Το καρπούζι (Citrullus lanatus) είναι ετήσιο, έρπουσας ανάπτυξης, αναρριχώμενο με βαθύ ριζικό σύστημα φυτό. Είναι αγαπητό για τον γευστικό καρπό του και από τα πιο ευρέως καλλιεργούμενα φυτά στον κόσμο. Προήλθε από την νότια Αφρική και σήμερα καλλιεργείται στις περισσότερες περιοχές του κόσμου , καλύπτοντας το 6,8% της παγκόσμιας έκτασης που αφιερώνεται στην παραγωγή λαχανικών. Η παγκόσμια παραγωγή το έτος 2021 ανήλθε στους 100.414.933 τόνους. Οι κυριότερες χώρες παραγωγής είναι η Κίνα, το Ιράν, η Τουρκία, η Ινδία και η Βραζιλία.
Στη χώρα μας η καλλιέργεια καρπουζιού καταλαμβάνει έκταση 96 χιλ. στρεμμάτων με παραγωγή 630 χιλιάδες τόνους για το έτος 2021.
Φύλλα: είναι μεγάλα και διαιρούνται σε 3-4 λοβούς.
Βλαστοί: μακριοί μέχρι 2-4 μέτρα ή και περισσότερο μέχρι 6 μέτρα. Είναι λεπτοί, διακλαδιζομενοι. Επί των βλαστών αναπτύσσονται διακλαδωμένοι έλικες.
Ρίζα: το ριζικό σύστημα είναι εκτεταμένο αλλά σχετικά επιφανειακό. Ο μεγαλύτερος όγκος αναπτύσσεται στα επιφανειακά 60 εκατοστά του εδάφους.
Άνθη: είναι σχετικά μονήρη μικρά και φέρονται στις μασχάλες των φύλλων, στους κόμβους των βλαστών.
Καρπός: ράγα ή πέπων, σφαιροειδής ή επιμήκης, ωοειδής ή κυλινδρικός, με χοντρό αλλά και εύθραυστο φλοιό και με βάρος το οποίο κυμαίνεται από 2 έως 12 κιλά.
Το καρπούζι είναι φυτό θερμής εποχής. Απαιτεί τουλάχιστον 4 μήνες περίοδο υψηλών θερμοκρασιών με μέση θερμοκρασία μεγαλύτερη από 21 °C. Καλλιεργείται σε τροπικές και υποτροπικές περιοχές. Άριστες μέσες θερμοκρασίες κατά τη διάρκεια της ημέρας 30 °C και της νύχτας 20 °C.
Αποδίδει καλύτερα σε εδάφη ελαφρά έως μέσης σύστασης, γόνιμα, βαθιά, πλούσια σε οργανική ουσία, να συγκρατούν καλά την υγρασία, αποστραγγιζόμενα και αεριζόμενα. Για πρώιμη καλλιέργεια προτιμώνται τα ελαφρά αμμώδη εδάφη. Προτιμά τα όξινα εδάφη με pH 5,5-6,5 και δεν αποδίδει στα αλκαλικά εδάφη.
Early crimara F1: Μεσοπρώιμο υβρίδιο, σχήματος οβάλ. Έχει εξαιρετική ποιότητα καρπού και υψηλή παραγωγικότητα. Ο καρπός που παράγεται είναι κόκκινου έντονου χρώματος και έχει μια πολύ γλυκιά γεύση. Το φυτό έχει πλούσιο φύλλωμα, που παρέχει επαρκή προστασία στους καρπούς από’ τον ήλιο. Είναι κατάλληλο τόσο για υπαίθρια καλλιέργεια, όσο και για πρώιμη θερμοκηπιακή.
Early samanta F1: Πρώιμη παραγωγή, με βάρος καρπού 11-14 Kg. Το χρώμα του φλοιού είναι γυαλιστερό, με χοντρές ρίγες σκούρου πράσινου χρώματος, που του προσδίδουν μια πολύ ελκυστική εμφάνιση. Παράγει καρπούς, εξαιρετικού κόκκινου χρώματος, με λίγα σπόρια και πολύ καλής γεύσης. Αποτελεί άριστη λύση για την υπό κάλυψη καλλιέργεια των πρώιμων περιοχών και για εξαγωγή.
Samanta F1: Μεσοπρώιμο υβρίδιο, με μέσο βάρος καρπού 13-16 kg. Το φυτό που παράγεται είναι πολύ εύρωστο με φύλλωμα καλής ανάπτυξης που καλύπτει άριστα τους καρπούς. Ο καρπός που παράγεται είναι γυαλιστερός και έχει μεγάλες ρίγες σκούρου πράσινου χρώματος. Το χρώμα της σάρκας είναι έντονου κόκκινου χρώματος και έχει γλυκιά και πολύ καλή γεύση. Το υβρίδιο αυτό συνδυάζει την πολύ καλή εξωτερική εμφάνιση και την ομοιομορφία των καρπών.
Maradiso F1: Μεσοόψιμο υβρίδιο τύπου στην κλάση του υβριδίου Samanta F1. Το φυτό που παράγεται είναι ζωηρό και το φύλλωμά του καλύπτει καλά τους καρπούς. Ο καρπός του είναι κυλινδρικός, ελαφρώς πιο επιμήκης από το τυπικό οβάλ σχήμα με ρίγες ανοιχτού πράσινου χρώματος και βάρος 14-20 Kg. Έχει σάρκα έντονου κόκκινου χρώματος και πολύ γλυκιά γεύση εξαιτίας της υψηλής περιεκτικότητας σε σάκχαρα.
Prismatica F1: Μεσοόψιμο υβρίδιο σχήματος οβάλ που παράγει καρπούς με λαμπερό εξωτερικό χρώμα και πλατιά πράσινη ρίγα. Το φύλλωμα του φυτού είναι ζωηρό και καλύπτει πολύ καλά του καρπούς. Ο καρπός εσωτερικά στην πλήρη ωρίμανση αποκτά ένα χρώμα έντονο κόκκινο και το βάρος του είναι από 12-15 kg. Το κύριο χαρακτηριστικό του υβριδίου είναι η εντυπωσιακή εμφάνισή του.
