Το αμπέλι καλλιεργείται κυρίως για τον καρπό του, το σταφύλι, ενώ και τα φύλλα του χρησιμοποιούνται στη μαγειρική. Η Ευρώπη αποτελεί το σπουδαιότερο αμπελοοινικό κέντρο στον κόσμο. Στην Ελλάδα καλλιεργούνται περίπου 1,1 εκ. στρέμματα. Τα σταφύλια μπορούν να καταναλωθούν ως έχουν ή να χρησιμοποιηθούν είτε για γλυκίσματα (γλυκό του κουταλιού) είτε με την παρασκευή σταφίδων, κρασιού, άλλων οινοπνευματωδών ποτών όπως είναι το τσίπουρο και τελικά οινοπνεύματος (αιθανόλης).
To αμπέλι είναι αγγειόσπερμο φυτό, ανήκει δε στην τάξη των Ραμνωδών και στην οικογένεια των Αμπελοειδών, με πολλές ποικιλίες να καλλιεργούνται σε εύκρατα κλίματα.
Το αμπέλι αναπτύσσεται και καρποφορεί σε όλους τους τύπους των εδαφών, με εξαίρεση τα αλατούχα εδάφη (πλούσια σε χλωριούχο νάτριο). Η επιλογή εγκατάστασης αμπελώνα εξαρτάται και από το αν είναι αρδευόμενος.Το έδαφος είναι ένας από τους βασικούς παράγοντες που καθορίζουν την κατεύθυνση της παραγωγής (επιτραπέζιο σταφύλι, κρασί), καθώς και την ποιότητα και την ποσότητα των παραγόμενων προϊόντων. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να είναι βαθύ, να στραγγίζει εύκολα και με ουδέτερο pH. Γενικώς, κατάλληλα θεωρούνται τα μέσης σύστασης αμμοαργιλώδη εδάφη. Ειδικότερα για τις οινοποιήσιμες ποικιλίες, προτιμώνται εδάφη μάλλον φτωχά, αμμώδη, πετρώδη, χαλικώδη και/ή ασβεστολιθικά, ενώ για τις επιτραπέζιες, προτιμώνται τα περισσότερο αργιλώδη και πλούσια εδάφη των πεδινών περιοχών.
Στην περίπτωση που στον αγρό υπήρχε πολυετής καλλιέργεια ή πολυετής αυτοφυής βλάστηση, συνιστάται η πλήρης απομάκρυνση αυτής (υπέργειο μέρος και ριζικό σύστημα) και η σπορά του αγρού με ένα χειμωνιάτικο δημητριακό (σιτάρι, κριθάρι κλπ) τουλάχιστον για ένα χρόνο. Στην περίπτωση που ο αγρός καλλιεργούνταν με ετήσιες καλλιέργειες, συνιστάται βαθιά άροση (40-70 εκ. ανάλογα με την δομή του εδάφους) αργά την άνοιξη-αρχές καλοκαιριού και φύτευση του αμπελιού την επόμενη άνοιξη.
Μετά την εκρίζωση του παλαιού αμπελώνα και πριν την εγκατάσταση του νέου, συνιστάται η καλλιέργεια ετήσιου δημητριακού για δυο συναπτά έτη. Στην περίπτωση που είχε διαπιστωθεί η παρουσία ιώσεων στο παλιό αμπέλι, τότε συνιστάται αγρανάπαυση τουλάχιστον πέντε (5) ετών. Κατά την αναμπέλωση, σε εδάφη με παρουσία του νηματώδη φορέα του Μολυσματικού Εκφυλισμού Xiphinema Index, συνιστάται η εφαρμογή χημικής αποξήρανσης των πρεμνών πριν την εκρίζωση τους και απαιτείται αγρανάπαυση τουλάχιστον δέκα (10) ετών. Επίσης πρέπει να γίνεται εδαφολογική ανάλυση για στη σωστή επιλογή υποκειμένων.
Ανάλογα με την κλίση και την δομή του εδάφους, θεωρείται απαραίτητη η διάνοιξη αποστραγγιστικών τάφρων περιμετρικά και εντός του αγρού. Επίσης, βάσει νόμου για την εγκατάσταση ενός νέου αμπελώνα, υποχρεούται ο παραγωγός να προβεί σε ανάλυση εδάφους για ολικό και ενεργό ασβέστιο και για την ύπαρξη παθογόνων νηματωδών. Η παρουσία νηματωδών καθιστά απαγορευτική την φύτευση πριν περάσουν 5 χρόνια κατά τα οποία ο αγρός πρέπει να καλλιεργηθεί με σιτηρά. Πλέον η εγκατάσταση αμπελώνα για παραγωγή κρασιού απαιτεί ειδική άδεια από τις αρμόδιες αρχές.
Η επιλογή της ποικιλίας γίνεται με κριτήριο:
Η φύτευση πραγματοποιείται τέλη Φεβρουαρίου- αρχές Μαρτίου. Προτιμάται το γραμμικό σχήμα καλλιέργειας με διάφορες παραλλαγές ανάλογα με την νομοθεσία, την ποικιλία και κυρίως τις εδαφοκλιματικές συνθήκες. Οι αποστάσεις φύτευσης είναι συνήθως 2-2,40 μ. μεταξύ των γραμμών και 1 μ. μεταξύ των πρέμνων.
Οι απαιτήσεις της καλλιέργειας σε λίπανση καθορίζονται ανάλογα με τα αποτελέσματα της εδαφολογικής ανάλυσης ή/και φυλλοδιαγνωστικής, τις ιδιαίτερες απαιτήσεις της καλλιέργειας και την επιθυμητή ποιότητα του τελικού προϊόντος. Η υπερβολική λίπανση κυρίως με αζωτούχα λιπάσματα, προκαλεί ευαισθησία των φυτών σε καταστροφικές παρασιτικές ασθένειες. Η έλλειψη στοιχείων και ιχνοστοιχείων προκαλεί μη παρασιτικής φύσεως ασθένειες, οι οποίες οδηγούν συχνά σε σημαντική απώλεια της παραγωγής.
Με την επιλογή της γραμμικής φύτευσης, έμμεσα επιλέγεται και η άρδευση του αμπελώνα. Τα τρία (3) πρώτα χρόνια από την εγκατάσταση, η τακτική άρδευση του αμπελώνα κρίνεται ως απαραίτητη. Στη συνέχεια η συχνότητα της άρδευσης και η ποσότητα του νερού εξαρτάται από τις ανάγκες της ποικιλίας, την κατεύθυνση παραγωγής, την εποχή και το βλαστικό στάδιο της καλλιέργειας, τον τύπο εδάφους, το ετήσιο ύψος βροχής και την επιθυμητή ποιότητα του προϊόντος.
Η εφαρμογή της άρδευσης πρέπει να είναι ορθολογική και κυρίως όχι υπερβολική, προκειμένου να αποφεύγονται κίνδυνοι προσβολής των πρέμνων από καταστροφικές ασθένειες που ευνοούνται από την εδαφική υγρασία αλλά και από σκισίματα των ραγών κατά την ωρίμανση. Τα τελευταία λειτουργούν ως πύλες εισόδου παθογόνων μυκήτων και βακτηρίων που προκαλούν καταστροφικές σήψεις των βοτρύων. Γενικά, οι απαιτήσεις του φυτού σε νερό διαφοροποιούνται στα διάφορα στάδια ανάπτυξης. Κατά την περίοδο ανάπτυξης των βλαστών αρχίζουν να αυξάνονται οι απαιτήσεις του φυτού σε νερό, φτάνοντας το μέγιστο στο στάδιο ανάπτυξης της ράγας.
H ανάπτυξη των πρέμνων δέχεται τον ανταγωνισμό των ζιζανίων, ιδίως τα 3 πρώτα χρόνια από την εγκατάστασή τους. Για το λόγο αυτό, απαιτείται ο συνεχής έλεγχος της παρουσίας των ζιζανίων στον αμπελώνα. Ο έλεγχος αυτός επιτυγχάνεται με καλλιεργητικά και χημικά μέσα (ζιζανιοκτόνα). Στην περίπτωση νέων αμπελώνων, προτιμάται η εφαρμογή καλλιεργητικών μεθόδων, λόγω της δεδομένης ευαισθησίας των νεαρών πρέμνων στα ζιζανιοκτόνα. Όταν κατά την εφαρμογή τα πρέμνα βρίσκονται στη βλαστική περίοδο, δεν πρέπει να διαβρέχονται τα φύλλα με το ψεκαστικό υγρό. Από το τρίτο έτος της εγκατάστασης του αμπελώνα και μετά, μπορεί να χρησιμοποιούνται και διασυστηματικά ζιζανιοκτόνα.
