογείται.Κατά τη διαδικασία του κλαδέματος αφαιρούνται οι πλευρικοί βλαστοί μέχρι 30 cm κάτω από το σύρμα. Πάνω από το οριζόντιο σύρμα αφήνονται 2 βλαστοί να μεγαλώσουν και να πέσουν προς τα κάτω σε σχήμα «ομπρέλας». Οι πλάγιοι αυτοί κορυφολογούνται όταν φτάσουν σε απόσταση 50 cm από το έδαφος και στη συνέχεια πάνω στους πλάγιους αυτούς αφαιρούνται όλοι οι βλαστοί και εναλλάξ με τους καρπούς.
Στην αγγουριά η ισορροπία βλάστησης και καρποφορίας είναι ιδιαίτερα σημαντική και πρέπει να διατηρείται. Το κλάδεμα επαναλαμβάνεται εβδομαδιαία μέχρι να αρχίσει η συγκομιδή και στη συνέχεια εφαρμόζεται πιο αραιά. Στις περιπτώσεις μεγάλου φορτίου γίνεται αφαίρεση καρπών.
Το στάδιο της συγκομιδής αρχίζει όταν ο καρπός είναι άγουρος και αποκτήσει μέγεθος εμπορεύσιμο (μεγαλόκαρπα: μήκος: 20-50 cm και διάμετρο 5-7 cm; μικρόκαρπα: μήκος 10-15 cm). Τα μικρόκαρπα υβρίδια συγκομίζονται όταν ο καρπός αποκτήσει μέγεθος περίπου 10 - 15 cm. Η συχνή συγκομιδή ευνοεί την καρποφορία και παραγωγή καλής ποιότητας αγγουριών. Όταν η θερμοκρασία είναι υψηλή, η συγκομιδή γίνεται κάθε δεύτερη ημέρα. Αν οι καρποί αγγουριάς δεν συγκομιστούν στο κατάλληλο στάδιο, τότε αναπτύσσονται και φτάνουν στο στάδιο της φυσιολογικής ωρίμανσης. Οι καρποί αγγουριάς κόβονται με μέρος του μίσχου.
Οι μέρες που απαιτούνται από τη σπορά μέχρι την ωρίμανση εξαρτώνται από την ποικιλία και τις συνθήκες καλλιέργειας, κατά μέσο όρο κυμαίνονται από 58 έως 65. Τα αγγούρια της νωπής αγοράς συλλέγονται με το χέρι. Καθώς οι μεμονωμένοι καρποί δεν αναπτύσσονται και δεν ωριμάζουν ομοιόμορφα, ο χρόνος ωριμότητας δεν είναι ο ίδιος σε έναν αγρό. Ως αποτέλεσμα, τα αγγούρια νωπής αγοράς συνήθως συλλέγονται 6-8 φορές σε περίοδο 3 εβδομάδων. Σε κάποιες περιπτώσεις μπορούν να συλλεχθούν από 12 έως και 15 φορές σε μια εποχή. Οι εργασίες συγκομιδής καθορίζονται από το πότε φυτεύονται οι σπόροι και από την προσφορά και την ζήτηση στην αγορά. Η τιμή επίσης επηρεάζει τη συγκομιδή, παραδείγματος χάρη όταν οι τιμές για τα αγγούρια πέσουν κάτω από ένα ορισμένο επίπεδο, λογικό οι καλλιεργητές να σταματήσουν τη συγκομιδή καθώς δεν τους συμφέρει.
Μετά τη συγκομιδή ακολουθούν οι διαδικασίες της διαλογής και της κατάταξης των καρπών κατά μέγεθος. Έπειτα οι καρποί συσκευάζονται σε πλαστικές σακούλες ανά 20-25 τεμάχια και προωθούνται στην αγορά.
Ο καρπός μπορεί να παραμείνει για μια ημέρα πριν τη συσκευασία, χωρίς να υποστεί αλλοίωση η ποιότητά του. Αυτό προϋποθέτει να είναι σκεπασμένος και να μην χάνει υγρασία, με την θερμοκρασία να κυμαίνεται 10-16 °C (άριστη 13 °C) και με σχετική υγρασία 85-95%. Λόγω της ευαισθησίας του καρπού, η αποθήκευσή του για διάστημα μεγαλύτερο των 1-2 εβδομάδων δεν συστήνεται. Η ζωή του του αγγουριού μπορεί να παραταθεί αν οι καρποί τυλιχτούν με σελοφάν ή με κάλυψη της επιφάνειας
Λιριόμυζα
Υπάρχουν 3 είδη λιριόμυζας (πολύ μικρές μύγες, μήκους 2mm) που είναι εχθροί της αγγουριάς,ι η Liriomyza bryoniae, η Liriomyza trifoliae και η Liriomyza huldobrensis. Οι οφιοειδείς στοές πάνω στα φύλλα αποτελεί δείγμα προσβολής. Μπορεί να γίνει έγκαιρη πρόληψη του με την τοποθέτηση κίτρινων κολλητικών παγίδων. Κατάλληλα εντομοκτόνα που προτείνονται για αντιμετώπιση της λιριόμυζας είναι το cyromazine, spinosad, abamectin, ενώ στη συγκομιδή επιλέγονται τα ανθεκτικά πυρεθροειδή.