Vindex F1: Το υβρίδιο αυτό είναι ένα οβάλ καρπούζι μεγάλου μεγέθους με σάρκα πολύ σκούρα κόκκινη και εξαιρετικά καλή γεύση λόγω του μεγάλου ποσοστού σακχάρων. Το φυτό είναι αρκετά ζωηρό και ταυτίζεται εύκολα με όλα τα υποκείμενα. Το βάρος των καρπών είναι 10-12 kg και το σχήμα είναι ομοιόμορφο με σκούρες πράσινες ρίγες. Κατάλληλο για καλλιέργεια υπό κάλυψη αλλά και υπαίθρια. Παρουσιάζει μεγάλη ανθεκτικότητα στο φουζάριο. Εξαιρετικό για παραγωγή πρώτης ποιότητος καρπών για την πρώιμη καλλιέργεια.
Charleston grey: Μεσοπρώιμη ποικιλία με σχήμα βαρέλας. Ο καρπός που παράγεται είναι ανοιχτοπράσινου χρώματος και η σάρκα λαμπερού κόκκινου χρώματος βάρους 13-16 kg. Ανθεκτικό στην ανθράκωση.
Crimson sweet: Πρόκειται για την πιο διαδεδομένη καλλιεργούμενη ποικιλία στην Ελλάδα η οποία είναι ιδιαίτερα παραγωγική και δίνει καρπούς ριγωτούς, σχήματος στρογγυλού προς οβάλ, βάρους 12-15 κιλών. Κατάλληλη για μεταφορές, με ανθεκτικότητα στην ανθράκωση.
Sugar baby: Πρώιμη ποικιλία με καρπό στρογγυλό, βάρους 3-5 κιλών, χρώματος σκούρου πράσινου (σχεδόν μαύρου) και πολύ γλυκό. Ανθεκτικό στις μεταφορές.
Esmeralda F1: Πρώιμο μίνι υβρίδιο, που δίνει καρπούς βάρους περίπου 5 Kg. Το φυτό που παράγεται είναι πολύ εύρωστο με πλούσιο σκούρο φύλλωμα που καλύπτει πολύ καλά τους καρπούς. Ο καρπός του είναι στρογγυλός με σκούρο πράσινο χρώμα ρίγας, γενικά πιο σκούρο από την εμφάνιση του Crimson sweet.
Ingrid F1: Εξαιρετικό υπέρ πρώιμο mini καρπούζι τύπου dragon (στρογγυλό) ανοιχτοπράσινο με λεπτή κατσαρή σκουρόχρωμη ρίγα και μέσο βάρος καρπού 3-6 Kg. Το εσωτερικό χρώμα είναι έντονο κόκκινο με λίγα σπόρια μαύρου χρώματος. Δεν είναι άσπερμο και έτσι η καλλιέργειά του είναι πανομοιότυπη με αυτή του μεγάλου καρπουζιού. Διακρίνεται για την εξαιρετική του γεύση και το έντονο άρωμά του.
Cleopatra F1: Μεσοπρώιμο καρπούζι κυλινδρικού σχήματος. Παρουσιάζεται ομοιομορφία στους καρπούς με βάρος 10-14kg. Η σάρκα είναι συνεκτική, σκούρου κόκκινου χρώματος, εξαιρετικά γευστική. Ο φλοιός είναι γυαλιστερός, μέτριου πάχους (κατάλληλο για μεταφορές), ενώ παρουσιάζεται μέτρια παρουσία σπόρων.
Galaxy: Μεσοπρώιμη ποικιλία καρπουζιού, ο καρπός είναι στρογγυλός με βάρος 12-15 kg. Η σάρκα είναι κόκκινη, τραγανή με ωραία γλυκιά γεύση και παρουσιάζει αντοχή στις μεταφορές.
Obla F1: Είναι υβρίδιο τύπου "Crimson sweet", μεσοπρώιμο, παραγωγικό, ανθεκτικό στην ανθράκωση και τη φουζαρίωση. Οι καρποί είναι ομοιόμορφοι, με χρώμα σάρκας βαθύ κόκκινο, γλυκιά γεύση χωρίς ίνες. Το μέσο βάρος του καρπού είναι 12Kg και διατηρεί τα χαρακτηριστικά του για αρκετό χρονικό διάστημα μετά τη συγκομιδή.
Crisby F1: Φυτό μέτριας ζωηρότητας, με αρκετό φύλλωμα πολύ πρώϊμο με αντοχή στις χαμηλές θερμοκρασίες με ή χωρίς εμβολιασμό κατάλληλο για καλλιέργεια σε θερμοκήπια, χαμηλά σκέπαστρα και υπαίθριες καλλιέργειες. Καρπός σφαιρικός - ωοειδής τυπου "Crimson sweet" με φλούδα ταινιωτή μετρίου πάχους και με μέσο βάρος καρπού 7 - 10kg. Σάρκα τραγανή, γλυκιά με βαθύ κόκκινο χρώμα και με μικρούς μαύρους σπόρους. Καρπός κατάλληλος για εξαγωγή και για την ντόπια αγορά. Αντέχει στις μεταφορές.
Στην Ελλάδα, η εγκατάσταση μιας καλλιέργειας καρπουζιάς ξεκινά με τη μεταφύτευση εμβολιασμένων ή μη φυτών τα οποία προετοιμάζονται σε φυτώρια. Η σπορά ξεκινά από τον Ιανουάριο και μερικές φορές από το τέλους Δεκεμβρίου. Η μεταφύτευση ξεκινά από τα μέσα Φεβρουαρίου κάτω από προσωρινή προστασία σε χαμηλά σκέπαστρα. Οι ημερομηνίες αυτές αφορούν την παραγωγή πρώιμων καρπουζιών. Όταν τα φυτά προστατεύονται σε χαμηλά τούνελ κατά τη μεταφύτευση, αυτή η προστασία αφαιρείται μόλις παρέλθουν οι χαμηλές θερμοκρασίες.
Η καρπουζιά όπως και τα υπόλοιπα κολοκυνθοειδή, όταν καλλιεργούνται ως υπαίθριες καλλιέργειες, εγκαθίστανται όταν περάσουν οι κίνδυνοι παγετών. Η προετοιμασία του εδάφους ξεκινά το φθινόπωρο ή στις αρχές του χειμώνα με ένα βαθύ όργωμα και δημιουργία σβόλων για αερισμό τους εδάφους. Τέλος, η προετοιμασία περιλαμβάνει φρεζάρισμα για αφρατοποίηση του εδάφους. Σήμερα η φύτευση των φυτών γίνεται σε επίπεδο έδαφος, αφού προηγηθεί εδαφοκάλυψη της γραμμής φύτευσης με μαύρο συνήθως πλαστικό.