Τέλος, πολλά ζιζάνια αποτελούν ξενιστές εντομολογικών εχθρών και φυτοφάγων ακάρεων. Τα τελευταία χρόνια γίνεται χρήση υπολειμματικών ζιζανιοκτόνων με μεγάλη αποτελεσματικότητα στην καταπολέμηση των ζιζανίων.
Συνιστάται να γίνεται αργά (τέλος Φεβρουαρίου-αρχές Μαρτίου). Πρέπει να διενεργείται πάντα με ξηρό καιρό και να αποφεύγονται οι μεγάλες και άσκοπες τομές. Τα πρέμνα με εμφανή συμπτώματα προσβολής σε κληματίδες, κεφαλές ή βραχίονες, συνιστάται να κλαδεύονται τελευταία. Τα κλαδευτικά εργαλεία πρέπει να απολυμαίνονται συχνά. Οι μεγάλες τομές συνιστάται να καλύπτονται άμεσα με μυκητοκτόνο πάστα. Αμέσως μετά το κλάδεμα, συνιστάται ψεκασμός των πρέμνων με εγκεκριμένο χαλκούχο σκεύασμα, καθώς και άμεση συλλογή και καύση του άνω των 2 ετών ξύλου (χοντρά κλαδέματα, κεφαλές, βραχίονες, κορμοί).
Είναι επεμβάσεις αφαίρεσης νεαρής βλάστησης και φυλλώματος. Αρχίζουν με το βλαστολόγημα (Απρίλιο-Μάιο και πριν την άνθηση) και συνεχίζονται αναλόγως τους καλοκαιρινούς μήνες. Τα θερινά κλαδέματα έχουν μεγάλη σημασία, διότι με αυτά επιτυγχάνεται ισορροπία μεταξύ παραγωγής και βλάστησης και συμβάλλουν σημαντικά στη φυτοπροστασία. Με τα θερινά κλαδέματα, εκτός από ποιοτικότερη παραγωγή, υπάρχει καλύτερος αερισμός και φωτισμός της βλάστησης, με αποτέλεσμα την δημιουργία μικροκλίματος που δεν ευνοεί την ανάπτυξη και εξάπλωση ασθενειών και εχθρών της καλλιέργειας.
Το μάζεμα (τρύγος) των σταφυλιών είναι το τελευταίο στάδιο της καλλιέργειας. Ο τρύγος γίνεται από τον Αύγουστο μέχρι τον Οκτώβριο. Ο χρόνος κοπής των σταφυλιών εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Γίνεται κυρίως με βάση την ωρίμανση τους.
Η σωστή αποθήκευση είναι πολύ κρίσιμη για τη διατήρηση της ποιότητας του κρασιού μας. Ο τρόπος και οι συνθήκες αποθήκευσης θα επηρεάσουν άμεσα την γεύση, το χρώμα και τον χαρακτήρα του κάθε μπουκαλιού που αγοράζουμε και αποφασίζουμε να παλαιώσουμε. Ξεκινώντας βέβαια πρέπει να τονίσουμε ότι δεν είναι όλα τα κρασιά κατάλληλα για παλαίωση. Ο τύπος του κρασιού, οι ποικιλίες σταφυλιού που χρησιμοποιούνται σε αυτό αλλά και οι προθέσεις του οινοπαραγωγού είναι οι σημαντικότεροι παράγοντες σε αυτόν τον τομέα.
Ευδεμίδα (Lobesia botrana)
Είναι ο σημαντικότερος εντομολογικός εχθρός της αμπέλου. Οι ζημιές γίνονται από τις προνύμφες, σκουλήκι των σταφυλιών. Προσβάλλει όλες τις ποικιλίες και προξενεί σοβαρές ποσοτικές και ποιοτικές ζημιές καθώς και πληγές στα σταφύλια που αποτελούν την είσοδο για δευτερογενείς προσβολές όπως βοτρύτη. Το τέλειο έντομο είναι μια μικρή καφετιά πεταλούδα, η οποία ζει 10-12 μέρες και γεννά 50-80 αυγά πάνω στα σταφύλια. Πετάει το απόγευμα κανονικά και σε μικρές αποστάσεις. Την ημέρα κρύβεται μέσα στο φύλλωμα. Ο βιολογικός κύκλος του εντόμου εξαρτάται από το κλίμα της περιοχής που ζει και ιδιαίτερα από την θερμοκρασία και υγρασία, 22-28 βαθμούς κελσίου και 40-70% υγρασία ευνοούν την εξέλιξή του.
Θρίπες (Thripidae)
Εμφάνιση θριπών μπορεί να προκαλέσει σοβαρές ζημιές στην νεαρή και ταχύτατααναπτυσσόμενη βλάστηση, όπως ισχυρή παραμόρφωση βλαστών και φύλλων, καθώς και καθήλωση ανάπτυξης των αναπτυσσόμενων οφθαλμών. Συνιστάται οι αμπελουργοί να επισκοπούν τους αμπελώνες για τυχόν παρουσία θριπών στην εκπτυσσόμενη βλάστηση. Στην περίπτωση που το προηγούμενο έτος έχει παρατηρηθεί προσβολή από τα έντομα, τότε η επισκόπηση είναι αναγκαία. Αυτή συνίσταται σε ελαφρά και προσεκτικά τινάγματα των νεαρών βλαστών πάνω από μια κόλλα λευκό χαρτί. Η επισκόπηση καλό είναι να γίνεται σε δροσερές μέρες, με τυχαία επιλογή βλαστών και από όλη την έκταση του αμπελώνα.
Καλλιεργητικό μέτρο που βοηθά σημαντικά στην αντιμετώπιση των θριπών είναι η επιμελής καταστροφή της άγριας βλάστησης μέσα και γύρω από τους αμπελώνες. Στην περίπτωση που διαπιστωθεί η παρουσία πληθυσμού θριπών, συνιστάται άμεση επέμβαση με ένα κατάλληλο και εγκεκριμένο εντομοκτόνο και κατά προτίμηση περισσότερο εκλεκτικό και φιλικό προς το περιβάλλον. Τα τελευταία έτη έχει εμφανιστεί και ο λεγόμενος Θρίπας της Καλιφόρνιας που δημιουργεί σοβαρά προβλήματα αν δεν αντιμετωπιστεί κατάλληλα.
Σκουλήκι των ματιών (Theresimina ampelophaga)-Πυραλίδα της αμπέλου
Οι προνύμφες αυτών των λεπιδόπτερων αρχίζουν να τρέφονται με τα διογκωμένα μάτια και η δραστηριότητά τους μπορεί να επεκτείνεται και αργότερα στην νεαρή βλάστηση. Σε χρονιές μεγάλων πληθυσμών η καταστροφή των οφθαλμών και συνεπώς της παραγωγής μπορεί να είναι σημαντική. Καταπολέμηση: Συνιστάται ο συχνός έλεγχος των πρέμνων και συγκεκριμένα των κεφαλών για την ύπαρξη φαγωμένων οφθαλμών, καθώς και για την παρουσία προνυμφών. Συνιστάται η εφαρμογή ενός εγκεκριμένου εντομοκτόνου, μόνο σε περίπτωση διαπιστωμένης προσβολής και ύπαρξης προνυμφών. Επειδή η προσβολή στον αμπελώνα έχει συχνά τοπικό χαρακτήρα, συνιστάται ο ψεκασμός μόνο των προσβεβλημένων πρέμνων και των γειτονικών προς αυτά.
Περονόσπορος
Είναι η σπουδαιότερη ασθένεια του αμπελιού και προκαλείται από τον μύκητα Plasmopara viticola. Οι ζημιές από τον περονόσπορο αφορούν κυρίως την παραγωγή της τρέχουσας καλλιεργητικής περιόδου. Παρατηρούνται ανοιχτοπράσινες κυκλικές κηλίδες στην πάνω επιφάνεια των φύλλων που η όψη τους μοιάζει με κηλίδες από λάδι σε ύφασμα (‘’κηλίδες λαδιού’’). Με ευνοϊκό καιρό οι κηλίδες μεγαλώνουν γρήγορα, συνενώνονται και καλύπτουν μεγάλες επιφάνειες ή και ολόκληρο το φύλλο. Αν η ατμοσφαιρική υγρασία είναι υψηλή τότε όλα τα προσβεβλημένα φυτικά μέρη καλύπτονται από λευκή εξάνθηση, που είναι οι καρποφορίες του παθογόνου μύκητα.