Αλευρώδεις
Οι αλευρώδεις (Bemissia tabaci και Trialeurodes vaporiorum) προσβάλλουν τα φύλλα της αγγουριάς, απομυζώντας χυμούς και αποτελούν φορείς σοβαρών ιώσεων. Αποτελούν σοβαρό εχθρό της αγγουριάς. Η χρήση συγκεκριμένων τύπων διχτύων σε θερμοκήπια ενδείκνυται για τη προστασία του εχθρού αυτού. Για χημική καταπολέμηση χρησιμοποιούνται συγκεκριμένα εντομοκτόνα όπως τα acetamiprid, imidacloprid, thlamethoxam. Για την αντιμετώπιση των ασθενειών χρησιμοποιούνται συγκεκριμένες ποικιλίες αγγουριάς που είναι ανθεκτικές σε αυτές.
Θρίπας
Ο θρίπας του καπνού (Thrips tabaci) και ο θρίπας της Καλιφόρνιας (Frankliniella occidentalis) είναι τα δύο είδη θρίπων που προσβάλλουν την αγγουριά . Έχουν επίδραση στη παραγωγή μειώνοντάς την και μπορούν να μεταδώσουν ιώσεις. Σε έντονες προσβολές μπορούν να προσβληθούν και οι καρποί. Για την πρόληψη τους συστήνονται η καθαριότητα εντός του χώρου του θερμοκηπίου, η κάλυψη του εδάφους του θερμοκηπίου με πλαστικό φύλλο για περιορισμό της εξόδου των νυμφών από έδαφος και προσβολής των φυτών της καλλιέργειας, η απολύμανση του εδάφους του θερμοκηπίου με ατμό και τέλος η καταστροφή των υπολειμμάτων της προηγούμενης καλλιέργειας και των ζιζανίων (πιθανών ξενιστών). Ο θρίπας της Καλιφόρνιας μπορεί να καταπολεμηθεί με τη χρήση κατάλληλων εντομοκτόνων όπως είναι τα συνθετικά πυρεθροειδή, spinosad, methiocard και acrinathrin.
Τετράνυχος
Οι Tetranychus urticae και Tetranychus turkestani είναι τα δύο βασικά είδη τετρανύχων που προσβάλλουν την αγγουριά. Η βαθιά άρωση πριν ξεκινήσει η καλλιέργεια καταστρέφει τις διαχειμάζουσες μορφές των τετρανύχων καθώς τις παραχώνει σε μεγαλύτερο βάθος, η αύξηση της απόστασης μεταξύ των φυτών για καλύτερο αερισμό, η καταστροφή των ζιζανίων γύρω από την καλλιέργεια και ο τακτικός έλεγχος της καλλιέργειας στα σημεία που έχουν υποστεί προσβολές. Για την καταπολέμησή τους μπορεί να χρησμοποιηθούν διάφορα ακαρεοκτόνα όπως είναι τα fenpyroximate, abamectin, bifenazate, fenazaquin.
Αφίδες
Οι αφίδες είναι σημαντικός εχθρός αγγουριάς. Τα είδη αφίδων που την προσβάλλουν κυρίως είναι η πράσινη αφίδα της ροδακινιάς (Myzus persicae), η ροζ αφίδα της πατάτας (Macrosiphum euphorbiae) και η Aulacorthum solani. Ο Μάιος είναι ο μήνας που τα πτερωτά άτομα του εντόμου ξεκινούν να προσβάλουν την αγγουριά στις υπαίθριες καλλιέργειες αγγουριάς. Η πρόληψη είναι πολύ σημαντική γι’αυτό και χρησιμοποιούνται υγιή φυτάρια κατά τη μεταφύτευση, κίτρινες κολλητικές παγίδες και αφαιρούνται οι προσβεβλημένοι βλαστοί (σε μικρή προσβολή). Για το βιολογικό έλεγχο των εντόμων εισάγουμε στην καλλιέργεια τα Aphidius ervi (σκεύασμα ERVIPAR) και Aphelinus abdominalis (σκεύασμα Aphilin) και σε έντονες προσβολές εισάγουμε το Aphidoletes aphidimyza (σκεύασμα Aphidend).
Νηματώδεις
Οι νηματώδεις είναι μικροσκοπικοί σκώληκες με μήκος 0,15cm, που βρίσκονται στο έδαφος και στη συνέχεια εισέρχονται μέσα στις ρίζες. Τα προληπτικά μέτρα που εφαρμόζονται είναι η χρήση υγιών φυταρίων κατά τη μεταφύτευση, οι καλλιεργητικές φροντίδες των φυτών να γίνονται πρώτα στα υγιή χωράφια και έπειτα στα προσβεβλημένα για αποφυγή καινούριας μόλυνσης. Η εφαρμογή της αμειψισποράς με φυτά που ανήκουν στην οικογένεια των κραμβοειδών λαχανικών (λάχανο, κουνουπίδι, κ.ά) ή στα βολβώδη λαχανικά (κρεμμύδι, σκόρδο, πράσο) βοηθάει στην καταπολέμηση επίσης. Για την αντιμετώπιση των νηματωδών χρησιμοποιείται η μέθοδος της ηλιοαπολύμανσης και μεταφυτευτικά νηματωδοκτόνα όπως τα oxamyl, ethoprophos. Επίσης η απολύμανση του εδάφους με υποκανιστικά φάρμακα, όπως το 1-3 διχλωροπροπένιο, metham sodium, metham potassium και dazomet είναι ιδιαίτερα αποδοτική.