Η εδαφοκάλυψη γίνεται κυρίως με μαύρο και λιγότερο με διαφανές πλαστικό. Στην Ελλάδα το 70% των καλλιεργητών χρησιμοποιούν μαύρο πλαστικό πλάτους 120 εκατοστών και το 30% πλαστικό πλάτους 160 εκατοστών. Η τοποθέτηση σήμερα του πλαστικού γίνεται ειδικά μηχανήματα, που σύρονται από τον ελκυστήρα. Μέρος του πλαστικού, οι δύο άκρες θάβονται στο έδαφος. Κάτω από το πλαστικό τοποθετούνται τα λάστιχα ποτίσματος της στάγδην άρδευσης.
Οι αποστάσεις φύτευσης κυμαίνονται ανάλογα με την ποικιλία ή το υβρίδιο, το μήκος των βλαστών, εάν θα μεταφυτευθούν εμβολιασμένα ή αυτόριζα. Ενδεικτικά, αναφέρεται ότι:
Παραδείγματος χάρη, οι αποστάσεις φύτευσης οι οποίες χρησιμοποιούνται στις περιοχές της Τριφυλίας όπου καλλιεργούνται εκτάσεις για πρώιμη παραγωγή και εξαγωγή είναι 300-350 μεταξύ των γραμμών φύτευσης και 100-120 εκατοστά επί της γραμμής.
Στην Ελλάδα η μεταφύτευση γίνεται με το χέρι αφού ανοιχτεί τρύπα με ειδικό εργαλείο δια μέσου του πλαστικού κάλυψης, στη θέση που θα φυτευτεί το φυτό και σκεπάζεται με χώμα. Σε χώρες όπου μεταφυτεύονται μεγάλες εκτάσεις εφαρμόζεται και μεταφύτευση με μηχανές.
Η καρπουζιά είναι αρδευόμενη καλλιέργεια. Απαιτούνται συχνές αρδεύσεις με αρκετές ποσότητες νερού. Η ποσότητα και η συχνότητα του ποτίσματος εξαρτάται από τον τύπο του εδάφους, τις θερμοκρασίες που επικρατούν και το στάδιο που βρίσκεται η καλλιέργεια.
Μέθοδοι άρδευσης
Οι εφαρμοζόμενες μέθοδοι άρδευσης σε διεθνές επίπεδο είναι: αυλάκι, καταιονισμός, κατάκλιση και στάγδην άρδευση. Σήμερα η πιο διαδεδομένη και αποκλειστική μέθοδος άρδευσης στην Ελλάδα είναι η στάγδην. Η μέθοδος στάγδην πλεονεκτεί, επειδή τα φυτά εγκαθίστανται σε μεγάλες αποστάσεις μεταξύ και επί των γραμμών και η εδαφοκάλυψη με πλαστικό η οποία εφαρμόζεται με τους σωλήνες της στάγδην άρδευσης να τοποθετούνται κάτω από το πλαστικό, αποτελούν ένα ιδανικό συνδυασμό άρδευσης. Πρόσθετα η μέθοδος αυτή συνδυάζεται άριστα με την επιφανειακή λίπανση μέσω του νερού άρδευσης (υδρολίπανση). Κατά τη διάρκεια της ωρίμανσης διατηρείται υπερβολική υγρασία στο έδαφος, μειώνεται η συγκέντρωση των σακχάρων και επηρεάζεται αρνητικά η ανάπτυξη του αρώματος. Χρειάζεται προσοχή στην άρδευση της καρπουζιάς κατά την ωρίμανση.
Ανάγκες σε νερό
Στις πρώιμες καλλιέργειες, οι οποίες ξεκινούν με προστασία σε χαμηλά σκέπαστρα, οι ανάγκες σε νερό με τη μέθοδο της στάγδην άρδευσης ανέρχονται περίπου στα 222 m³ /στρέμμα. Στις καλλιέργειες κανονικής εποχής οι ανάγκες ανέρχονται περίπου στα 510 m³/στρέμμα. Αναφορικά με την συχνότητα άρδευσης εμπειρικά αναφέρεται ότι, όταν επικρατούν χαμηλές θερμοκρασίες, οι αρδεύσεις επαναλαμβάνονται κάθε 3-4 ημέρες, ενώ το καλοκαίρι κάθε 1-2 ημέρες.
Στον παρακάτω πίνακα παρατίθενται η αξία των διαφόρων θρεπτικών στοιχείων στην ανάπτυξη του φυτού της καρπουζιάς.
Θρεπτικά στοιχεία |
Λειτουργία θρεπτικού στοιχείου στην ανάπτυξη της πιπεριάς |
Άζωτο (N) |
Σύνθεση πρωτεϊνών, άρα για ανάπτυξη και υψηλές αποδόσεις |
Φωσφόρος (P) |
Κυτταρική διαίρεση και σχηματισμός “βιολογικών μπαταριών” |
Κάλιο (K) |
Μεταφορά υδατανθράκων,έλεγχος ανοίγματος στομάτων, βοηθητικό στοιχείο στην παραγωγή των ενζύμων, θωρακίση του φυτό απέναντι στις προσβολές και καταπονήσεις, έλεγχος αλατότητας |
Θείο (S) |
Σύνθεση βασικών αμινοξέων (κυστίνη, μεθειονίνη) |
Σίδηρος (Fe) |
Σύνθεση χλωροφύλλης |
Ασβέστιο (Ca) |
Δομικό στοιχείο των κυτταρικών τοιχωμάτων, θωράκιση του φυτού απέναντι σε ασθένειες |
Βόριο (B) |
Δομικό στοιχείο των κυτταρικών τοιχωμάτων, βλάστηση και επιμήκυνση του σωλήνα της γύρης, μεταφορά υδατανθράκων |
Μαγνήσιο (Mg) |
Δομικό στοιχείο χλωροφύλλης |
Μαγγάνιο (Mn) |
Συμμετοχή στην φωτοσύνθεση |
Ψευδάργυρος (Zn) |
Σχηματισμός αυξινών |
Χαλκός (Cu) |
Επιρροή στον μεταβολισμό του αζώτου και των υδατανθράκων |
Πριν αποφασιστεί το πρόγραμμα λίπανσης που θα ακολουθήσει ο παραγωγός θα πρέπει να γίνει εδαφολογική ανάλυση. Τα αποτελέσματα για το κάθε έδαφος είναι τελείως διαφορετικά και για τον λόγο αυτό δεν μπορεί να υπάρξει μία σωστή συνταγή που θα ακολουθήσουν όλοι οι παραγωγοί. Όσες τιμές αναφέρονται παρακάτω είναι ενδεικτικές για να ξέρει περίπου ο παραγωγός τι αναμένει.