Στο φύλλο η εξάνθηση εμφανίζεται σε όλη την κάτω επιφάνεια των νεαρών κηλίδων. Το προσβεβλημένο μέρος του ελάσματος ξεραίνεται και τα φύλλα πέφτουν. Οι βλαστοί προσβάλλονται όταν είναι τρυφεροί και μόνο όταν οι συνθήκες είναι ευνοϊκές. Οι προσβολές στις ράγες είναι επιμήκεις και έχουν χρώμα καστανό. Το παθογόνο διαχειμάζει με τα ωοσπόρια. Η καταπολέμηση του περονόσπορου βασίζεται αποκλειστικά στην εφαρμογή προληπτικών ψεκασμών με μυκητοκτόνα. Τα πιο συνηθισμένα μυκητοκτόνα που χρησιμοποιούνται στην καταπολέμηση του περονόσπορου είναι τα χαλκούχα, και πολλά ακόμη διασυστηματικά.
Ωίδιο
Υπάρχει σε όλες τις περιοχές που καλλιεργείται το αμπέλι και αν δεν γίνει επιμελημένη καταπολέμηση μπορεί να προκαλέσει ολική ποσοτική ή ποιοτική καταστροφή της παραγωγής. Η ασθένεια προκαλείται από τον μύκητα Uncinula necator της οικογένειας Erysiphaceae. Στα νεαρά φύλλα, νωρίς την άνοιξη, παρατηρούνται μικρές κιτρινοπράσινες κηλίδες με ασαφές περιθώριο. Οι κηλίδες στην πάνω επιφάνεια του φύλλου καλύπτονται με λευκή αλευρώδη εξάνθηση, που δεν είναι παρά το μυκήλιο του μύκητα.
Η εξάνθηση εξαπλώνεται γρήγορα και μπορεί να καλύψει μεγάλες επιφάνειες του φύλλου, ενώ τα πολύ προσβεβλημένα φύλλα παραμορφώνονται. Καστανές κηλίδες εμφανίζονται στους πράσινους βλαστούς. Η προσβολή στα άνθη πιθανόν να οδηγήσει σε αντίστοιχη ξήρανση. Τα σταφύλια προσβάλλονται μέχρι το γυάλισμα, αλλά το πιο ευαίσθητο στάδιο είναι αμέσως μετά το δέσιμο. Συνθήκες έντονης ξηρασίας βοηθούν στην εξάπλωση της ασθένειας. Τα θειαφίσματα βοηθούν στην καταπολέμηση του ωιδίου.
Βοτρύτης της αμπέλου
Το παθογόνο αίτιο αυτής της ασθένειας είναι ο μύκητας Botrytis cinerea. Με συνθήκες υγρές, την άνοιξη παρατηρούνται κυκλικές ή ακανόνιστες κηλίδες, συνήθως στην περιφέρεια του ελάσματος των φύλλων, που γρήγορα ξεραίνονται και παίρνουν καστανό χρώμα. Στην συνέχεια μπορεί να σημειωθεί προσβολή στην κορυφή των νεαρών βλαστών. Κατά την περίοδο της άνθησης παρατηρείται νέκρωση σε τμήματα των ταξιανθιών ή σε ολόκληρες τις ταξιανθίες. Το συνηθέστερο είναι η προσβολή και η καταστροφή των ώριμων σταφυλιών.
Όταν ο καιρός είναι υγρός οι ρώγες καλύπτονται από γκρίζα μούχλα που είναι οι καρποφορίες του μύκητα. Στις προσβεβλημένες ράγες αποκολλάται εύκολα η επιδερμίδα. Καλός αερισμός των σταφυλιών, μέτρια ανάπτυξη των φυτών (όχι χρήση αζωτούχων λιπασμάτων) και αποφυγή πληγών στις ράγες είτε από χαλάζι είτε από εχθρούς ή ασθένειες αποτελούν μέτρα αποφυγής της μόλυνσης. Χημικές επεμβάσεις συστήνονται να γίνονται στο τέλος της άνθησης, στο κλείσιμο του σταφυλιού, στην αλλαγή του χρώματος και 2-3 εβδομάδες πριν τον τρύγο. Ειδικά διασυστηματικά βοτρυδιοκτόνα συστήνονται να γίνονται προληπτικά ανεξαρτήτως καιρού.
Φόμοψη
Προκαλείται από τον μύκητα Phomopsis viticola. Στις αρχές της βλαστικής περιόδου, στα φύλλα της βάσης των νέων βλαστών παρατηρούνται πολύ μικρές λευκοκίτρινες κηλίδες. Σύντομα στα νεύρα και στους μίσχους των φύλλων παρατηρούνται μικρά μαύρα στίγματα που με τον καιρό μεγαλώνουν και στο τέλος της άνοιξης παρατηρούνται καστανόμαυρες κηλίδες. Στα σταφύλια παρατηρούνται μεγάλες κηλίδες στον ποδίσκο και στις ράχες των σταφυλιών. Η φόμοψη σχηματίζει μικρά μαύρα πυκνίδια που περιέχουν μονοκύτταρα σπόρια. Το παθογόνο διατηρείται με την μορφή μυκηλίου ή πυκνιδίων στις κληματίδες, στους βραχίονες, στους μίσχους των φύλλων και τους ποδίσκους των σταφυλιών. Οι προσβολές γίνονται κατά το στάδιο της έκπτυξης των βλαστών όπου υπάρχει βροχή και κατάλληλη θερμοκρασία. Κατά το χειμερινό κλάδεμα θα πρέπει να γίνεται επιμελημένη αφαίρεση των προσβεβλημένων κληματίδων.
Ευτυπίωση (Eutypa lata) –Ίσκα (Fomitiporia mediterannea)
Πρόκειται για μυκητολογικές ασθένειες που προσβάλλουν το ξύλο του αμπελιού. Αποτελούν ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα της αμπελοκαλλιέργειας, διότι ζημιώνουν σοβαρά την παραγωγή και καταστρέφουν σταδιακά το φυτικό κεφάλαιο. Συχνά, οι ασθένειες αυτές συνυπάρχουν και δρουν ταυτόχρονα. Προκαλούν νέκρωση των αγγείων του ξύλου, με αποτέλεσμα την ξήρανση βραχιόνων, κεφαλών και πρέμνων.
Τα συμπτώματα από την ίσκα εμφανίζονται πρώτα στα φύλλα τα οποία κιτρινίζουν ακανόνιστα μεταξύ των νεύρων και στην περιφέρειά τους, έπειτα οι περιοχές αυτές ξηραίνονται αλλά παραμένει μια κίτρινη περιοχή μεταξύ του πράσινου μέρους του φύλλου και της αποξηραμένης περιοχής. Το μόνο σημείο του φύλλου που παραμένει πράσινο είναι τα κύρια νεύρα. Τα πρώτα φύλλα που εμφανίζουν το σύμπτωμα είναι τα φύλλα της βάσης, στη συνέχεια τα επιμέρους κλαδιά και τελικά σε ολόκληρο το δέντρο.
Βακτηριακή νέκρωση (Xylophilus ampelinus)
Πρόκειται για αδροβακτηρίωση. Προκαλεί ξηράνσεις οφθαλμών και βραχιόνων, με αποτέλεσμα την σταδιακή εξασθένηση των πρέμνων και την έξοδό τους από την παραγωγή. Τα συμπτώματα της ασθένειας είναι ορατά με την έναρξη της βλάστησης. Συνήθως η προσβολή εντοπίζεται προς την μια πλευρά του πρέμνου. Ευπαθείς στις μολύνσεις είναι οι τρυφερές κληματίδες μήκους μέχρι 10 εκ. Η μετάδοση της ασθένειας ευνοείται από βροχερό καιρό και σε μεγάλο θερμοκρασιακό εύρος (0-30 βαθμοί κελσίου).
Μολυσματικός εκφυλισμός
Είναι η γνωστότερη ίωση του αμπελιού. Προκαλεί μείωση της ποσότητας και υποβάθμιση της ποιότητας της παραγωγής καθώς και μείωση της αντοχής των φυτών στις αντίξοες συνθήκες του περιβάλλοντος. Η ασθένεια προκαλείται από τον ιό Grapevine Fanleaf Virus (GFLV) που ανήκει στην ομάδα των Nepovirus. Δύο νηματώδεις οι Xiphinema Index και Xiphinema italiae έχει αποδειχθεί ότι μπορούν να μεταδώσουν τον παθογόνο ιό του. Στα εδάφη που πρόκειται να γίνει αναμπέλωση πρέπει να γίνει καταπολέμηση των νηματωδών πριν την φύτευση.
Η παραγωγή επιτραπέζιων σταφυλιών σημείωσε παγκοσμίως άνοδο τα τελευταία 30-40 χρόνια. Στην Ελληνική αμπελουργία, η καλλιέργεια των ποικιλιών επιτραπέζιας κατανάλωσης παρουσιάζει ανάλογη δυναμική εξέλιξης, με την αξιοποίηση της ποικιλίας Σουλτανίνα που είναι από τις πλέον προικισμένες και πολλαπλής χρήσης ποικιλίες της ευρωπαϊκής αμπέλου. Από τις νέες αγίγαρτες ποικιλίες η Crimson seedless, η Superior seedless, και η Αττική δείχνουν τάσης επέκτασης.