Προσβολή λαιμού, ριζών και καρπών (Pythium και Phytophthora)
Κατά το φύτρωμα, οι σπόροι προσβάλλονται και εμφανίζουν μαλακή σήψη με αποτέλεσμα να παρατηρούνται κενές θέσεις στους δίσκους σποράς. Τα νεαρά φυτά εμφανίζουν σκουροπράσινη υδαρή κηλίδα με μαλακή σήψη κοντά στην επιφάνεια του εδάφους. Το υποκοτύλιο στην περιοχή της σήψης συρρικνώνεται και μαλακώνει και τα φυτά πίπτουν στο έδαφος πριν μαραθούν. Η σήψη προχωρά προς τη ρίζα και τα φυτά ξεραίνονται. Οταν υπάρχει υγρασία στην προσβεβλημένη περιοχή, εμφανίζεται λευκή εξάνθηση. Σε αναπτυγμένα φυτά αγγουριάς (στάδιο συγκομιδής) παρατηρείται απότομη μάρανση και σήψη του λαιμού ή των ριζών. Ο βλαστός συρρικνώνεται και στο τέλος το φυτό ξεραίνεται.
Αντιμετώπιση:
Σκληρωτινίαση (Sclerotinia sclerotiorum)
Τα στελέχη, τα φύλλα και οι καρποί είναι εκείνα που προσβάλλονται από σκληρωτινίαση. Οι προσβολές στα στελέχη είναι σοβαρότερες καθώς ξηραίνουν τα φυτά. Εμφανίζονται υδαρείς κηλίδες στα προσβεβλημένα μέρη που εξελίσσονται σε σήψεις (σχηματίζονται μικρά ή μεγάλα έλκη). Χαρακτηριστικό της ασθένειας είναι η ανάπτυξη πλούσιας λευκής εξάνθησης ανάμεσα στην οποία σχηματίζονται τα μαύρα σκληρώτια του παθογόνου. Σκληρώτια σχηματίζονται και μέσα στα στελέχη. Οι καρποί προσβάλλονται συνήθως από την κορυφή, όπου απομένουν τα υπολείμματα του άνθους, σαπίζουν και καλύπτονται από πλούσιο λευκό μυκήλιο και μαύρα σκληρώτια. Η μόλυνση είναι δυνατή να εμφανιστεί μετά την συλλογή, ειδικά όταν οι καρποί διατηρούνται σε χώρους με υγρασία και μη καλά αεριζόμενους.
Αντιμετώπιση:
Βερτισιλλίωση (Verticillium dahliae)
Τα συμπτώματα της βερτισιλλίωσης είναι ορατά κυρίως στα αναπτυγμένα φυτά μετά την καρπόδεση. Το παθογόνο εισέρχεται από τις ρίζες στα αγγεία του ξύλου και στη συνέχεια εξαπλώνεται τάχιστα σε όλο το μήκος του στελέχους. Στο έλασμα των κατώτερων φύλλων εμφανίζεται αρχικά χλώρωση μεταξύ των νευρώσεων και στη συνέχεια νέκρωση των χλωρωτικών ιστών. Τα συμπτώματα εμφανίζονται και στα νεότερα φύλλα. Τα φυτά μαραίνονται (ιδιαίτερα κατά τις θερμές ώρες της ημέρας) γίνονται καχεκτικά και τελικά μπορεί να ξεραθούν. Χαρακτηριστικό της ασθένειας είναι ο μεταχρωματισμός των αγγείων του ξύλου από τη ρίζα μέχρι ψηλά στο στέλεχος του φυτού. Ο μεταχρωματισμός αυτός είναι εντονότερος στους κόμβους του φυτού. Η εξέλιξη είναι αργή, αλλά στη φάση των φυτών με μεγάλο φορτίο είναι γρηγορότερη.
Αντιμετώπιση:
Σήψη ριζών και στελέχους (Fusarium oxysporum f. sp. radicis-cucumerinum):
Στα νεαρά φυτά παρατηρείται συνήθως στη μια πλευρά του βλαστού, που καλύπτεται από λευκοπορτοκαλί εξάνθηση του παθογόνου. Στα αναπτυγμένα φυτά παρουσιάζεται χλώρωση και αργότερα νεκρώσεις στα κατώτερα φύλλα, κιτρίνισμα των φύλλων και μάρανση. Συχνά παρατηρείται μονόπλευρο σκίσιμο στο κάτω μέρος του στελέχους. Εσωτερικά έχουμε καστανό μεταχρωματισμό των αγγείων του ξύλου στο λαιμό και στις ρίζες και στο τέλος στο στέλεχος παραμένουν μόνο τα αγγεία σαν νήματα. Η ρίζα παρουσιάζει σήψη και τα φυτά ξεραίνονται.
Αντιμετώπιση:
Αδροφουζαρίωση (Fusarium oxysporum f. sp. cucumerinum)
Ο μύκητας προκαλεί προφυτρωτικές και μεταφυτρωτικές τήξεις και αδρομύκωση στην αγγουριά. Στα νεαρά φυτά παρατηρείται απότομος μαρασμός, χωρίς προηγούμενο κιτρίνισμα των φύλλων. Στα αναπτυγμένα φυτά σημειώνεται κιτρίνισμα, μάρανση, που είναι εντονότερη τις πιο θερμές ώρες της ημέρας, και τέλος ξήρανση. Στα αγγεία του ξύλου εμφανίζεται καστανός μεταχρωματισμός, που διακρίνεται σε εγκάρσια ή σε κατά μήκος τομή του στελέχους ιδιαίτερα στο σημείο των κόμβων.