Βασική λίπανση
Η προσθήκη της βασικής λίπανσης γίνεται κατά τα τελευταία στάδια προετοιμασίας του εδάφους πριν τη μεταφύτευση. Έχει υπολογιστεί ότι μία καλλιέργεια που παράγει καρπούς γύρω στους 4 τόνους/στρέμμα, αφαιρεί από το έδαφος 6,8kg άζωτο, 5,2kg φώσφορο και 10,8kg κάλιο. Γίνεται είτε σε όλη την επιφάνεια του εδάφους, είτε κατά προτίμηση κατά μήκος των γραμμών φύτευσης έτσι ώστε να εξασφαλίζεται οικονομία στην ποσότητα των λιπασμάτων. Σε περιπτώσεις απευθείας σποράς στο χωράφι η βασική λίπανση εφαρμόζεται με τη σπαρτική μηχανή 6-10 εκατοστά κάτω και 6-10 εκατοστά πλάγια από τη γραμμή και το βάθος τοποθέτησης του σπόρου.
Οι αναγκαίες ποσότητες σε θρεπτικά στοιχεία παρέχονται στην καλλιέργεια με τη βασική λίπανση και μέσω του νερού άρδευσης (υδρολίπανση). Αν δεν έχει προηγηθεί κάποια χημική ανάλυση τότε συνιστάται η προσθήκη 4-6 τόνους/στρέμμα καλά χωνεμένης κοπριάς σε όλη την έκταση του χωραφιού. Εάν η κοπριά εφαρμοστεί πάνω στις γραμμές φύτευσης τότε συνιστάται η προσθήκη 2,5 τόνους/στρέμμα.
Στη βασική λίπανση το σύνολο των λιπαντικών μονάδων (κιλά ανά στρέμμα) που εφαρμόζεται στην καλλιέργεια είναι ενδεικτικά Ν ίσο με 8 Μονάδες, Ρ2Ο5 ίσο με 16 Μονάδες, Κ2Ο ίσο με 25 Μονάδες, MgO ίσο με 8 Μονάδες.
Επιφανειακή λίπανση
Η βασική λίπανση συμπληρώνεται με την επιφανειακή μέσω του συστήματος άρδευσης (στάγδην άρδευση).
Ιχνοστοιχεία χορηγούνται αφού διαπιστωθεί η έλλειψή τους μετά από εξέταση φυλλοδιαγνωστικής. Οι χαμηλές συγκεντρώσεις των ιχνοστοιχείων στα φυτά προκαλούν τροφοπενίες και έχουν σαν αποτέλεσμα μειωμένη παραγωγή. Όμως και υψηλότερες συγκεντρώσεις από τις φυσιολογικές και αναγκαίες προκαλούν τοξικότητες με επίσης έντονα προβλήματα στην ανάπτυξη και αρνητικές συνέπειες στην παραγωγή.
Σήμερα στην Ελλάδα για την καταπολέμηση των ζιζανίων χρησιμοποιείται εδαφοκάλυψη με λεπτό πλαστικό επί της γραμμής. Κάτω από το μαύρο πλαστικό δεν αναπτύσσονται ζιζάνια. Μεταξύ των γραμμών στο υπόλοιπο γυμνό έδαφος η καταπολέμηση των ζιζανίων γίνεται με επιφανειακή κατεργασία του εδάφους με φρέζα πριν μεγαλώσουν τα φυτά της καρπουζιάς και καλύψουν όλη την επιφάνεια του εδάφους. Στις χώρες όπου καλλιεργούνται μεγάλες εκτάσεις και δεν υπάρχει εδαφοκάλυψη χρησιμοποιούνται προφυτρωτικά και μεταφυτρωτικά ζιζανιοκτόνα.
Αραίωμα γίνεται μόνο στις απευθείας σπορές, επειδή φυτεύεται μεγαλύτερος αριθμός σπόρων ανά θέση. Αυτό γίνεται όταν τα φυτά αποκτήσουν 3-4 φύλλα. Κατά το αραίωμα τα φυτά κόβονται στην επιφάνεια του εδάφους. Όταν τα φυτά μεταφυτεύονται δεν απαιτείται αραίωση.
Στις καλλιέργειες στις οποίες εφαρμόζεται εδαφοκάλυψη με πλαστικό, δεν γίνεται παράχωμα. Όταν δεν χρησιμοποιείται εδαφοκάλυψη, το παράχωμα δηλαδή η συσσώρευση χώματος στη βάση του φυτού πρέπει να εφαρμόζεται.
Στις πρώιμες καλλιέργειες και σε περιοχές που πλήττονται από χαλάζι τις περιόδους που η καλλιέργεια βρίσκεται σε ανάπτυξη στο χωράφι, καλύπτεται η καλλιέργεια με ειδικά πλαστικά δίκτυα τα οποία στερεώνονται σε μεταλλικές βέργες ή ξύλινους πασσάλους σε ύψους 50-60 εκατοστά πάνω από τα φυτά και τους καρπούς.
