Τα φυτά πρώτα μεγαλώνουν μέσα σε σπορεία σε ειδικές συνθήκες ανάπτυξης. Η μελιτζάνα στα φυτώρια κατά κανόνα σπέρνεται είτε σε κυψελωτούς δίσκους είτε σε κύβους υποστρώματος. Η θερμοκρασία φυτρώματος κυμαίνεται από 20-30°C, με άριστη τους 25°C. Ο χρόνος φυτρώματος στις παραπάνω θερμοκρασίες είναι 5-13 ημέρες και η
θερμοκρασία ανάπτυξης στο φυτώριο κυμαίνεται από 20-25°C την ημέρα και 16-20°C τη νύχτα. Η μελιτζάνα θεωρείται το πιο απαιτητικό φυτό από τα σολανώδη σε θερμοκρασία. Όταν το φυτό αποκτήσει το επιθυμητό μέγεθος περίπου 4 πραγματικά φύλλα και καλό ριζικό σύστημα μεταφυτεύεται στην τελική του θέση.
Το στάδιο της μεταφύτευσης ξεκινά όταν τα σπορόφυτα έχουν ύψος περίπου 15cm και έχουν εμφανίσει 4-5 πραγματικά φύλλα. Η απαιτούμενη θερμοκρασία εδάφους κυμαίνεται στους 18-20°C. Μπορεί να φυτευτούν 1500-2400 φυτά, ανάλογα με τον αριθμό των βλαστών ανά φυτό (συνήθως 2-4 σπανιότερα 1), σε διπλές γραμμές 50cm μεταξύ των διπλών γραμμών, 100cm το πλάτος των διαδρομών και 50cm στη γραμμή φύτευσης. Αν θέλουμε να εξοικονομήσουμε ενέργεια μπορούμε να καθυστερήσουμε τη μεταφύτευση.
Ο εμβολιασμός των φυταρίων μελιτζάνας γίνεται για τον έλεγχο του μύκητα βερτιτσίλιο και του μύκητα που προκαλεί σηψηριζία. Επίσης, δημιουργούν πρόβλημα οι κομβονηματώδεις οι οποίοι αντιμετωπίζονται κυρίως μέσω ανθεκτικών φυτών. Τα πιο συνηθισμένα υποκείμενα που υπάρχουν είναι το Solanum lycopersicum x Solanum habrochaites (KVFN), το S. sisymbrifolium , S. torvum και τέλος το S. integrifolium. Οι τρόποι με τους οποίους μπορεί να γίνει εμβολιασμός στην μελιτζάνα είναι δύο. Ο πρώτος είναι με προσέγγιση τομών και ο δεύτερος με σχιστό εμβολιασμό.
Οι ανάγκες σε νερό μιας καλλιέργειας μελιτζάνας διαφέρουν και εξαρτώνται από την ανάπτυξη των φυτών, τον τύπο του εδάφους και τις κλιματολογικές συνθήκες. Η μέθοδος του ποτίσματος θα πρέπει να δίνει την ακριβή ποσότητα νερού σε συνδυασμό με υδρολίπανση. Το πότισμα στάγδην με τοποθέτηση σταλακτηφόρων σωλήνων είναι το πιο αποδοτικό. Ενδεικτικά, έχει υπολογιστεί ότι οι ανάγκες σε νερό μιας καλλιέργειας μελιτζάνας κυμαίνονται 380-594 m3 /στρέμμα. Η ελλιπής άρδευση επηρεάζει αρνητικά το χρώμα των καρπών και μειώνει τις αποδόσεις, όπως επίσης και η υπερβολική άρδευση. Η μελιτζάνα αντέχει περισσότερο στην ξηρασία σε σχέση με την τομάτα και την πιπεριά. Η πιo ασφαλής πρακτική είναι τα συχνά ποτίσματα σε μικρές δόσεις, ειδικά στην περίοδο γεμίσματος του καρπού, δηλαδή το καλοκαίρι.
Η καλή θρέψη του φυτού βοηθάει στην καλύτερη ανάπτυξή του και κατ’ επέκταση στην αύξηση της παραγωγής. Στον παρακάτω πίνακα παρατίθενται η αξία των διαφόρων θρεπτικών στοιχείων στην ανάπτυξη του φυτού της μελιτζάνας.
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
Η μελιτζάνα είναι απαιτητικό φυτό ως προς τα θρεπτικά στοιχεία και γι’ αυτό και είναι απαραίτητη η ανάλυση εδάφους και η φυλλοδιαγνωστική. Πιο συγκεκριμένα έχει ανάγκη από οργανική ουσία, άζωτο, φωσφόρο, κάλιο και μαγνήσιο. Από τη βασική λίπανση ο παραγωγός πρέπει να δώσει το 50-80% των στοιχείων αυτών και με επιφανειακή λίπανση προστίθενται τα υπόλοιπα στοιχεία.
Ιδιαίτερη προσοχή χρήζει η αναλογία Ν προς Κ, καθώς το άζωτο είναι απαραίτητο κατά τη βλαστική ανάπτυξη και το κάλιο κατά την καρποφορία. Επίσης, είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη η καλλιέργεια στην έλλειψη μαγνησίου.