Αντιμετώπιση:
Ανθράκωση (Colletotrichum lagenarium)
Προσβάλλει όλα τα στάδια ανάπτυξης του φυτού ειδικότερα κατά την περίοδο της άνθησης και της καρποφορίας. Στα φύλλα εμφανίζονται κηλίδες κοντά στα νεύρα και επεκτείνονται στο έλασμα. Στην αρχή είναι πρασινωπές, προοδευτικά σκουραίνουν, γίνονται νεκρωτικές και καταλαμβάνουν μεγάλο μέρος του ελάσματος. Στους μίσχους και στο στέλεχος σχηματίζονται επιμήκεις κηλίδες, βυθισμένες που όταν περιβάλλουν το βλαστό προκαλούν την αποξήρανσή του. Στους καρπούς οι κηλίδες είναι κυκλικές, βυθισμένες, σκούρου χρώματος. Με υγρό καιρό οι κηλίδες γίνονται μαύρες και καλύπτονται από ρόδινες μάζες, που αποτελούνται από τις καρποφορίες του παθογόνου. Στο κέντρο των κηλίδων εμφανίζονται πολυάριθμα στίγματα μαύρα (καρποφορίες του παθογόνου). Αν προσβληθούν οι νεαροί καρποί προκαλείται παραμόρφωση ή καρπόπτωση.
Αντιμετώπιση:
Κλαδοσπορίωση (Cladosporium cucumerinum)
Προσβάλλει το φυτό σε όλα τα στάδια της ανάπτυξής του και τα συμπτώματα εμφανίζονται σε όλα τα υπέργεια μέρη του. Τα πρώτα συμπτώματα είναι ορατά στα φύλλα υπό μορφή πολυάριθμων, υδαρών, κιτρινοπράσινων κηλίδων μεταξύ των νεύρων, οι οποίες αργότερα γίνονται γκρι και συχνά περιβάλλονται από κίτρινη ζώνη. Τέλος οι νεκροί ιστοί αποκόπτονται από το φύλλο και σε αυτό εμφανίζονται οπές. Στο κέντρο των κηλίδων, με ευνοϊκές συνθήκες, εμφανίζονται οι ελαιοπράσινες καρποφορίες του μύκητα. Οι καρποί εκδηλώνουν αρχικά μικρές υδαρείς πληγές που μοιάζουν με νύγματα εντόμων. Οι πληγές μεγαλώνουν, βυθίζονται, σκουραίνουν και εκκρίνουν κιτρινοκαστανό κόμμι. Ευνοείται η δευτερογενής ανάπτυξη βακτηρίων με αποτέλεσμα την αποσύνθεση των καρπών. Σε συνθήκες υψηλής υγρασίας καλύπτονται από τις σκουροπράσινες βελούδινες καρποφορίες του μύκητα.
Αντιμετώπιση:
Αλτερναρίωση (Altenaria alternata f. sp. curcubitae)
Τα συμπτώματα εκδηλώνονται μόνο στα φύλλα. Στην αρχή εμφανίζονται νεκρωτικά στίγματα, που περιβάλλονται από χλωρωτικό περιθώριο, τα οποία προοδευτικά μεγαλώνουν σχηματίζοντας περίπου κυκλικές νεκρωτικές κηλίδες οι οποίες συνενούμενες μπορούν να καταλάβουν μεγάλο μέρος της επιφάνειας των φύλλων. Στις κηλίδες παρατηρείται καστανόμαυρη εξάνθηση που είναι η καρποφορία του μύκητα. Ακολουθεί η πτώση των φύλλων με αποτέλεσμα τα φυτά να δίνουν μικρότερους και λιγότερους καρπούς. Επίσης οι καρποί υποβαθμίζονται και ποιοτικά, λόγω πρόωρης ή ατελούς ωρίμανσης ή έκθεσης στον ήλιο.
Αντιμετώπιση:
Περονόσπορος (Pseudoperonospora cubensis)
Ο ψευδομύκητας προσβάλλει κυρίως τα φύλλα της αγγουριάς και σπάνια τα μέρη του άνθους και τους καρπούς. Στην αρχή προσβάλλει τα παλαιότερα φύλλα προχωρώντας στα νεότερα της κορυφής. Στην πάνω επιφάνεια του ελάσματος εμφανίζονται μικρές ανοικτοπράσινες κηλίδες, που αργότερα γίνονται χλωρωτικές έως έντονα κίτρινες. Οι κηλίδες περιορίζονται από τα νεύρα με αποτέλεσμα να γίνονται γωνιώδεις. Σε προχωρημένη προσβολή συνενώνονται και μπορούν να καταλάβουν μεγάλο μέρος του ελάσματος. Τα έντονα προσβεβλημένα φύλλα ξεραίνονται και συχνά πίπτουν, ενώ οι μίσχοι παραμένουν πράσινοι και προσκολλημένοι στο στέλεχος. Η παραγωγή του φυτού μειώνεται και οι καρποί υποβαθμίζονται, λόγω πρόωρης ή ατελούς ωρίμανσης ή λόγω ηλιοκαυμάτων. Σε συνθήκες υψηλής σχετικά υγρασίας στην κάτω επιφάνεια των φύλλων εμφανίζεται στις κηλίδες η μαύρη εξάνθηση του παθογόνου.