Η συγκομιδή αρχίζει 3 με 4,5 μήνες μετά τη σπορά, ανάλογα με την ποικιλία και τις συνθήκες της καλλιέργειας, ιδιαίτερα τις θερμοκρασίες. Χρονικά στην Ελλάδα ξεκινά από το τέλος Μαϊου και συνεχίζεται μέχρι τον Οκτώβριο. Συγκεκριμένα στην Τριφυλία, όταν η μεταφύτευση στο χωράφι υπό προστασία γίνεται στο δεύτερο μισό του Φεβρουαρίου η συγκομιδή ξεκινά στο τρίτο δεκαήμερο του Μαΐου και διαρκεί περίπου ένα μήνα. Στην καλλιέργεια η συγκομιδή γίνεται με τα χέρια και διαρκεί περίπου 15-30 ημέρες. Υπάρχουν ορισμένα κριτήρια για την συγκομιδή, τα οποία είναι:
Μετά τη συγκομιδή οι καρποί φορτώνονται σε καρότσες ή μικρά φορτηγά αυτοκίνητα χύμα ή σε μεγάλα κιβώτια. Μεταφέρονται ή για διάθεση στη ντόπια αγορά ή στο συσκευαστήριο για διαλογή και από εκεί στις αγορές του εξωτερικού. Η μεταφορά στις αγορές του εξωτερικού γίνεται με μεγάλες νταλίκες ψυγεία και σε θερμοκρασία 13-15 ºC και θα πρέπει να φτάνουν σε σύντομο χρονικό διάστημα. Οι καρποί δεν διατηρούνται για πολύ μετά την συγκομιδή και, αν θα πρέπει να διατηρηθούν, οι καλύτερες συνθήκες διατήρησης είναι 13-16 ºC και σχετική υγρασία 80-85% για 2-3 εβδομάδες. Για μεγαλύτερη από 2 εβδομάδες συντήρηση συνιστώνται θερμοκρασίες 7-10 ºC. Στους χώρους αποθήκευσης των καρπουζιών δεν πρέπει να υπάρχει αιθυλένιο, διότι υποβαθμίζεται η ποιότητα των καρπών.
Αφίδες
Απαντώνται στην ακραία, τρυφερή βλάστηση και διαβιούν εκεί χωρίς ιδιαίτερη κινητικότητα. Μυζούν τους χυμούς από το φυτό προκαλώντας καρούλιασμα και στη συνέχεια αποξήρανσή των φύλλων.
Αντιμετώπιση:
Κάμπιες λεπιδόπτερων
Η παρουσία τους χαρακτηρίζεται από φαγώματα στα φυτά. Οι προνύμφες απαντώνται στο φύλλωμα ενώ η νύμφωσή τους γίνεται στο έδαφος. Ανάλογα με το είδος μπορεί να δραστηριοποιούνται την ημέρα ή τη νύχτα. Έχουν βιολογικό κύκλο μερικές εβδομάδες π.χ. 5 -8 ανάλογα με το είδος και τις συνθήκες. Η ζημιά στα φυτά γίνεται από τις κάμπιες οι οποίες προσβάλλουν το φύλλωμα και κυρίως τους καρπούς όπου σχηματίζουν στοές και υποβαθμίζουν την εμπορική τους αξία.
Αντιμετώπιση:
Θρίπας:
Αποτέλεσμα της προσβολής είναι η εμφάνιση αργυρόχροων κηλίδων, μεταχρωματισμών στα φύλλα και εσχαρώσεων στους καρπούς. Τόσο τα ακμαία όσο και οι προνύμφες απομυζούν τα κύτταρα των φύλλων καταστρέφοντας την υφή τους. Οι εσχαρώσεις στους καρπούς μπορεί να μειώσουν την εμπορική τους αξία.
Αντιμετώπιση:
Κρεμμυδοφάγος:
Η προσβολή στα φυτά (φαγωμένες ρίζες) παρουσιάζεται με μάρανση και να ξήρανση. Κάνει ζημιές ανοίγοντας υπόγειες στοές και κόβοντας τις ρίζες που βρίσκονται στο πέρασμά του.
Σιδηροσκώληκες:
Η προσβολή στα φυτά (φαγώματα στις ρίζες) παρουσιάζεται με μάρανση και να ξήρανση. Σε νεαρά φυτάρια εισέρχονται στην κεντρική ρίζα κατατρώγουν το εσωτερικό της, τη βάση του στελέχους με αποτέλεσμα τη νέκρωση των ιστών.
Αλευρώδεις:
Όλα τα στάδια είναι σκεπασμένα με κηρό που τους δίνει χαρακτηριστική άσπρη εμφάνιση. Η παρουσία τους συνδυάζεται με παρουσία μελιτωμάτων και καπνιάς. Προκαλούν ζημιές από τη μύζηση φυτικών χυμών και τη μεταφορά ιώσεων. Εκκρίνουν μελιτώματα όπου αναπτύσσεται ο μύκητας της καπνιάς, μειώνοντας τη φωτοσυνθετική ικανότητα του φύλλου. Σε έντονες προσβολές παρατηρείται κάλυψη και των καρπών με καπνιά που μειώνει την εμπορική τους αξία.
Αντιμετώπιση:
Λιριόμυζες:
Οι προνύμφες ορύσσουν οφιοειδείς στοές στο παρέγχυμα των φύλλων που μειώνουν τη φωτοσυνθετική επιφάνεια. Ως αποτέλεσμα, υπάρχει καθυστέρηση στην ανάπτυξη του φυτού. Οι προνύμφες ζουν και τρέφονται προφυλαγμένες στις στοές. Ανάλογα με το είδος, η νύμφωση γίνεται στα φύλλα στο άκρο της στοάς ή στο έδαφος.
Αντιμετώπιση:
Τετράνυχοι
Σχηματίζουν αποικίες πληθυσμού που φαίνονται σαν σταχτιές κηλίδες και δημιουργούν χαρακτηριστικό ιστό. Ευνοούνται από ζεστό και ξηρό καιρό. Οι τετράνυχοι διαβιούν στο υπέργειο μέρος και συνήθως απαντώνται στην κάτω επιφάνεια του φύλλου. Διαχειμάζουν στο στάδιο του ακμαίου σε προστατευόμενες θέσεις σε φυτικά υπολείμματα, σε ζιζάνια κ.α. Δραστηριοποιούνται στις αρχές της άνοιξης. Σε υψηλούς πληθυσμούς οι τετράνυχοι προκαλούν κακή ανάπτυξη των φυτών, παραμόρφωση των φύλλων, πρόωρη ωρίμανση των καρπών ενώ προσβολή του καρπού στα αρχικά στάδια ανάπτυξης τον καθιστά μη εμπορεύσιμο.