Ο τρυγητός των επιτραπέζιων σταφυλιών παρουσιάζει ιδιαιτερότητες λόγω της άμεσης διάθεσης τους στον καταναλωτή, σε αντίθεση με τις ποικιλίες σταφιδοποιίας και οινοποιίας. Επομένως, για τον τρυγητό απαιτείται προετοιμασία που έχει ως κύριο στόχο τη διαφύλαξη όλων των χαρακτήρων ποιότητας των σταφυλιών από φυσικά αίτια και παθογόνα. Μεταξύ των μέτρων προετοιμασίας περιλαμβάνονται η αποφυγή της αφυδάτωσης, της έκθεσης των σταφυλιών σε υψηλές θερμοκρασίες και του σκονίσματος τους από χώμα ή φυτοφάρμακα.
Για την αποφυγή των υψηλών θερμοκρασιών συνιστάται ο τρυγητός να γίνεται πρωινές ώρες και να μεταφέρονται αμέσως οι σταφυλές σε στέγαστρα (αν η συσκευασία γίνει στον αμπελώνα) ή στο συσκευαστήριο. Η κοπή των σταφυλιών γίνεται με μεγάλη προσοχή για να μην τραυματίζονται οι ράγες, οι ποδίσκοι και η ράχη της σταφυλής, και να διαφυλάσσεται ο επιδερμικός κηρός (ανθηρότητα) των ραγών, που αποτελεί όχι μόνο χαρακτήρα ποιότητας αλλά και ένδειξη προσεκτικής ή μη μεταχείρισης των σταφυλιών ή/και της κατάστασης υγείας τους. Απουσία της κέρινης ανθηρότητας πιθανόν υποδηλώνει απροσεξία του τρυγητή, ή ύπαρξη σκόνης ή φυτοφαρμάκων, που με την απομάκρυνσή τους παρέσυραν και την ανθηρότητα.
Ο τρυγητής κρατά προσεκτικά και απαλά τη σταφυλή με το ένα χέρι και με το άλλο την κόβει με τη βοήθεια του ειδικού ψαλιδιού και την τοποθετεί προσεκτικά στο κιβώτιο μεταφοράς. Όχι σπάνια, απρόσεκτος χειρισμός προκαλεί μικρές, σχεδόν αόρατες, σχισμές και τα συμπτώματα εμφανίζονται στα επόμενα στάδια μεταχείρισης των σταφυλιών. Μετά την κοπή, οι σταφυλές τοποθετούνται εντός πλαστικών, συνήθως, κιβωτίων διαφόρων διαστάσεων και χωρητικότητας 10-15kg, με διάτρητες πλευρές για τον αερισμό. Στη συνέχεια, τα κιβώτια τίθενται σε σκιερό μέρος κάτω από τα πρέμνα ή ακόμη καλύτερα σε αυτοκίνητα-ψυγεία μέχρι τη μεταφορά τους στο συσκευαστήριο.
Στις συνθήκες του ελληνικού αμπελώνα, η συσκευασία των επιτραπέζιων σταφυλιών γίνεται σε ειδικές εγκαταστάσεις. Παραμονή των σταφυλιών σε υψηλές θερμοκρασίες στον αμπελώνα έχει ως αποτέλεσμα την προοδευτική αφυδάτωση, μάρανση ή και νέκρωση του ποδίσκου της σταφυλής και τέλος την αφυδάτωση των ραγών. Επίσης, μειώνεται η δύναμη πρόσφυσης των ραγών και παρατηρείται ευχερής και μεγάλης έντασης απορραγισμός, που συχνά καθιστά τις σταφυλές κατάλληλες μόνο για οινοποίηση.
Είναι κοινά αποδεκτό ότι η καλαίσθητη και ελκυστική συσκευασία αναδεικνύει ακόμη περισσότερο την υψηλή ποιότητα των σταφυλιων. Στον τομέα αυτό έχουν γίνει σημαντικά βήματα με συσκευασίες από πλαστικό, χαρτόνι ή άλλο υλικό, αλλά και μικρο συσκευασιών ή και ατομικής συσκευασίας στα φυλής ή τμημάτων σταφυλιών. Ο εξοπλισμός, η διάταξη, η δυναμικότητα του συσκευαστηρίου και ο βαθμός αυτοματισμού των εργασιών εξαρτώνται από τη συνολική ποσότητα των σταφυλιων που διανεμηθούν κατά τη συγκεκριμένη καλλιεργητική περίοδο. Από το θάλαμο προσωρινής αποθήκευσης, τα κιβώτια μεταφέρονται είτε με περονοφόρα μηχανήματα είτε με κυλιόμενους ιμάντες, στις γραμμές διαλογής και συσκευασίας.
Η πρόψυξη των σταφυλιών μετά τον τρυγητό είναι απαραίτητη προϋπόθεση. Κύριοι στόχοι της πρόψυξης των σταφυλιών είναι η μείωση της θερμοκρασίας, η ελαχιστοποίηση της απώλειας νερού, η παρεμπόδιση της ανάπτυξης μυκητολογικών ασθενειών, κυρίως του βοτρύτη, και η μείωση της αναπνευστικής δραστηριότητας των ραγών. Κρίσιμο στάδιο στη διαδικασία συσκευασίας, συντήρησης και διατήρησης των επιτροπή, φυλών είναι ο χρόνος που θα μεσολαβήσει από την κοπή μέχρι και τη μεταφορά τους στους χώρους ψύξης και η θερμοκρασία που θα αναπτυχθεί στις ράγες κατά το διάστημα αυτό, κατά το σταφυλές παρουσιάζουν και τη μεγαλύτερη ευαισθησία στην αφυδάτωση και την προσβολή από μύκητες.
Από τις μεθόδους πρόψυξης, η πλέον ταχεία και αποτελεσματική είναι μάλλον αυτή με τη χρήση ψυχρού ρεύματος αέρα που διοχετεύεται υπό πίεση. Μετά την πρόψυξη και τον υποκαπνισμό με SO, οι παλέτες μεταφέρονται στους θαλάμους συντήρησης (ψύξης) όπου η θερμοκρασία διατηρείται στους -1 έως -0,5°C και η σχετική υγρασία είναι 95%. Επίσης, την τελική ποιότητα των σταφυλιών επηρεάζει η διάρκεια και οι συνθήκες που επικρατούν κατά τη μεταφορά και τη διάθεσή τους.
Η αντιμετώπιση του βοτρύτη αποτελεί το πιο σημαντικό πρόβλημα στη διατήρηση των σταφυλιών μετά τον τρυγητό. Σε αντίθεση με άλλους καρπούς, η χρήση τροποποιημένης ατμόσφαιρας δεν έχει εφαρμογή στη συντήρηση των σταφυλιών. Όπου χρησιμοποιείται συνδυάζεται με υποκαπνισμό. Η χρήση του SO, είναι αποτελεσματική και εφαρμόζεται ευρύτατα, όμως στο άμεσο μέλλον θα υπάρξουν αυστηρότερες προδιαγραφές και ίσως απαγόρευση, τουλάχιστον σε ορισμένες χώρες.
Οι ποικιλίες αμπέλου προκειμένου να χαρακτηριστούν κατάλληλες για παραγωγή σταφυλιών για επιτραπέζια κατανάλωση, πρέπει να διαθέτουν ορισμένα ποιοτικά χαρακτηριστικά και καλλιεργητικές ιδιότητες ως προς την ελκυστικότητα της σταφύλης, τη γευστικότητα, την ανθεκτικότητα στους χειρισμούς συσκευασίας, την ικανότητα συντήρησης και διατήρησης, τη δυνατότητα μεταφοράς και τη συμπεριφορά στην εφαρμοζόμενη αμπελοκομική τακτική.
Η Σουλτανίνα κατάγεται από την περιφέρεια Σουλτάνε του Ιράκ, από την οποία πήρε το όνομα της. Από εκεί μεταφέρθηκε αρχικά στην Μ. Ασία, από όπου η καλλιέργειά της μεταδόθηκε στις άλλες χώρες. Σήμερα θεωρείται από τις περισσότερο διαδεδομένες ποικιλίες αμπέλου στον κόσμο και καλλιεργείται κυρίως στις Η.Π.Α (Καλιφόρνια), Αυστραλία, Ν. Αφρική, Τουρκία, Ιράν ενώ ξεκινάει η καλλιέργεια και στο Αφγανιστάν, Κύπρο, Χιλή, Αργεντινή.