Αντιμετώπιση:
Ωίδιο
Προσβάλλουν όλα τα πράσινα μέρη του φυτού σχηματίζοντας πυκνές, υπόλευκες αλευρώδεις κηλίδες, που φέρουν εξανθήσεις αποτελούμενες από το μυκήλιο και τις αγενείς καρποφορίες του παθογόνου. Η προσβολή μπορεί να επεκταθεί σε ολόκληρο το έλασμα ή να καλύψει μεγάλο μέρος της επιφάνειας του βλαστού. Η ασθένεια ξεκινά από τα φύλλα της βάσης και μπορεί να καλύψει ολόκληρο το φυτό εκτός από την κορυφή. Τα προσβεβλημένα φύλλα ξεραίνονται και οι καρποί υποβαθμίζονται ποιοτικά, λόγω πρόωρης ή ατελούς ωρίμανσης. Η παραγωγή μειώνεται τόσο περισσότερο, όσο νωρίτερα άρχισε η προσβολή. Μερικές φορές πάνω στις εξανθήσεις εμφανίζονται σκούρα στίγματα , τα κλειστοθήκια, που είναι οι εγγενείς καρποφορίες των παθογόνων. Το ωίδιο προκαλούμενο από το ενδοπαρασιτικό είδος, σχηματίζονται μικρές γωνιώδεις κηλίδες και στην κάτω επιφάνεια του φύλλου εμφανίζεται λευκή εξάνθηση. Στα αρχικά στάδια της προσβολής τα συμπτώματα μοιάζουν με αυτά του περονόσπορου.
Αντιμετώπιση:
Τεφρά σήψη ή βοτρύτης ή βοτρυτίδα (Botrytis cinerea):
Προσβάλλει όλα τα υπέργεια μέρη προκαλώντας σήψη με σοβαρότερες ζημιές αυτές στα στελέχη. Η μόλυνση στο στέλεχος ξηραίνει το φυτό από το σημείο προσβολής και πάνω. Στα φύλλα παρουσιάζονται κηλίδες (πολλές φορές με μορφή συγκεντρωτικών κύκλων), που επεκτείνονται και δημιουργούν νεκρωτικές περιοχές. Στους καρπούς η προσβολή ξεκινάει από τα υπολείμματα του άνθους και καταλήγει στην πλήρη καταστροφή τους, λόγω σήψης. Η σήψη στους καρπούς μπορεί να εμφανιστεί και μετά τη συγκομιδή. Οι προσβεβλημένες περιοχές καλύπτονται από πολύ πλούσιο μυκήλιο γκρί χρώματος.
Αντιμετώπιση:
Μωσαϊκό της αγγουριάς (Cucumber mosaic virus, CMV).
Στα νεαρά φύλλα εμφανίζονται μικρές χλωρωτικές κηλίδες, οι οποίες περιορίζονται στο δίκτυο των νεύρων. Ακολούθως εμφανίζεται κίτρινο μωσαϊκό και παραμόρφωση των φύλλων. Παρατηρείται ανάσχεση της ανάπτυξης του φυτού και σημαντική μείωση της ανθοφορίας με σημαντικές επιπτώσεις στην παραγωγή. Μεταδίδεται κατά μη-έμμονο τρόπο με πάρα πολλά είδη αφίδων, και με το σπόρο ορισμένων φυτικών ειδών (δεν υπάρχουν ενδείξεις για μετάδοση με τον σπόρο ντομάτας).
Καταπολέμηση:
Για την καταπολέμησή του συνιστάται η χρήση ανθεκτικών υβριδίων για τα είδη που είναι διαθέσιμα, η απομάκρυνση των φυτών με συμπτώματα, η αποτροπή των αφίδων με δίχτυα, εντομοαπωθητικά φυτά, χρωματικές κατασκευές, η καταπολέμηση των αφίδων με ατοξικά ορυκτέλαια σε μικρές δόσεις ή σε συνδυασμό με εντομοκτόνα και η εξόντωση ζιζανίων και φυτών ξενιστών γύρω από το σπορεία και την καλλιέργεια.
Η καταπολέμηση των ζιζανίων γίνεται με σκαλίσματα όταν τα φυτά είναι μικρά, με βοτανίσματα, ζιζανιοκτονία και με χρήση εδαφοκάλυψης με μαύρο πλαστικό. Η χημική καταπολέμηση πρέπει να γίνεται 2 εβδομάδες πριν την μεταφύτευση. Η πιο συνηθισμένη μέθοδος είναι η εφαρμογή μαύρου πλαστικού εδαφοκάλυψης. Τα ζιζάνια που εμφανίζονται μεταξύ των γραμμών που καλύπτει το μαύρο πλαστικό καταστρέφονται με συνεχή σκαλίσματα ή φρεζαρίσματα.
Η σπορά του αγγουριού μπορεί να γίνει σε τέσσερις διαφορετικές περιόδους το χρόνο. Στις αρχές με μέσα Σεπτέμβρη όπου μεταφύτευση γίνεται μετά από 3-4 εβδομάδες, η συγκομιδή ξεκινά τον Νοέμβρη και η καλλιέργεια συνήθως τελειώνει στα τέλη του χειμώνα. Στα μέσα Οκτώβρη όπου μεταφύτευση γίνεται μετά από 3-4 εβδομάδες, η συγκομιδή ξεκινά το Νοέμβρη και η καλλιέργεια συνήθως τελειώνει στις αρχές με μέσα της άνοιξης. Στα μέσα με τέλη Ιανουαρίου όπου η μεταφύτευση γίνεται μετά από 3-4 εβδομάδες, η συγκομιδή ξεκινά τον Μάρτιο και η καλλιέργεια τελειώνει το καλοκαίρι. Στα μέσα της άνοιξης όπου η μεταφύτευση γίνεται μετά από 3-4 εβδομάδες και η συγκομιδή ξεκινά τον Ιούνιο με στόχο την παραγωγή το καλοκαίρι μέχρι τα μέσα φθινοπώρου.