Αντιμετώπιση:
Τα προσβεβλημένα φυτά παρουσιάζουν αρχικά μάρανση ιδιαίτερα τις ζεστές ώρες της ημέρας, τα οποία επανέρχονται μετά από άρδευση ή κατά την διάρκεια της νύχτας. Αργότερα παρουσιάζουν συμπτώματα καχεξίας, χλώρωσης, μειωμένης παραγωγής και ξήρανσης. Οι ρίζες παρουσιάζουν τυπικούς κόμβους. Διαβιούν στη ρίζα και οι κόμβοι που σχηματίζουν έχουν χαρακτηριστικό μέγεθος και έκταση που εξαρτάται από την πληθυσμιακή πυκνότητα του νηματώδη ή και το είδος του. Μυζούν χυμούς μειώνοντας έτσι τη θρέψη του φυτού. Σε έντονες προσβολές παρατηρείται δευτερογενής προσβολής της ρίζας από μικροοργανισμούς του εδάφους που οδηγούν σε σήψη.
Αντιμετώπιση:
Προσβολή λαιμού, ριζών και καρπών
Πρόκειται για ασθένειες που οφείλονται στους ωομύκητες του γένους Pythium και Phytophthora και προσβάλλουν ρίζες, λαιμό και καρπούς Στους καρπούς συνεχίζει και μετασυλλεκτικά. Το κύριο σύμπτωμα είναι η καστανή σήψη. Οι ιστοί γίνονται μαλακοί και τελικά συρρικνώνονται. Τα προσβεβλημένα φυτά μαραίνονται σταδιακά ή απότομα. Στους προσβεβλημένους ιστούς σε συνθήκες υψηλής υγρασίας εμφανίζεται βαμβακώδης μυκήλιο. Στους καρπούς σχηματίζεται υδατώδης κηλίδα στην περιοχή που ακουμπούν στο έδαφος, ενώ η επιδερμίδα παραμένει ανέπαφη η προσβολή μπορεί να εξαπλωθεί μέχρι το κέντρο του καρπού. Οι ίδιοι μύκητες προκαλούν επίσης τήξη σπορόφυτων. Η ασθένεια ευνοείται από υψηλή εδαφική υγρασία και θερμοκρασίες 18 -30 ° C. Γενικά η υγρασία χρειάζεται και για το σχηματισμό σπορίων και για τις μολύνσεις.
Αντιμετώπιση:
Αδροφουζαρίωση
Είναι η αδρομύκωση που προκαλείται από διάφορα στελέχη (ανάλογα με την οικογένεια του φυτού ή τη ποικιλία του) του Fusarium oxysporum τα οποία φράζουν τα αγγεία του ξύλου και εμποδίζουν τη κυκλοφορία του νερού και των θρεπτικών στοιχείων από τις ρίζες προς το υπέργειο μέρος του φυτού.
Αντιμετώπιση:
Βερτισιλλίωση
Τα αρχικά συμπτώματα είναι παρόμοια με τις αδροφουζαριώσεις γι’αυτό χρειάζεται και εργαστηριακή εξέταση για σωστή διάγνωση. Η ασθένεια εκδηλώνεται με μαρασμό στα κατώτερα φύλλα και στη συνέχεια τα συμπτώματα εμφανίζονται και στα νεότερα φύλλα. Τα φυτά γίνονται καχεκτικά και τελικά μπορεί να ξεραθούν. Τα συμπτώματα είναι πιο έντονα μετά την καρπόδεση Χαρακτηριστικό της ασθένειας είναι ο καστανός μεταχρωματισμός του εσωτερικού του βλαστού που εμφανίζεται σε κάθετη ή οριζόντια τομή του. Εκδηλώνεται νωρίς στη καλλιεργητική περίοδο και προτιμά χαμηλές –μέτριες θερμοκρασίες.
Αντιμετώπιση:
Ανθράκωση
Προσβάλει όλα τα στάδια ανάπτυξης του φυτού. Στα φύλλα η προσβολή ξεκινά συνήθως σαν κηλίδα ωχροπράσινη που αργότερα γίνεται καστανή και η οποία καλύπτεται από τις καρποφορίες του μύκητα (μαύρα στίγματα) πάνω στα οποία εμφανίζονται ρόδινες μάζες σπορίων όταν υπάρχει υγρασία. Το φύλλο παραμορφώνεται ενώ το στέλεχος του φυτού ξηραίνεται. Στους καρπούς σχηματίζονται κυκλικές, βυθισμένες σκούρες κηλίδες που ανάλογα με το στάδιο ωρίμανσης του καρπού μπορεί να προκαλέσουν παραμόρφωση ή και καρπόπτωση.
Αντιμετώπιση:
Μαύρη σήψη ή κομμίωση του στελέχους
Προσβάλλει όλα τα υπέργεια μέρη του φυτού. Κοντά στο λαιμό και στους κόμβους εμφανίζονται κηλίδες οι οποίες εξελίσσονται αρχικά σε πράσινη σήψη που γίνεται μαύρη. Στη συνέχεια εμφανίζονται οι καρποφορίες (μαύρα στίγματα) του μύκητα. Τα φυτά με έντονη προσβολή ξεραίνονται. Στα φύλλα σχηματίζονται ακανόνιστες κηλίδες αρχικά υδατώδεις και στη συνέχεια νεκρώνονται. Στο κέντρο τους εμφανίζονται οι καρποφορίες του μύκητα. Οι κηλίδες εντοπίζονται κυρίως στην περιφέρεια του φύλλου και φέρουν κίτρινη άλω. Στους καρπούς η προσβολή ξεκινά από την άνθηση με υδατώδεις κηλίδες που γίνονται σκούρες και αργότερα φέρουν κομμιώδεις εκκρίσεις και καρποφορίες του μύκητα. Μολύνσεις μπορεί να εκδηλωθούν και μετά τη συγκομιδή.
Αντιμετώπιση:
Ωίδιο
Προσβάλλουν όλα τα πράσινα μέρη του φυτού σχηματίζοντας πυκνές, χλωρωτικές κηλίδες, με αλευρώδη εξάνθηση (σπόρια των μυκήτων). Στα φύλλα παρατηρούνται χαρακτηριστικές αλευρώδεις εξανθήσεις και στις δύο επιφάνειες και συνήθως η προσβολή ξεκινά από τη βάση του φυτού. Στους νεαρούς καρπούς αναστέλλεται ο ρυθμός ανάπτυξής τους.