Απαντάται επίσης στο Λίβανο, Ισραήλ, Ιταλία, Ισπανία, κ.λπ.Στη χώρα μας καλλιεργούνται 270.926 στρέμματα Σουλτανίνας από τα οποία τα 146.560 στο Ν. Ηρακλείου, 63.000 στο Νομό Κορινθίας, 7.503 στο Νομό Ρεθύμνης, 6.430 στο Νομό Λασιθίου, 2.000 στο Νομό Καβάλας, 900 στο Νομό Χανίων και μικρότερες εκτάσεις στους Νομούς Δωδεκανήσου, Ηλείας, Χαλκιδικής, κ.α. είναι χαρακτηριστικό ότι η μείωση των εκτάσεων προήλθε από την Κρήτη και κυρίως από τον Νομό Ηρακλείου, ενώ αύξηση παρατηρήθηκε στον Νομό Κορινθίας και επέκταση της καλλιέργειας στον Ν. Καβάλας.
Οι επιτραπέζιες ποικιλίες δίνουν προϊόντα ποιότητας σε εδάφη ελαφρά, βαθιά, υγρά και µέτριας γονιµότητας επειδή στα πολύ γόνιµα µπορεί να µειωθεί η καρπόδεση και να οψιµίσει η παραγωγή λόγω της αυξηµένης ζωηρότητας. Οι περισσότεροι παραγωγικοί αµπελώνες βρίσκονται σε υψόµετρο 300-650 µέτρων. Όσον αφορά τη δοµή και σύσταση του εδάφους, τα αµµώδη εδάφη δίνουν µια ικανοποιητική πρώιµη παραγωγή, αρκεί να µην στερούνται την απαιτούµενη υγρασία. Τα αργιλώδη εδάφη προκαλούν οψίµιση της παραγωγής και υποβάθµιση της ποιότητας.
Τα ασβεστούχα εξασφαλίζουν πρώιµη παραγωγή πολύ καλής ποιότητας. Οι ποικιλίες ευδοκιµούν σε τιµές pH 6 –7,5. Η θερµοκρασία θεωρείται ο σπουδαιότερος κλιµατικός παράγοντας και επηρεάζει τη βλάστηση, τη ζωηρότητα και την ανάπτυξη και την ποιότητα των αµπελουργικών προϊόντων. Η θερµοκρασία όταν κυµαίνεται σε φυσιολογικά επίπεδα κατά την ωρίµανση των σταφυλιών προκαλεί αύξηση των σακχάρων, µείωση των οξέων και βελτιώνει το χρώµα των ραγών.
Η θέση που θα εγκατασταθεί ο αµπελώνας παίζει σηµαντικό ρόλο στην παραγωγικότητα και µακροβιότητα του. Για να επιλέξουµε τη θέση αυτή εξετάζουµε το κλίµα της περιοχής και την καταλληλότητα του εδάφους. Για την µελέτη του κλίµατος εξετάζονται η θερµοκρασία, η ηλιοφάνεια, η βροχόπτωση, το χαλάζι και οι άνεµοι. Σε χαλαζόπληκτες περιοχές δεν πρέπει καλλιεργούνται αµπέλια. Μεγάλη σηµασία έχουν οι ελάχιστες θερµοκρασίες του χειµώνα, το ιστορικό παγετών και καυσώνων και οι τιµές της θερµοκρασίας σε κρίσιµα φαινολογικά στάδια όπως της άνθισης. Σηµαντικοί παράγοντες για την επιλογή θέσης του αµπελώνα είναι το ύψος και η κατανοµή των βροχοπτώσεων, η δυνατότητα άρδευσης, η ποιότητα του αρδευτικού νερού και η σχετική ατµοσφαιρική υγρασία κατά την ωρίµανση των σταφυλιών.
Πριν τη φύτευση του αµπελιού είναι απαραίτητη η κατάλληλη προετοιµασία του εδάφους. Σε περιπτώσεις αναµπέλωσης η άµεση επαναφύτευση έχει ως συνέπεια την εµφάνιση της «κόπωσης του εδάφους», λόγω της εξάντλησης των θρεπτικών στοιχείων από τη συνεχή παραµονή για πολλά χρόνια των πρέµνων στο χωράφι. Ακόµη, πολλά από τα προβλήµατα που δηµιουργούνται κατά την επαναφύτευση οφείλονται σε παθολογικά αίτια. Συνηθισµένη είναι η προσβολή από σηψηρριζίες (Armillaria mellea, Rosellinia necatrix), ίσκα (Phellinus inguiarius, Stereum hirsutum) και καρκίνο (Agrobacterium vitis).
Για την αντιµετώπιση τους, ιδιαίτερα σε περίπτωση αναµπέλωσης, συνιστάται σχολαστική αφαίρεση των ριζικών υπολειµµάτων από το έδαφος κατά τη βαθιά άροση και τουλάχιστον διετή καλλιέργεια µε αγρωστώδη. Το σπουδαιότερο όµως πρόβληµα κατά την αναµπέλωσης είναι οι νηµατώδεις. Η βαθιά άροση είναι απαραίτητη πριν την εγκατάσταση του νέου αµπελώνα, για την εκρίζωση και την αποµάκρυνση στη συνέχεια των ριζικών υπολειµµάτων και πρέπει να φτάνει σε βάθος περίπου 80cm. Κατάλληλη εποχή για την εκτέλεση της βαθιάς άροσης είναι οι αρχές του φθινοπώρου, µετά τα πρωτοβρόχια για ευκολότερη κατεργασία.
Στις συνθήκες της χώρας µας µπορούν να προταθούν οι παρακάτω αποστάσεις φύτευσης: Απόσταση φύτευσης µεταξύ των γραµµών: 2-3 m και απόσταση φύτευσης επί των γραµµών: 1.2-1.7 . Το πλάτος των διαδρόµων πρέπει να είναι 4-5m για να υπάρχει ευχέρεια στην κίνηση των µηχανηµάτων χωρίς να υπάρχει ο κίνδυνος µηχανικών ζηµιών στα πρέµνα ή στο σύστηµα υποστύλωσης. Στις θερµές και ψυχρές περιοχές, που η θερµοκρασία δεν πέφτει σε χαµηλά επίπεδα και η υγρασία του εδάφους δεν είναι υπερβολική, η φύτευση καλό είναι να γίνεται πρώιµα κατά την περίοδο Νοεµβρίου µέχρι και τις αρχές ∆εκεµβρίου.
Δυστυχώς όµως, η πρώιµη φύτευση σπάνια είναι εφικτή γιατί την περίοδο αυτή δεν υπάρχουν διαθέσιµα φυτά. Εποµένως, η φύτευση είναι προτιµότερο να γίνεται µετά τις χειµερινές βροχές το Φεβρουάριο ή και λίγο αργότερα. Αντίθετα, στις ψυχρές περιοχές η φύτευση πρέπει να γίνεται την περίοδο Μαρτίου έως το Μάιο ανάλογα µε τις καιρικές συνθήκες. Η φύτευση γίνεται σε λάκκους, που ανοίγονται µε εργαλεία χειροκίνητα και µε τρυπάνια φορητά ή προσαρµοσµένα σε ελκυστήρα, και έχουν πλάτος 20-25 cm και βάθος 40-50 cm.
Η υποστύλωση του αµπελώνα διακρίνεται σε ατοµική στα κυπελλοειδή πρέµνα και σε συλλογική. Τα υλικά που χρησιμοποιούνται στην υποστύλωση είναι οι πάσσαλοι, τα σύρµατα και οι αντηρίδες. Τα πιο διαδεδοµένα συστήµατα υποστύλωσης για την καλλιέργεια της επιτραπέζιας Σουλτανίνας τα τελευταία χρόνια, είναι αυτά του τύπου V (τριπλό ταυ) και του τύπου «σκάφης».
1) Κλάδεµα διαµόρφωσης:
Γενικά οι επιτραπέζιες ποικιλίες διαµορφώνονται σε υψηλόκορµα πρέµνα. Όσον αφορά τον τύπο του σχήµατος που θα έχει το πρέµνο, συνήθως τα πρέµνα της ποικιλίας Σουλτανίνα διαµορφώνονται σε παραλλαγές υψηλόκορµου κυπελλοειδούς σχήµατος προσαρµοσµένο στη γραµµική υποστύλωση που έχει εγκατασταθεί (V ή σκάφης). Μετά τη φύτευση τα φυτά αφήνονται να αναπτυχθούν ανεµπόδιστα για να παράγουν µέγιστη βλάστηση και ριζικό σύστηµα. Για να γίνει αυτό τα φυτά κλαδεύονται στο τέλος της καλλιεργητικής περιόδου κατά το λήθαργο, όπου αφαιρούνται όλοι οι βλαστοί (κληµατίδες) εκτός από τον πιο δυνατό και σε καλή θέση ο οποίος κλαδεύεται στους 2 οφθαλµούς.