Ο ρόλος του φωτός στις τελικές αποδόσεις της καλλιέργειας είναι σημαντικός καθώς για να λάβει χώρα η φωτοσύνθεση είναι απαραίτητη η ύπαρξή του. Με τη διαδικασία της φωτοσύνθεσης το φυτό παράγει ενέργεια για να συνεχίσει την ανάπτυξή του οπότε είναι απαραίτητη διαδικασία. Ο ρυθμός με τον οποίο γίνεται η φωτοσύνθεση δεν είναι αναλογικά με το φως αλλά συνδέεται. Ειδικά τους χειμερινούς μήνες που οι μέρες είναι μικρές, η επίδραση του χαμηλού φωτισμού φαίνεται και στην παραγωγή σχετιζόμενο με την παραγωγή υδατανθράκων.
Η φύτευση ξεκινά όταν τα φυτά αποκτήσουν 4 - 6 πραγματικά φύλλα (αυτό απαιτεί 10 - 12 ημέρες την περίοδο Αυγούστου - Σεπτεμβρίου). Κατά τη διαδικασία αυτή, τα φυτά πρέπει να μεταφέρονται προσεκτικά για να μη τραυματιστούν από το σπορείο στο θερμοκήπιο καθώς είναι ιδιαίτερα ευαίσθητα στους διάφορους χειρισμούς. Μεγάλη προσοχή πρέπει να δίνεται στα εδάφη που έχουν απολυμανθεί, ώστε να τηρούνται τα χρονικά όρια ασφαλείας με βάση το απολυμαντικό που που χρησιμοποιήθηκε και την εποχή που διενεργήθηκε.
Φυτεύονται σε ζεύγη γραμμών και κατεύθυνση από βορρά προς νότο, κάτω ακριβώς από τα σύρματα στήριξης. Οι αποστάσεις φυτών ζεύγους είναι 0,80m, δύο διαδοχικών ζευγών είναι 1,50 - 1,70m, επί της γραμμής 0,50m και η πυκνότητα φύτευσης 1.600 - 1.700 φυτά / στρέμμα. Στα θερμοκήπια όπου τα φυτά αναπτύσσονται κατακόρυφα, στηριζόμενα σε σπάγκους γίνεται φύτευση σε μικρότερες αποστάσεις από εκείνες των υπαίθριων καλλιεργειών (π.x 1 - 1,20 x 0,50).
Πάνω σε κάθε πλάκα πετροβάμβακα τοποθετούνται συνήθως 2 φυτά αγγουριού, σπανιότερα 4 . Ο αριθμός των φυτών ανά πλάκα καθορίζει τον τρόπο υποστύλωσης που θα ακολουθηθεί. Όταν φυτεύονται 2 φυτά ανά υπόστρωμα ακολουθείται το κλασικό σύστημα με ένα σύρμα υποστύλωσης πάνω από κάθε γραμμή φυτών. Όταν όμως τα φυτά είναι 4 ανά υπόστρωμα, συνήθως εφαρμόζεται το σύστημα V με δύο σύρματα πάνω από κάθε γραμμή φύτευσης και πρόσδεση των φυτών εναλλάξ, ένα στο δεξί και ένα στο αριστερό σύρμα. Όταν φυτεύονται 4 φυτά ανά υπόστρωμα η πυκνότητα φύτευσης δεν μεταβάλλεται.
Εκείνο που μεταβάλλεται είναι ο αριθμός των χρησιμοποιούμενων υποστρωμάτων ανά μονάδα καλλιεργούμενης επιφάνειας (πλάκες / στρέμμα) με συνέπεια το κόστος αγοράς υποστρωμάτων να μειώνεται κατά 50%. Σε αυτή τη περίπτωση δεν θα πρέπει να παραλείπονται οι κίνδυνοι που υφίστανται για την καλλιέργεια όταν ο όγκος υποστρώματος ανά φυτό μειώνεται τόσο πολύ. Η πυκνότητα φύτευσης συνήθως κυμαίνεται μεταξύ 1.600 -1.800 φυτών ανά στρέμμα. Μετά την εγκατάσταση της καλλιέργειας ξεκινάει η παροχή θρεπτικού διαλύματος ανά τακτά χρονικά διαστήματα στα φυτά. Η παροχή θρεπτικού διαλύματος γίνεται καθημερινά σε περισσότερες από μία δόσεις ( συνήθως 5 -12 ανά ημέρα) και σε μικρές ποσότητες κάθε φορά.
Κατά τη διάρκεια της καλλιέργειας οφείλεται να μεριμνάται ιδιαίτερα η υλοποίηση όλων των απαιτούμενων εργασιών (κλάδεμα, υποστύλωση, απομάκρυνση παλαιών και κατεστραμμένων φύλλων), για την καλή και αποδοτική ανάπτυξη των φυτών ενώ ιδιαίτερη έμφαση πρέπει να δίνεται και στη φυτοπροστασία. Αφότου εγκατασταθούν στις οριστικές θέσεις μπορούν να τοποθετηθούν κίτρινες παγίδες για τον έλεγχο των εχθρών τους του αλευρώδη και του φυλλορύκτη, καθώς και μπλε για έλεγχο του θρίπα.
Η ανάπτυξη του αγγουριού σε θερμοκήπια συναντάται κυρίως στην Κρήτη ( Τυμπάκι, Ιεράπετρα) και στην Πελοπόννησο (Ηλεία, Μεσσηνία, Λακωνία), σε μικρότερο ποσοστό στην Θεσσαλονίκη, σε νησιά, και άλλες περιοχές. Η καλλιέργεια του αγγουριού είναι σημαντική καθώς αποτελεί σημαντικό εξαγώγιμο προϊόν κυρίως στην κεντρική και βόρεια Ευρώπη, και σε άλλες χώρες όπως η Σαουδική Αραβία.