Αντιμετώπιση:
Σκληρωτινίαση
Χαρακτηριστικό σύμπτωμα στους καρπούς είναι η σήψη και το σκίσιμο της επιφάνειας ακτινωτά, γι’ αυτό ονομάζεται κοινώς και «αστεράκι».
Αντιμετώπιση:
Αλτερναρίωση
Στα φύλλα εμφανίζονται νεκρωτικά στίγματα με χλωρωτικό περιθώριο, τα οποία προοδευτικά μεγαλώνουν σχηματίζοντας νεκρωτικές κηλίδες που εκτείνονται σε μεγάλο μέρος της επιφάνειας των φύλλων και προκαλείται ξήρανση. Στην αρχή, στις κηλίδες παρατηρείται καστανόμαυρη εξάνθηση (σπόρια) του μύκητα. Η προσβολή προκαλεί αποφύλλωση και μείωση της παραγωγής. Η ασθένεια ευνοείται από την υγρασία.
Αντιμετώπιση:
Γωνιώδης κηλίδωση
Προσβάλλει φύλλα, μίσχους, στελέχη και καρπούς. Στα φύλλα εμφανίζονται αρχικά σκούρες πράσινες κηλίδες που αργότερα γίνονται χλωρωτικές και εξελίσσονται σε μεγάλες γωνιώδεις (περιορίζονται από τα νεύρα) έως ακανόνιστες περιοχές. Στην κάτω επιφάνεια των φύλλων όταν υπάρχει υψηλή υγρασία εμφανίζονται σταγονίδια λευκού χρωματισμού γεμάτα βακτήρια. Όταν ξεραθούν εμφανίζεται λευκή γυαλιστερή κρούστα. Στους καρπούς παρατηρούνται μικρές επιφανειακές κυκλικές κηλίδες που αργότερα όταν ο ιστός νεκρώνεται γίνονται υπόλευκες και σχίζονται επιτρέποντας την είσοδο σε μύκητες και βακτήρια με αποτέλεσμα τη σήψη των καρπών. Η προσβολή νεαρών καρπών μπορεί να προκαλέσει έντονη καρπόπτωση.
Αντιμετώπιση:
Βακτηριακή κηλίδωση
Δημιουργεί ζημιές στους καρπούς και στα νεαρά φυτάρια. Παρατηρούνται καστανές κηλίδες στα φύλλα και ελαιοπράσινες στην πάνω επιφάνεια του καρπού της καρπουζιάς που γίνονται νεκρωτικές. Στη συνέχεια ο φλοιός μπορεί να σκάσει και να έχουμε κολλώδη κεχριμπαρένια έκκριση.
Αντιμετώπιση:
Βακτηριακή νέκρωση του φλοιού των καρπών
Παρατηρείται καστανή φελλώδης νέκρωση που καταλαμβάνει ολόκληρο το εσωτερικό της φλούδας του καρπού και σπάνια επεκτείνεται και στην σάρκα του καρπού.
Αντιμετώπιση:
Πράσινο ποικιλο χλωρωτικό μωσαϊκό της αγγουριάς
Πολύ σημαντική ίωση της καρπουζιάς. Δεν προκαλεί συμπτώματα στα φύλλα ή τους βλαστούς αλλά στους ποδίσκους νεκρωτικών ραβδώσεων. Στους καρπούς παρατηρείται καθυστέρηση στην απόκτηση κόκκινου χρώματος στην σάρκα του ώριμου καρπουζιού, ενώ οι σπόροι εμφανίζονται ώριμοι και με αυξημένες κίτρινες ινών. Τελικά η σάρκα γίνεται σκούρα κόκκινη και υδαρής και αποσυντίθενται (υδρόλυση του καρπού).
Αντιμετώπιση:
Μωσαϊκό της αγγουριάς CMV virus
Προκαλεί αρχικά την εμφάνιση χλωρωτικών ή κίτρινων κηλίδων και μωσαϊκό με ελαφρά παραμόρφωση στα φύλλα. Η παραγωγή μειώνεται σημαντικά.
Αντιμετώπιση:
Ιοί του Μωσαϊκού της καρπουζιάς
Προκαλούν ελαφρύ μωσαϊκό, παραμόρφωση των φύλλων, νανισμό των φυτών και μείωση της παραγωγής. Οι καρποί των μολυσμένων φυτών συχνά εμφανίζουν μεταχρωματισμό και παραμορφώσεις όπως εξογκώματα, βαθουλώματα κ.τλ.
Αντιμετώπιση:
Η καρπουζιά μπορεί να καλλιεργηθεί είτε υπαίθρια σε αγρό, είτε σε θερμοκήπιο. Στην πρώτη περίπτωση, η γεωργία ακριβείας μπορεί να βοηθήσει με μετεωρολογικούς σταθμούς, συλλέγοντας δεδομένα για το περιβάλλον, το έδαφος κλπ, ώστε να μπορεί να επέμβει ο αγρότης όταν και όπου χρειάζεται.
Σε μία αντίστοιχη περίπτωση, δημιουργώντας χάρτες παραγωγής με drones ή δορυφόρο μέσω φωτογραφιών οι οποίες επεξεργάζονται σε γεωγραφικά συστήματα πληροφοριών (GIS: λογισμικό που χρησιμοποιείται για την επεξεργασία δεδομένων και χαρτών), με αυτόν τον τρόπο μπορούν να εντοπιστούν σημεία του χωραφιού που χρειάζονται περαιτέρω επέμβαση από τη συνολική για ψεκασμό, άρδευση και θρεπτικά συστατικά.
Τα drones και τα επίγεια μέσα όμως, μπορούν να φανούν χρήσιμα και σε καλλιεργητικές εργασίες. Οι ψεκασμοί μπορούν να εφαρμοστούν μέσω αυτών ώστε να μην υπάρχει μεγάλο ποσοστό απορροών, σαφώς ακολουθώντας πάντα τα πρότυπα και κανονισμούς για τους ψεκασμούς. Με τη χρήση ενός drone δεν υπάρχει αντίστοιχη διασπορά, όπως σε ένα τυπικό ψεκαστικό μηχάνημα κάνοντας τον ψεκασμό πιο ακίνδυνο και ευκολότερο, καθώς ο χειρισμός του drone γίνεται από απόσταση. Ακόμα μέσω των κατάλληλων αισθητήρων μετρώνται οι δείκτες βλάστησης (πχ. NDVI και NDRE). Με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται καλύτερος έλεγχος της παραγωγής με πρόβλεψή της και συνάμα έλεγχο για πιθανές ελλείψεις στη λίπανση ή την άρδευση, όπως και για την ύπαρξη ασθενειών και ζιζανίων. Επίσης, η γεωργία ακριβείας μπορεί να βοηθήσει στις στοχευμένες εισροές ώστε να μην είναι η καλλιέργεια οικονομικά και περιβαλλοντικά ασύμφορη.