Πριν αποφασιστεί το πρόγραμμα λίπανσης που θα ακολουθήσει ο παραγωγός θα πρέπει να γίνει εδαφολογική ανάλυση. Τα αποτελέσματα για το κάθε έδαφος είναι τελείως διαφορετικά και για τον λόγο αυτό δεν μπορεί να υπάρξει μία σωστή συνταγή που θα ακολουθήσουν όλοι οι παραγωγοί. Όσες τιμές αναφέρονται παρακάτω είναι ενδεικτικές για να γνωρίζει περίπου ο παραγωγός τι αναμένει.
Πριν τη φύτευση κατά την προετοιμασία του εδάφους γίνεται η βασική λίπανση, κατά την οποία ενσωματώνονται η κοπριά και τα χημικά λιπάσματα σε δόσεις: 3-4 τόνους κοπριά/στρέμμα, 0-48-0 σε ποσότητα 80 κιλά/στρέμμα, 0-0-48 σε ποσότητα 60 κιλά/στρέμμα και 21-0-0 σε ποσότητα 30 κιλά/στρέμμα.
Στη συνέχεια 2-3 εβδομάδες μετά τη μεταφύτευση ξεκινά η επιφανειακή λίπανση μέσω του συστήματος άρδευσης. Στις λιπάνσεις αυτές τα λιπαντικά στοιχεία άζωτο, φώσφορο, κάλιο δίνονται στην καλλιέργεια ανάλογα με τις ανάγκες και το στάδιο. Εφαρμόζονται 10-12 περίπου επιφανειακές λιπάνσεις. Όταν τα φυτά έχουν μεγάλο φορτίο καρπών γίνονται και διαφυλλικοί ψεκασμοί με όλα τα στοιχεία.
Όταν τα φυτά φτάσουν το ύψος των 30cm, δένεται το κεντρικό στέλεχος με σπάγκο. Όταν το πρώτο άνθος εμφανιστεί, αναδύονται και οι πρώτοι δυνατοί πλευρικοί βλαστοί. Ανάλογα με το πόσους βλαστούς θα κρατήσουμε τους δένουμε κάθε ένα χωριστά από τα οριζόντια σύρματα. Τους υπόλοιπους τους αφαιρούμε, όταν ακόμη είναι μικροί. Σε ανοιξιάτικη φύτευση, αν κρατήσουμε πάνω από 3 βλαστούς ανά φυτό, έχουμε οψίμιση της παραγωγής, μικρότερους καρπούς, αλλά μεγαλύτερη συνολική παραγωγή. Αν εφαρμόσουμε το μονοστέλεχος σύστημα, έχουμε τα αντίθετα αποτελέσματα και βέβαια φυτεύουμε περισσότερα φυτά / στρέμμα.
Η αφαίρεση των βλαστών 2ης τάξης στις κορυφές των κρατηθέντων βλαστών επαναλαμβάνεται μία φορά την εβδομάδα και ταυτόχρονα γίνεται περιέλιξη των βλαστών που κρατήθηκαν γύρω από τους σπάγκους. Επίσης, την ίδια στιγμή αφαιρούνται και 1-2 μικρά φύλλα που βρίσκονται πολύ κοντά στη αναπτυσσόμενη κορυφή του κάθε βλαστού, ώστε να μειωθεί αργότερα η πυκνότητα των φύλλων και να διευκολύνεται ο φωτισμός και ο εξαερισμός.
Κατά την εβδομαδιαία περιποίηση των φυτών πραγματοποιείται και η αφαίρεση των δευτερευόντων ανθέων σε κάθε θέση καρποφορίας. Επίσης, αφαιρείται η ξηρά στεφάνη από τους καρπούς που βρίσκονται σε εξέλιξη για να μειωθεί ο κίνδυνος προσβολής του καρπού από βοτρύτη, καθώς η ξηρά στεφάνη συγκρατεί νερό.
Η αποφύλλωση αποτελεί αναγκαία διαδικασία, ξεκινά 3-4 εβδομάδες μετά τη μεταφύτευση και επαναλαμβάνεται κάθε 2 περίπου εβδομάδες. Σκοπός της είναι η μείωση της πυκνότητας των φύλλων, ώστε να φθάνει ικανοποιητικό φως στα αναπτυσσόμενα άνθη. Η συγκομιδή των καρπών γίνεται επίσης πιο εύκολα, και ο αερισμός γίνεται πιο αποτελεσματικά και αποτρέπεται ο κίνδυνος προσβολής από βοτρύτη. Όταν γίνεται η αποφύλλωση, κάθε πλάγιος βλαστός που εμφανίζεται χαμηλά στη βάση του φυτού πρέπει να αφαιρείται. Εκτός από τις περιπτώσεις όπου τα φυτά έχουν αναπτυχθεί αρκετά και οι κορυφές τους έχουν φτάσει το οριζόντιο σύρμα και οι βάσεις του φυτού είναι άδειες, τότε μπορεί να αφεθούν μερικοί πλάγιοι βλαστοί στο κάτω μέρος για να παράγουν καρπούς.