Το αγγούρι ακολουθεί μία εκμετάλλευση κοινή με όλα τα κηπευτικά. Στο αγγούρι της υπαίθρου υπάρχουν μέθοδοι για ψεκασμούς με drones, το οποίο με τη βοήθεια ενός χειριστή, μπορεί να περάσει πάνω από τον αγρό και να ψεκάσει συγκεκριμένα κομμάτια που έχουν ανάγκη. Αυτό μπορεί να ελεγχθεί μέσω χαρτογράφησης. Με αυτόν τον τρόπο θα δημιουργηθούν χάρτες με την καλλιέργεια σε ειδικά προγράμματα υπολογιστή, όπως το GIS, όπου μπορούν να εντοπιστούν οι ανάγκες με βάση την παραλλακτικότητα του χωραφιού. Κάμερες τοποθετημένες στα εναέρια μέσα ή αεροφωτογραφίες τραβηγμένες από δορυφόρο.
Ακόμα μέσω των κατάλληλων αισθητήρων μετρώνται οι δείκτες βλάστησης (πχ. NDVI και NDRE). Με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται καλύτερος έλεγχος της παραγωγής με πρόβλεψή της και συνάμα έλεγχο για πιθανές ελλείψεις στη λίπανση ή την άρδευση, όπως και για την ύπαρξη ασθενειών και ζιζανίων.
Πολλά χρήσιμα δεδομένα μπορούν να αποκτηθούν μετά από την τοποθέτηση ενός μετεωρολογικού σταθμού, ο οποίος μπορεί να συλλέγει δεδομένα για τον καιρό, την κατάσταση του εδάφους και του περιβάλλοντος.
Στην περίπτωση του αγγουριού θερμοκηπίου, υπάρχουν δύο κατηγορίες, συμβατικά και υδροπονικά θερμοκήπια, όπως προαναφέρθηκε. Σε κάθε περίπτωση, το περιβάλλον είναι πιο ελεγχόμενο, ούτως ώστε να υπάρχει μια αύξηση της απόδοσης. Μπορούμε να συναντήσουμε μεθόδους εντοπισμού ασθενειών μέσω φωτογραφιών όπου οχήματα μη επανδρωμένα (drones ή επίγεια που περνούν από πάνω ή δίπλα αντίστοιχα).
Επίσης, μιας και το αγγούρι χρειάζεται συχνή άρδευση, ιδιαίτερα τους θερμούς μήνες, αυτό σημαίνει ότι πρέπει να γίνεται πιο στοχευμένα, ούτως ώστε να μειωθεί η επιβάρυνση του περιβάλλοντος και να επέλθει εξοικονόμηση για τον αγρότη από την υπερχρήση του νερού. Αυτό κάνει ακόμα σημαντικότερο τον έλεγχο για στοχευμένες επεμβάσεις στις ανάγκες της καλλιέργειας του αγγουριού.
Η συλλογή όλων αυτών των δεδομένων μπορεί να αποθηκευτεί στο λεγόμενο Internet of Things, όπου σε βρίσκονται βάσεις δεδομένων με τα εκάστοτε χαρακτηριστικά της καλλιέργειας, στην προκειμένη περίπτωση του αγγουριού (υπαίθρου ή θερμοκηπίου), προκειμένου να ενημερώνεται ο αγρότης, σύμφωνα και με παλαιότερα δεδομένα δικά του, ή άλλων αγροτών της ίδιας περιοχής, για το ποιες αποφάσεις πρέπει να λάβει ώστε να επέμβει στο χωράφι του έγκαιρα και χωρίς υπερβολές.
Στην Νότιο Κορέα , υπάρχουν θερμοκήπια στα οποία ελέγχονται οι συνθήκες του περιβάλλοντος εξ’ αποστάσεως. Μέσω της ίδιας εφαρμογής ο αγρότης μπορεί να ελέγξει την ενέργεια που καταναλώνει με βάση τις συνθήκες που έχει επιβάλει στο θερμοκήπιο του και ακόμα και το ρυθμό ανάπτυξης του αγγουριού.
Στην Κίνα , εξερευνάται η αναγνώριση του αγγουριού και των ασθενειών του αυτόματα μέσω καμερών με τη βοήθεια του υπολογιστή, ούτως ώστε να είναι πιο ακριβής και να επέλθει η αναγκαία επέμβαση το συντομότερο δυνατό.
Στην Ελλάδα, ίσως να μην υπάρχει η δυνατότητα τόσων αυτοματισμών ακόμα, αλλά η χρήση εναέριων μέσων από ομάδες αγροτών μπορεί να επιφέρει μεγαλύτερες αποδόσεις, οικονομία στις χρήσεις νερού, θρεπτικών συστατικών, φαρμάκων και να πάει ένα βήμα παρακάτω τον αγροτικό κόσμο βοηθώντας τον να εξελιχθεί.
Η φύτευσή του μπορεί να γίνει σε πιο όψιμη περίοδο, τους μήνες Μάιο-Ιούνιο όπου η θερμοκρασία κυμαίνεται στους 20°C-25°C. Το φυτό ριζώνει απευθείας στο χώμα, προσαρμόζεται καλύτερα στις συνθήκες του περιβάλλοντος και δεν στρεσάρεται καθώς δεν υπάρχει η ανάγκη μεταφύτευσής του. Οι αποστάσεις φύτευσης είναι 50-70 εκατοστά μεταξύ των θέσεων φύτευσης και 1,50-1,70 μέτρα μεταξύ των γραμμών φύτευσης. Εναλλακτικά, εάν θέλετε να πάρετε τους καρπούς αργότερα, μπορείτε να πάρετε έτοιμο το φυτό από το φυτώριο της περιοχής σας και να το μεταφυτεύσετε απευθείας στο χωράφι.