Τέλος, ένα χρήσιμο εργαλείο στη γεωργία ακριβείας είναι η μέτρηση της ηλεκτρικής αγωγιμότητας του εδάφους. Με αυτόν τον τρόπο αναγνωρίζουμε τη μεταβλητότητα του εδάφους, έχοντας πληροφορίες βασικές για τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να επέμβουμε με τις διάφορες εισροές (πχ. άρδευση), όπως το πορώδες αλλά και την αλατότητα του εδάφους.
Στην περίπτωση του θερμοκηπίου το περιβάλλον είναι πιο ελεγχόμενο σε σχέση με τον ανοιχτό αγρό. Εκεί, αισθητήρες μπορούν να δώσουν δεδομένα περί συνθηκών μέσα στο θερμοκήπιο, ούτως ώστε να υπάρχει η κατάλληλη επέμβαση, αναλογικά με το στάδιο ανάπτυξης της καρπουζιάς.
Στην Ιαπωνία ακολουθείται η μέθοδος της υδροπονίας για την καλλιέργεια καρπουζιών. Συμβαδίζοντας με την τάση της αστικής καλλιέργειας και με γνώμονα την προστασία του περιβάλλοντος, καλλιεργούνται καρπούζια, με πρώτη δοκιμή το 2008, με ελεγχόμενες συνθήκες, αρδευτικό σύστημα εγκατεστημένο στις ταράτσες. Με αισθητήρες συλλέγονται δεδομένα από την καλλιέργεια και επεμβαίνει το σύστημα ανάλογα με τις ανάγκες της, στην άρδευση και το θρεπτικό διάλυμα.
Η φύτευση γίνεται όταν ο καιρός έχει ζεστάνει και ο κίνδυνος παγετού έχει περάσει οριστικά, δηλαδή από τα μέσα Απριλίου και μετά. Το καρπούζι αναπτύσσεται και ευδοκιμεί σε θερμοκρασίες 21 – 32 οC . Το έδαφος θα πρέπει να είναι γόνιμο, βαθύ, δροσερό και καλά αποστραγγιζόμενο, με PH 5,5 – 6,5.
Υπάρχουν αρκετές ποικιλίες που μπορείτε να επιλέξετε για να φυτέψετε στον κήπο σας. Χωρίζονται σε 3 βασικές κατηγορίες:
Οι κατάλληλες αποστάσεις φύτευσης θεωρούνται 80-120 εκατοστά μεταξύ των φυτών και 180-240 εκατοστά μεταξύ των γραμμών φύτευσης. Αποφεύγουμε τις πυκνές φυτεύσεις που ευνοούν την ανάπτυξη ασθενειών.
Το καρπούζι είναι μια απαιτητική καλλιέργεια στις ανάγκες για νερό. Έλλειψη υγρασίας σε συγκεκριμένα στάδια υποβαθμίζει την ποιότητα και ποσότητα των καρπών. Κατά γενικό κανόνα και ανάλογα πάντα με τον τύπο του εδάφους και τις κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούν στην περιοχή, την περίοδο της άνοιξης ποτίζουμε κάθε 2 μέρες ενώ το καλοκαίρι κάθε ημέρα.
Η καλλιέργεια του καρπουζιού είναι πολύ απαιτητική σε θρεπτικά στοιχεία. Κατά τη φύτευση προσθέτουμε πλήρες βιολογικό λίπασμα στις θέσεις φύτευσης. Κατά τη διάρκεια της καλλιέργειας κάθε 10-15 ημέρες προσθέτουμε πλήρες βιολογικό λίπασμα. Περίπου ένα μήνα πριν τη συγκομιδή συμπληρώνουμε κάλιο που θα κάνει τους καρπούς μας πιο γευστικούς. Το καρπούζι χρειάζεται και έξτρα λίπανση με ασβέστιο για αποφυγή του συμπτώματος της ξηρής κορυφής που εμφανίζεται σαν μαύρο στίγμα πάνω στον καρπό.
Για την καταπολέμηση των ασθενειών μπορούμε να ρίξουμε θειάφι περιμετρικά των ριζών ή και να ψεκάσουμε με βιολογικά χαλκούχα σκευάσματα κάθε 8-10 ημέρες σε συνθήκες προσβολής. Η καταπολέμηση των εχθρών περιλαμβάνει χρήση φυσικής πυρεθρίνης και σκευασμάτων αλάτων καλίου. Συνιστάται οι ψεκασμοί να γίνονται τις απογευματινές ώρες.
Η καλλιέργεια του καρπουζιού σε γλάστρα είναι μια αρκετά δύσκολη διαδικασία αλλά μπορεί να επιτευχθεί. Αρχικά πρέπει να γίνει επιλογή μιας μικρόκαρπης ποικιλίας καρπουζιού που θα μπορεί να αναπτυχθεί κατακόρυφα. Επιλέξτε μια γλάστρα με ύψος και διάμετρο τουλάχιστον 40 εκατοστά και γεμίστε τη με ειδικό φυτόχωμα από το εμπόριο.
Καρφώστε ένα ξύλινο πάσσαλο στη γλάστρα. Θα χρειαστεί και οριζόντια υποστύλωση και δέσιμο με καλάμια μεταξύ των πασσάλων στις γλάστρες των καρπουζιών. Σταδιακά, καθώς σχηματίζονται οι καρποί, θα πρέπει να τους δέσουμε με ανθεκτικούς σπάγκους ή κατάλληλα διχτάκια για να αντέξουν το βάρος τους και να μην πέσουν. Η τοποθέτηση της γλάστρας πρέπει να έχει νότιο προσανατολισμό και να είναι προφυλαγμένη από τους ισχυρούς ανέμους.