2) Κλάδεµα καρποφορίας:
Μετά τη διαµόρφωση των πρέµνων το κλάδεµα καρποφορίας γίνεται κάθε χρόνο και η διεξαγωγή του απαιτεί εκτός από δεξιοτεχνία, σκέψη και κρίση πριν από κάθε ενέργεια. Στην ποικιλία Σουλτανίνα, λόγω της πολύ µικρής γονιµότητας των οφθαλµών της βάσης του κλήµατος και του κινδύνου τα πρέµνα να ξεφύγουν από το επιθυµητού σχήµα , εφαρµόζεται κατά κανόνα µικτό κλάδεµα. Συνήθως 2-4 κεφαλές διατηρούνται, αλλά το σηµαντικότερο ζήτηµα είναι η θέση που έχουν. Επιλέγουµε αυτούς που βρίσκονται στη διακλάδωση των βραχιόνων και φαίνεται ότι έχουν κάποια πλεονεκτήµατα. Βέβαια, δεν είναι απόλυτα αναγκαίο να αφήσουµε κεφαλές αντικατάστασης αφού σε ορισµένες περιπτώσεις µπορούµε να κρατήσουµε για αµολυτές τις κληµατίδες που έχουν αναπτυχθεί από οφθαλµούς που βρίσκονται στους βραχίονες ή τις κληµατίδες που βρίσκονται στις βάσεις των αµολυτών της προηγούµενης χρονιάς.
Εποχή κλαδέµατος
Το κλάδεµα µπορεί να γίνει από το τέλος της φυσιολογικής φυλλόπτωσης µέχρι την έναρξη της βλάστησης (έκπτυξη οφθαλµών). Γενικά το πολύ πρώιµο και πολύ όψιµο κλάδεµα εξασθενούν τα πρέµνα . Μετά την ολοκλήρωση του ετήσιου κλαδέµατος καρποφορίας ακολουθεί η πρόσδεση των κληµατίδων στα σύρµατα το συστήµατος υποστύλωσης. Συνήθως στα συστήµατα V και σκάφης, το δέσιµο των κληµατίδων γίνεται στα δύο πρώτα σύρµατα (κατώτερα σύρµατα) ώστε να γίνει κάµψη των κληµατίδων και να έρθουν σε οριζόντια θέση και σε σχήµα Η όπως βλέπεις το πρέµνο από πάνω.
Είναι σηµαντικό όσο είναι δυνατό, να µη δένεται η µια κληµατίδα πάνω στην άλλη για να µην έχουµε επικάλυψη βλάστησης και συνθήκες κακού αερισµού των σταφυλιών. Χλωρά κλαδέµατα: Με τον όρο χλωρά κλαδέµατα εννοούµε τις διάφορες επεµβάσεις που γίνονται κατά τη βλαστική περίοδο των πρέµνων. Τα χλωρά ή θερινά κλαδέµατα αποτελούνται από το βλαστολόγηµα, το κορυφολόγηµα, την αφαίρεση ταχυφυών βλαστών, τη χαραγή, το αραίωµα φορτίου και το ξεφύλλισµα. Αποτελούν βασικές καλλιεργητικές φροντίδες που πρέπει να γίνονται έγκαιρα και συστηµατικά στον αµπελώνα.
Βασική
Η βασική λίπανση αποσκοπεί στη δηµιουργία αποθεµάτων P, K και Mg, ώστε να εξασφαλιστεί η κάλυψη των αναγκών των νεαρών πρέµνων στα στοιχεία αυτά 17 τουλάχιστον για τα πρώτα χρόνια της οικονοµικής τους ζωής. Συγχρόνως µπορεί να προστεθεί οργανική ουσία και να διορθωθούν τυχόν προβλήµατα οξύτητας, σύµφωνα πάντα µε την εδαφολογική ανάλυση που πρέπει να έχει προηγηθεί. Μπορεί να γίνει πριν από τη βαθιά άροση όταν πρόκειται για άµεση επαναφύτευση, και σε περίπτωση πολυετούς αγρανάπαυσης ή καλλιέργειας σιτηρών πρέπει να γίνεται το τελευταίο φθινόπωρο πριν τη φύτευση. Συγκεκριµένα, µετά τα πρωτοβρόχια διασκορπίζονται στο έδαφος οι απαιτούµενες ποσότητες λιπασµάτων και στη συνέχεια ενσωµατώνονται µε άροση βάθους 30-40cm.
Γενικά, ανάλογα µε την εδαφολογική ανάλυση χορηγούνται:
Οι ετήσιες ανάγκες του αµπελιού σε Ν κυµαίνονται από 4-6 κιλά/στρέµµα. Οι ετήσιες απαιτούµενες ποσότητες φωσφόρου από το αµπέλι είναι αρκετά περιορισµένες (2-3 kg/στρέµµα P2O5). Οι ετήσιες ανάγκες του αµπελιού σε Κ είναι αρκετά υψηλές, κατά µέσο όρο 8-12kg K2O ανά στρέµµα. Από αυτή την ποσότητα περίπου το 40% αποµακρύνεται κάθε χρόνο, µε την παραγωγή, από τον αµπελώνα.
Επικράτησε η στάγδην άρδευση που βασίζεται στην αρχή της συχνότερης παροχής νερού σε περιορισµένο όγκο εδάφους. Παρέχει ακρίβεια εφαρµογής και οικονοµία νερού. Μπορεί να εφαρµοστεί σε κάθε είδος εδάφους ή τοπογραφίας και έχει τις µικρότερες απώλειες από εξάτµιση. Μπορεί να λειτουργήσει σαν µέσω εφαρµογής λιπασµάτων, εξασφαλίζοντας καλύτερο έλεγχο και υψηλότερη αποτελεσµατικότητα στην εφαρµογή των θρεπτικών στοιχείων. Περιορίζει την εµφάνιση ζιζανίων µόνο στην αρδευόµενη επιφάνεια του εδάφους.
Η καλλιέργεια της μαύρης κορινθιακής σταφίδας είναι μια παραδοσιακή καλλιέργεια, η οποία συναντάται σχεδόν αποκλειστικά στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στις ορεινές, ημιορεινές και πεδινές αγροτικές περιοχές των νομών Αχαΐας, Ηλείας, Μεσσηνίας, Κορινθίας, Ζακύνθου και Κεφαλληνίας. Η μαύρη σταφίδα ήταν γνωστή στην Ευρώπη από τον 12ο ή τον 13ο αιώνα και παράγεται από τις σταφυλές της ποικιλίας Κορινθιακή Σταφίδα.
Κύρια καλλιεργητικά κέντρα της χώρας είναι η βορειοδυτική Πελοπόννησος και τα Ιόνια Νησιά, που συγκεντρώνουν τα 9/10 περίπου των καλλιεργούμενων εκτάσεων. Καλλιεργείται επίσης στην Αυστραλία, την Καλιφόρνια και τη Ν. Αφρική. Σύμφωνα με στοιχεία του ΟΠΕΚΕΠΕ, η έκταση που καλλιεργείται η σταφίδα φτάνει τα 149.000 στρέμματα στη κορινθιακή και τα 120.000 στρέμματα στη σουλτανίνα.
Η σταφίδα μπορεί και αναπτύσσεται σε όλους τους τύπους των εδαφών. Πρέπει να αποφεύγουμε τα πολύ αλατούχα και υγρά εδάφη. Επιλέγουμε εδάφη με καλή στράγγιση και μέσης σύστασης. Το καλύτερο προϊόν της το δίνει όταν καλλιεργείτε σε λόφους και πλαγιές σε ασβεστούχα εδάφη. Το προϊόν υποβαθμίζεται λίγο όταν καλλιεργείται σε κάμπους.
Το φύτεμα του αμπελιού γίνεται σε κανονικές γραμμές που απέχουν μεταξύ τους απόσταση από 30 εκατοστών έως και ένα μέτρο σε δύο κάθετες διευθύνσεις, κατά μήκος και κατά πλάτος. Η απόσταση των φυτών επί της γραμμής είναι μέχρι και δύο μέτρα. Η πυκνότητα φύτευσης και οι αποστάσεις παίζουν μεγάλο ρόλο στην ποιότητα και ποσότητα της παραγωγής. Η φύτευση στην περιοχή, γίνεται κατά τετράγωνα για την διευκόλυνση των διαφόρων εργασιών της φυτείας, λόγω των μεγάλων κλίσεων και για την αντιδιαβρωτική προστασία των εδαφών. Η κατά ισοϋψείς καμπύλες φύτευσης δεν συνιστώνται, γιατί είναι δύσκολη η μηχανοκαλλιέργεια.