Σήμερα σχεδόν αποκλειστικά επιλέγονται θηλυκές ποικιλίες (παρθενοκαρπικές). Μπορούμε να επιλέξουμε είτε μικρόκαρπες είτε μεγαλόκαρπες ποικιλίες.
Μια γνωστή μικρόκαρπη ποικιλία είναι τα αγγούρια Κνωσού. Με καταγωγή από το Ηράκλειο Κρήτης αναπτύσσονται περίπου δύο μήνες από την ημέρα σποράς τους και η συγκομιδή τους γίνεται όταν γίνονται σφιχτά και παίρνουν χαρακτηριστικό σκουροπράσινο χρώμα. Προτείνεται να γίνεται η συγκομιδή τους καθημερινά, για περίπου έναν με ενάμιση μήνα ώστε να παράγουν συνεχώς νέους καρπούς.
Τα Καλυβιώτικα αγγούρια είναι επίσης μια πολύ γνωστή μεγαλόκαρπη ποικιλία που μπορούμε να επιλέξουμε. Δίνει πολύ εύγευστο καρπό, είναι κατάλληλο για καλοκαιρινές, υπαίθριες καλλιέργειες, συγκομίζεται όταν αποκτήσει το χαρακτηριστικό σκούρο πράσινο χρώμα του.
Η υποστύλωση είναι απαραίτητη πρακτική για να έχουμε καλύτερη ανάπτυξη των φυτών, καθώς και για την πρόληψη προσβολών. Όταν σε ένα φυτό δοθεί στήριξη τότε έρχονται σε καλύτερη επαφή με τον ήλιο, έχουν καλύτερο αερισμό και δεν έρχεται σε άμεση επαφή με το έδαφος με αποτέλεσμα να πραγματοποιείται καλύτερα η διαδικασία της φωτοσύνθεσης και να μην δημιουργείται ιδανικό περιβάλλον για την ανάπτυξη ασθενειών και τις προσβολές από εχθρούς Επίσης, εάν το φυτό έρθει σε επαφή με το έδαφος υπάρχει μεγάλη πιθανότητα, λόγω του νερού που ρίχνουμε κατά τη διάρκεια του ποτίσματος να σαπίζουν οι καρποί και τα φύλλα. Οι αγγουριές μας μπορούν να αναρριχηθούν κατακόρυφα με σπάγκο ή σε στύλο.
Επιλέγουμε γλάστρες σχετικά μεγάλες με διάμετρο τουλάχιστον 30 εκατοστά και ύψος 25 με 30 εκατοστά και στο κάτω μέρος να έχει τρύπες αποστράγγισης. Εάν η γλάστρα έχει ξαναχρησιμοποιηθεί θα πρέπει πρώτα να πλυθεί με ζεστό νερό και λίγο σαπούνι καθώς μπορεί να έχουν μείνει τα αυγά εντόμων από το προηγούμενο φυτό. Προμηθευόμαστε ειδικό φυτόχωμα για λαχανικά, πλούσιο σε οργανική ουσία από το εμπόριο. Δεν προτιμάται η χρήση απλού χώματος κήπου γιατί είναι φτωχό έδαφος και δεν θα βοηθήσει την ανάπτυξη της καλλιέργειας. Έπειτα, θα πρέπει να γίνει ανάμιξή του με οργανικό λίπασμα βραδείας αποδέσμευση για να παρέχουμε στο φυτό όσα θρεπτικά χρειάζεται. Πριν την φύτευση τοποθετείται πρώτα πάσσαλος για να μπορέσει να αναρριχηθεί το φυτό. Εάν επιλέξετε να μεγαλώσετε από την αρχή την αγγουριά, προμηθευτείτε σπόρο αγγουριού που επιθυμείτε, φυτέψτε το πολύ 3 σπόρους ανά γλάστρα και όταν φυτρώσουν θα επιλέξετε να αφήσετε τον πιο εύρωστο.
Την περίοδο της άνοιξης ποτίζουμε τις αγγουριές μας κάθε 2-3 ημέρες. Τους καλοκαιρινούς μήνες ποτίζουμε κάθε μία ή δύο ημέρες. Προσέχουμε να μην βρέχουμε τα φύλλα των φυτών μας γιατί ευνοείται η ανάπτυξη μυκητολογικών ασθενειών. Επιλέγουμε στο σύστημα της στάγδην άρδευσης για οικονομία νερού αλλά και για να μην έχουμε ανάπτυξη ζιζανίων.
Πριν την εγκατάσταση των φυτών προσθέτουμε στο έδαφος πλήρες σύνθετο λίπασμα πλούσιο σε οργανική ουσία. Σε όλη τη διάρκεια της ανάπτυξης των φυτών προσθέτουμε λίπασμα, είτε υγρό είτε σε κόκκους κάθε μία με δύο εβδομάδες. Μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε και βιολογικά λιπάσματα, όπως κοπριά αλλά και βιολογικά σκευάσματα που κυκλοφορούν στο εμπόριο. Μην ξεχνάμε ότι η αγγουριά έχει ανάγκη από προσθήκη σιδήρου.
Συγκομίζουμε τα αγγούρια όσο είναι ακόμα νεαρά, μέσα στο καλοκαίρι. Συνήθως, ο καρπός είναι έτοιμος να τον συγκομίσουμε 60 ημέρες μετά τη φύτευση.