Όταν πέσουν τα φύλλα ξεκινάει το κλάδεμα. Οι βραχίονες και οι κληματίδες που δεν βοηθούν στην παραγωγή αφαιρούνται. Το κλάδεμα αποσκοπεί στην διαμόρφωση των σχημάτων και στην διατήρηση του φορτίου. Το σχήμα που έχει επικρατήσει είναι το γραμμικό και το κυπελλοειδές. Το ύψος της σταύρωσης είναι 40-60εκ. Μεγαλύτερη παραγωγή δίνουν τα γραμμικά σχήματα. Οι καλλιεργητικές εργασίες γίνονται πιο εύκολα και η ποιότητα των καρπών είναι ανώτερη.
Την περίοδο του χειμώνα γίνεται η λίπανση της σταφίδας. Μεγαλύτερες ανάγκες σε άζωτο έχει κατά τα πρώτα στάδια ανάπτυξης της η σταφίδα. Κατά το στάδιο καρποφορίας η χρησιμοποίηση υπερβολικής ποσότητας αζώτου, είναι δυνατόν να προκαλέσει αρνητικές επιδράσεις στο χρώμα, στην απορρόφηση του φωσφόρου και του καλίου, στον σακχαρικό τίτλο, στην υδατική οικονομία, στην καρπόδεση, στην γεύση και στο άρωμα. Η σταφίδα θεωρείται φυτό πλούσιο σε κάλιο. Πάντως για την σωστή λίπανση απαιτείται ανάλυση του εδάφους για τον προσδιορισμό της περιεκτικότητας σε λιπαντικά στοιχεία και φυλλοδιαγνωστική.
Η σταφίδα εκτός από τις καλλιεργητικές φροντίδες του αμπελιού χρειάζεται το χαράκωμα του κυρίως κορμού ούτως ώστε να εμποδιστεί η υπερανάπτυξη των ρογών των σταφυλιών. Την περίοδο της άνθησης γίνεται αυτή η διαδικασία όπου λαμβάνει μέρος στον κορμό του φυτού. Αν δεν γίνει αυτή η διαδικασία τα κλήματα πέφτουν σε ανθόρροια–καρπόρρια. Τα ηλικιωμένα και μετρίως εύθραυστα κλήματα σπάνια έχουν ανθόρροια, δημιουργούνται όμως μικρές υπανάπτυκτες ράγες με αποτέλεσμα την μείωση της στρεμματικής απόδοσης και τη μη οικονομική εκμετάλλευση της σταφίδας.
Το χρώμα της μαύρης σταφίδας συνδέεται στενά με την πορεία ωρίμανσης και το βαθμό ωριμότητας: Το γυάλισμα των ραγών εμφανίζεται όταν η περιεκτικότητα σε σάκχαρα πλησιάσει τα 11°Brix. Στα 14-15°Brix το χρώμα γίνεται ερυθρωπό, ενώ το χαρακτηριστικό βαθύ μαύρο χρώμα το αποκτούν οι ράγες στα 25-26°Brix, όπου η αναλογία ξήρανσης και η απόδοση σε σταφίδα λαμβάνουν τη μέγιστη τιμή τους (3,021 και 33,1% αντίστοιχα).
Όλα τα δεδομένα, θεωρητικά, ερευνητικά και εμπειρικά, συγκλίνουν στην έναρξη του τρυγητού όταν ο βαθμός ωριμότητας των σταφυλιών κυμαίνεται μεταξύ 14-15 B° ή 25-26°Brix. Η κοπή των σταφυλιών γίνεται με το χέρι, αφού συνήθως ο ποδίσκος δεν ξυλοποιείται εντελώς. Συνιστάται όμως η χρήση μαχαιριού, για να μην τραυματίζονται οι ράγες.
Η ξήρανση της σταφίδας, γίνεται σήμερα με άμεση ηλιακή ξήρανση, δηλαδή με έκθεση του προϊόντος στην ηλιακή ακτινοβολία. Η ξήρανση των σταφυλιών της κορινθιακής σταφίδας πραγματοποιείται χωρίς προηγούμενη εμβάπτιση σε αλκαλικά διαλύματα, είτε με απευθείας έκθεσή τους στις ηλιακές ακτίνες, είτε υπό σκιά, κάτω από ειδικά στέγαστρα. Διάφορες άλλες μέθοδοι και πρακτικές ξήρανσης που εφαρμόστηκαν κατά τη μακρόχρονη καλλιέργεια της κορινθιακής έχουν εγκαταλειφθεί (Ζωγράφος 1935, Χαιρέτης 1883).
Η ξήρανση στον ήλιο είναι η πιο διαδεδομένη. Γίνεται σε ακάλυπτα χωμάτινα ξηραντήρια (αλώνια) πάνω σε σταφιδόχαρτο, σε ξηραντήρια από σκυρόδεμα και σε τζιβιέρες (σιδερένια ή ξύλινα πλαίσια με συρμάτινη επιφάνεια). Επίσης μπορεί να γίνει σε χωματά ξηραντήρια με κάλυψη. Η διάρκεια της ξήρανσης στα ακάλυπτα ξηραντήρια κυμαίνεται από 10-12 ημέρες. Η ξήρανση στη σκιά δίνει σταφίδα ανώτερης ποιότητας και συνίσταται συνήθως στην ανάρτηση των σταφυλιών σε σύρματα, σε μόνιμο ξηραντήριο- στέγαστρο. Ο χρόνος που χρειάζεται για αυτή τη μέθοδο ξήρανσης είναι 3-4 εβδομάδες.
Μια επιπλέον μέθοδος ξήρανσης για την μαύρη σταφίδα είναι η κοπή και ανάρτηση των σταφυλιών επί των κληματίδων του πρέμνου. Η σταφίδα που παράγεται είναι πολύ καλής ποιότητας λόγω του φυσικού τρόπου ξήρανσης κάτω από τη σκιά του φυλλώματος του πρέμνου.
Με την επεξεργασία που δέχεται εδώ η σταφίδα απαλλάσσεται από τους βοστρύχους, τις κούφιες ράγες και τις ξένες ύλες. Περνάει από διαλογή κατά μέγεθος και κατατάσσεται στην εμπορεύσιμη σταφίδα και το παρακράτημα. Μια μάκινα αποτελείται από τη φτερωτή που δημιουργεί τον αέρα και τέσσερα κόσκινα που κινούνται παλινδρομικά.
Τα σταφιδοεργοστάσια έχουν βελτιώσει πολύ τις συνθήκες τους τα τελευταία χρόνια. Η τοποθέτηση των σταφίδων γίνεται σε πλαστικά κιβώτια και όχι χύμα σε μεγάλους σωρούς. Η υγρασία στην αποθήκη δεν πρέπει να περνάει το 60% και η θερμοκρασία πρέπει να είναι μεταξύ 12-16 βαθμών κελσίου.
Η μαύρη σταφίδα έχει κάποια συγκεκριμένα στάδια βιομηχανικής επεξεργασίας. Αυτά με τη σειρά είναι: η απαλλαγή από τα συσσωματώματα, το λίχνισμα και η διαλογή, η πλύση, η απομίσχωση, η στράγγιση, η χειροδιαλογή και η συσκευασία.
Η επίτευξη υψηλών προτύπων ποιότητας οίνων, γίνεται υψίστης σημασίας στο σύγχρονο αμπελουργικό κόσμο. Αυτό έχει οδηγήσει στην ανανέωση και αναθεώρηση της αμπελουργίας και των γεωργικών τεχνικών, με στόχο την μεγιστοποίηση της ποιότητας και της βιωσιμότητας, μέσω της μείωσης και της αποτελεσματικότερης χρήσης των συντελεστών παραγωγής όπως η ενέργεια, τα λιπάσματα και χημικά σκευάσματα, μειώνοντας παράλληλα το κόστος και διασφαλίζοντας την προστασία του περιβάλλοντος. Η αμπελουργία ακριβείας αντιπροσωπεύει τα παραπάνω και αποτελεί μια διαφοροποιημένη προσέγγιση διαχείρισης με στόχο την ανταπόκριση των πραγματικών αναγκών των πρεμνών εντός του αμπελώνα.
Η Αμπελουργία ακριβείας εφαρμόστηκε για πρώτη φορά στην Αυστραλία και στις ΗΠΑ (Καλιφόρνια) το 1999 σε αμπελώνες που η συγκομιδή γινόταν μηχανικά και ακολούθησε η εφαρμογή της στη Γαλλία. Το 2001 στη Χιλή πραγματοποιήθηκαν πειράματα χωρικής παραλλακτικότητας και ποιότητας των καρπών, ενώ στην Ισπανία, η εφαρμογή της μεθόδου παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 2002. Πολλά ερευνητικά προγράμματα που αφορούν την AA υπάρχουν ήδη πλέον σχεδόν σε όλες τις σημαντικές περιοχές παραγωγής κρασιού του κόσμου συμπεριλαμβανομένων, της Γαλλίας, της Ισπανίας, των ΗΠΑ, της Χιλής, της Νότιας Αφρικής, της Νέας Ζηλανδίας, και της Αυστραλίας, όπου η υιοθέτηση της μεθόδου φαίνεται να είναι πιο προχωρημένη.
Είναι γνωστό ότι σε έναν ενιαίο αμπελώνα η απόδοση μπορεί να διαφέρει σε μεγάλο βαθμό. Αυτή η διαφορά δύναται να επηρεάσει την ποιότητα του καρπού και κατ’ επέκταση του οίνου. Στο παρελθόν, αμπελουργοί και οινοποιοί αντιμετώπιζαν αυτήν την παραλλακτικότητα ως ακανόνιστες διακυμάνσεις και διαχειρίζονταν σαν ομοιόμορφο αμπελοτεμάχιο. Η αμπελουργία ακριβείας είναι αυτή που επιτρέπει την ποσοτικοποίηση και τον ακριβή εντοπισμό της μεταβλητότητας, επιτρέποντας στον αμπελουργό και οινοποιό να αντιδράσει.
Προκειμένου να εφαρμοστεί ολοκληρωμένο σύστημα αμπελουργίας ακριβείας, είναι απαραίτητη η καταγραφή δεδομένων, η επεξεργασία και ανάλυση τους. Αρχικά, πραγματοποιείται συλλογή δεδομένων κατά την διάρκεια της καλλιεργητικής περιόδου που περιλαμβάνουν αναλύσεις εδάφους, οινολογικές αναλύσεις, καταγραφή βασικών μετεωρολογικών δεδομένων και παρατηρούμενων καιρικών φαινομένων, παρατήρηση παθογόνων πληθυσμών και χρόνος εμφάνισης τους, εφαρμογή καλλιεργητικών τεχνικών. Στην συνέχεια με την καταγραφή των παραπάνω δεδομένων και την ανάλυση τους, γίνεται ο καθορισμός ζωνών διαχείρισης που παρουσιάζουν παρόμοια εδαφολογικά, οινολογικά ή αγρονομικά δεδομένα. Με την πάροδο του χρόνου, η συλλογή των καταγεγραμμένων δεδομένων, χρησιμοποιείται για την προγνωστική εκτίμηση της ποιότητας του οίνου.
Η κατάσταση των φυτικών υδάτων είναι ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες που επηρεάζουν τη φυσιολογία της αμπέλου και είναι καθοριστικός παράγοντας της χημείας των σταφυλιών. Όταν η διαθεσιμότητα του εδάφους δεν μπορεί να καλύψει πλήρως τις ανάγκες ανάπτυξης και ανάπτυξης των φυτών, γίνεται αβιοτικός στρεσογόνος παράγοντας των φυτών. Πολλές φυσιολογικές διεργασίες επηρεάζονται όταν τα φυτά υφίστανται πίεση νερού. Για τα αμπέλια συγκεκριμένα, η έλλειψη του νερού αποδείχθηκε ότι επηρεάζει την ανάπτυξη του φυλλώματος, το μικροκλίμα του φυλλώματος, την απόδοση και τη σύνθεση των σταφυλιών, καθώς μειώνει τη στοματική αγωγιμότητα των φύλλων και την καθαρή αφομοίωση άνθρακα, οδηγώντας σε μείωση της φωτοσυνθετικής παραγωγής. Έχει διαπιστωθεί ότι το υδατικό στρες μπορεί να ελεγχθεί σε ένα ήπιο έως μέτριο εύρος στις ερυθρές ποικιλίες, με διάφορες αγρονομικές πρακτικές. Αυτό μπορεί να έχει ευεργετικές επιδράσεις στη χημεία των σταφυλιών, επειδή υδατικό στρες θα καταστέλλει την βλαστική ανάπτυξη της αμπέλου ως ανταγωνιστική διαδικασία για τον περιορισμό των φωτοσυνθετικών πόρων.
Σε έναν αμπελώνα, υπό την ίδια κλιματική κατάσταση, οι διεργασίες που αφορούν στο σύστημα έδαφος-φυτό και το σύστημα ατμόσφαιρας επηρεάζονται αυστηρά από τη χωρική μεταβλητότητα του εδάφους, κατά συνέπεια οδηγούμαστε σε χωρική μεταβλητότητα στην υδατική κατασταση των φυτών αλλά και στη σύνθεση των σταφυλιών. Πολύ σημαντικό ρόλο παίζει και η ηλεκτρική αγωγιμότητα (EC) (ή η αμοιβαία ηλεκτρική αντίσταση) η οποία έχει χρησιμοποιηθεί για την εκτίμηση πολλών μεταβλητών εδάφους καθώς δρα ως συνάρτηση των φυσικών και χημικών ιδιοτήτων του εδάφους, όπως υφή εδάφους, περιεκτικότητα σε υγρασία, συγκέντρωση διαλυμένης ουσίας και θερμοκρασία.
Η ικανότητα εκτίμησης των ιδιοτήτων του εδάφους και της κατάστασης του νερού των φυτών πιο γρήγορα με την εγγύηση της εγγύτητας είναι ευεργετική στους εμπορικούς αμπελώνες, επειδή μπορεί να παρέχει τη δυνατότητα παρακολούθησης και διαχείρισης της χωρικής μεταβλητότητας στο έδαφος με ανταπόκριση, γεγονός που μπορεί να ελαχιστοποιήσει περαιτέρω τις διακυμάνσεις στην τελική σύνθεση μούρων και τη χημεία του κρασιού. Επιπλέον, λόγω της σημασίας της κατάστασης του νερού των φυτών στη χημεία των σταφυλιών, είναι δυνατό να αξιολογηθεί η χημική σύνθεση του μούρου μόλις προσδιοριστεί η σχέση μεταξύ των ηλεκτρομαγνητικών ιδιοτήτων του εδάφους και της κατάστασης του φυτικού νερού.
Για τις ποικιλίες κρασιού, οι φλαβονοειδείς ενώσεις αποτελούν την πιο άφθονη κατηγορία δευτερογενών μεταβολιτών των σταφυλιών και είναι πολύ σημαντικές για τον προσδιορισμό των οργανοληπτικών ιδιοτήτων στο κρασί, όπως το χρώμα, η γεύση, η στοματική αίσθηση και επίσης η δυνατότητα παλαίωσης. Η βιοσύνθεση αυτών των ενώσεων ανταποκρίνεται στην κατάσταση του νερού των φυτών, όπου η μέτρια πίεση του νερού συνήθως είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση της βιοσύνθεσης των φλαβονοειδών.
Με βάση την καταγεγραμμένη μεταβλητότητα στους αμπελώνες, η ζωνοποίηση του αμπελώνα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την ελαχιστοποίηση της μεταβλητότητας μεταξύ ζωνών που συνδυάζονται με στοχευμένες αγρονομικές πρακτικές. Η επιλεκτική συγκομιδή είναι ένα παράδειγμα αυτών των πρακτικών όταν τα φρούτα συλλέγονται διαφορετικά ή διαχωρίζονται σε διάφορες παρτίδες πριν από τη ζύμωση για την παραγωγή κρασιού με διαφορετικές κατατάξεις ή χαρακτηριστικά. Αυτή η προσέγγιση μπορεί να συνδυάσει τα μεταβλητά στάδια ωρίμανσης που μπορεί να συμβούν εντός του αμπελώνα, όπου τα σχετικά άγουρα φρούτα θα προσδίδουν άγουρα χαρακτηριστικά στα τελικά κρασιά. Η μεταβλητότητα στην παραγωγικότητα και τη σύνθεση των σταφυλιών είναι αναπόφευκτη σε ένα πολύπλοκο σύστημα όπως είναι ένας αμπελώνας, ωστόσο είναι σημαντικό να μπορούμε να την ελαχιστοποιούμε τη μεταβλητότητα ώστε να εξασφαλίζουμε την ίδια σχετικά ωριμότητα για την επιλογή του τρύγου και η επιλεκτική συγκομιδή μπορεί να παρέχει έναν άμεσο τρόπο για να ικανοποιηθεί αυτός ο σκοπός.
Πηγές
Βιβλίο Αμπελογραφίας Μανόλης Ν. Σταυρακάκης
Ειδική αμπελουργία, ΙΙ. Θέματα αμπελογραφίας", Μανώλη Ν. Σταυρακάκη, Αναπληρωτής καθηγητής Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών.