Το σιτάρι (Triticum) είναι ένα από τα πρώτα φυτά που εξημέρωσε και καλλιέργησε ο άνθρωπος. Η ευρεία προσαρμοστικότητα του φυτού αλλά και ο μεγάλος αριθμός των βελτιωμένων ποικιλιών που έχουν δημιουργηθεί χαρακτηρίζουν το φυτό ως το πιο διαδεδομένο στον κόσμο. Ο καρπός, μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην παρασκευή αλκοολούχων ποτών, στην παραγωγή βιοαιθανόλης, στη βιομηχανία των καλλυντικών, στην παραγωγή αμύλου και γλουτένης και σε βιομηχανικές χρήσεις για τη διατροφή των ζώων. Επίσης, το άχυρο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για κτηνοτροφή ως υλικό στρωμνής και για παραγωγή βιοκαυσίμου.
Κάθε χρόνο στην ελλάδα καλλιεργούνται 1,5 εκατομμύρια στρέμματα μαλακό σιτάρι με παραγωγή από 450 έως 550 χιλιάδες τόνους και 5,5 εκατομμύρια στρέμματα σκληρό σιτάρι με παραγωγή 1200 - 1500 χιλιάδες τόνους. Οι κυριότερες σιτοπαραγωγικές περιοχές στη χώρα μας είναι η Μακεδονία, η Θεσσαλία, η Θράκη και η Στερεά Ελλάδα. Οι μέσες στρεμματικές αποδόσεις κυμαίνονται μεταξύ 280-320 και μεταξύ 260-300 kg/στρέμμα για το μαλακό και το σκληρό σιτάρι αντίστοιχα.
Το σιτάρι είναι ένα φυτό που καλλιεργείται σε όλο τον κόσμο. Είναι το δεύτερο παγκοσμίως σε συγκομιδή δημητριακό, μετά τον αραβόσιτο, με τρίτο το ρύζι. Ο καρπός του σίτου είναι μια βασική τροφή, που χρησιμοποιείται στην παρασκευή αλευριού, ζωοτροφών και ως πρώτη ύλη στην παρασκευή αλκοολούχων ποτών και καυσίμων.
Βασίλειο: |
Plantae (Φυτά) |
Συνομοταξία: |
Magnoliophyta (Αγγειόσπερμα) |
Ομοταξία: |
Liliopsida (Μονοκοτυλήδονα) |
Τάξη: |
Cyperales (Κυπειρώδη) |
Οικογένεια: |
Poaceae (Ποοειδή) |
Γένος: |
Triticum (Σίτος) |
Ριζικό σύστημα
Τα σιτηρά έχουν 2 ειδών ρίζες, τις εμβρυακές και τις μόνιμες. Οι εμβρυακές ρίζες προέρχονται από τον σπόρο κατά το φύτρωμα και βγαίνουν στο βάθος σποράς. Χρησιμεύουν για την διατροφή του φυτού, ώσπου να δημιουργηθούν οι μόνιμες ρίζες. Κύρια ρίζα δεν παρατηρείται. Ο τύπος της ρίζας είναι ο θυσανωτός. Στο σιτάρι οι εμβρυακές ρίζες είναι 3-5.
Στελέχη
Από τα χαρακτηριστικά του στελέχους μας ενδιαφέρουν ιδιαίτερα το ύψος και το πάχος, γιατί έχουν σχέση με το πλάγιασμα. Το συνηθισμένο ύψος κυμαίνεται από 60-150 ογπ, ανάλογα την ποικιλία, τη γονιμότητα και την υγρασία του χωραφιού. Όσο κοντύτερο και παχύτερο είναι το στέλεχος τόσο ανθεκτικότερο είναι το σιτηρό στο πλάγιασμα. Το φυτό του σιταριού μπορεί να αποκτήσει περισσότερα από 1 στελέχη λόγω του αδελφώματος, δεν παράγουν όλα όμως γόνιμο στάχυ.
Φύλλα
Το φύλλο αποτελείται από 2 μέρη κολεό και το έλασμα. Ο κολεός περιβάλλει το καλάμι. Το έλασμα είναι στενόμακρο και συνήθως στριμμένο προς τα δεξιά, ενώ στη βρώμη προς τα αριστερά. Στο μέρος όπου ενώνεται ο κολεός με το έλασμα, υπάρχει συνήθως ένα μικρό μεμβρανώδες εξάρτημα που καλείται γλωσσίδιο. Δίπλα στο γλωσσίδιο υπάρχουν 2 άλλα εξαρτήματα τα ωτίδια που περιβάλλουν το καλάμι.
Άνθη
Στην κορφή του στελέχους το σιτηρό φέρει την ανθοταξία που φέρει τα σταχίδια, τα οποία είναι τοποθετημένη εναλλάξ πάνω στον κύριο άξονα που λέγεται ράχη. Η ταξιανθία λέγεται στάχυς. Στην βρώμη η ταξιανθία είναι φόβη.
Καρπός
Ο καρπός των σιτηρών είναι καρύοψη, όπου το έμβρυο και το ενδοσπέρμιο γεμίζουν την κοιλότητα της ωοθήκης και συμφύονται με το περικάρπιο. Στα κριθάρια όμως, το περικάρπιο ενώνεται εντελώς με τον χιτώνα και την λεπίδα και τα εσωτερικά λέπυρα παραμένουν προσκολλημένα στον κόκκο.
Ο καθαρισμός και η απολύμανση του σπόρου του σιταριού αποτελούν τα πρώτα στάδια της καλλιεργητικής φροντίδας του φυτού. Η απολύμανση αποσκοπεί στον έλεγχο ορισμένων ασθενειών που μεταφέρονται με το σπόρο (κυρίως του δαυλίτη), αλλά και στην προστασία του σπόρου και των αρτιβλάστων από προσβολές μυκήτων εδάφους. Η βλαστικότητα του δείγματος του σπόρου, που θα εξασφαλίσει μια ικανοποιητική ανάδυση και ομοιόμορφη φυτεία, θα πρέπει να ξεπερνά το 90%. Υψηλη βλαστικότητα έχουν σπόροι υγιείς, απαλλαγμένοι από λήθαργο και αποθηκευμένοι σε κατάλληλες συνθήκες υγρασίας και θερμοκρασίας. Παλαιότερα η σπορά γινόταν με το χέρι ή με λιπασματοδιανομέα. Σήμερα, το σιτάρι σπέρνεται σε γραμμές με σπαρτικές μηχανές μικρών σιτηρών. Οι αποστάσεις μεταξύ των γραμμών κυμαίνονται από 12 έως 20cm, μεταξύ των σπόρων πάνω στη γραμμή από 2.5 έως 5cm.
Το σιτάρι σπέρνεται στην Ελλάδα σχεδόν αποκλειστικά κατά το φθινόπωρο-χειμώνα. Ο καθορισμός του καταλληλότερου χρόνου σποράς επηρεάζεται:
Το σιτάρι σπέρνεται σήμερα σε γραμμές με σπαρτικές μικρών σιτηρών. Η χύδην επιφανειακή σπορά, που παλαιότερα αποτελούσε τη συνηθισμένη πρακτική, σήμερα έχει περιοριστεί στις περισσότερο καθυστερημένες περιοχές. Άριστο βάθος είναι τα 5cm.
Α. Κλιματικές απαιτήσεις
Το σιτάρι, όπως και τα περισσότερα δημητριακά, ευδοκιμούν σε δροσερά κλίματα ενώ τα θερμά, υγρά κλίματα συχνά καταστρέφουν τη σοδειά λόγω ασθενειών. Αν και το σιτάρι προτιμά τα δροσερά κλίματα, δεν αναπτύσσεται τόσο βόρεια όσο η σίκαλη και η βρώμη. Η περίοδος καλλιέργειας του σίτου διαρκεί περίπου 90 ημέρες και το σιτάρι απαιτεί επίσης ιδανικά έδαφος χωρίς ανταγωνισμό από άλλα φυτά, που θα μπορούσαν να μειώσουν την παροχή νερού και ενδεχομένως να εμποδίσουν το ηλιακό φως. Ωστόσο, είναι γνωστό ότι αναπτύσσεται εύκολα παρουσία ζιζανίων (Arzani, 2011).
Β. Εδαφολογικές απαιτήσεις
Ο σίτος μαζικής καλλιέργειας απαιτεί εδάφη πλούσια σε άζωτο και ανόργανα υλικά, όπως κάλιο, ασβέστιο και φωσφορικό οξύ (Katz, 2003). Αντίθετα, τα άγρια σιτάρια, όπως . το einkorn και το emmer, δεν αναπτύσσονται σε εδάφη πλούσια σε άζωτο και προτιμούν αργιλώδη εδάφη Τα σιτάρια καλλιεργούνται εύκολα λόγω της ικανότητάς τους να αναπτύσσονται σε περιοχές με αραιές βροχοπτώσεις, επειδή οι ρίζες τους έχουν την ικανότητα να απορροφούν θρεπτικά συστατικά από το ξηρό ανώτερο έδαφος, αρκεί να έχουν πρόσβαση σε υγρό χαμηλότερο έδαφος. Μια άλλη λειτουργία των ριζών τους, η οποία καθιστά το σιτάρι ιδιαίτερα προσαρμοστικό στην ξηρασία και την ανεπάρκεια θρεπτικών ουσιών, είναι η ικανότητα επέκτασης των ριζών του σε βαθύ έδαφος ώστε να αποκτά πρόσβαση σε κατώτερα εδάφη πλούσια σε θρεπτικά συστατικά που κανονικά δεν θα μπορούσαν να προσεγγιστούν. Το σιτάρι, συμπεριλαμβανομένων και άλλων δημητριακών, μπορεί επίσης να ανεχθεί υψηλά επίπεδα χαλκού και ψευδαργύρου, καθιστώντας το πολύ σταθερά σοδειά. Το σιτάρι έχει την ικανότητα να παράγεται οποιαδήποτε στιγμή του έτους, καθιστώντας το πολυετές φυτό. Αυτό οφείλεται στη μοναδική ικανότητα του σίτου να φυτεύεται οπουδήποτε από τη στάθμη της θάλασσας σε υψόμετρα τριών χιλιάδων μέτρων να αναπτυχθεί σε οποιοδήποτε εύκρατο κλίμα παγκοσμίως.
Το σιτάρι χρησιμοποιείται για:
α) αλευροποιία.
β) αρτοποιία
γ) παραγωγή ζυμαρικών
α) Ως ζωοτροφή το σιτάρι είναι περισσότερο θρεπτικό από τους καρπούς των άλλων σιτηρών (πλουσιότερο σε πρωτεΐνη, έχει χαμηλό ποσοστό ινωδών ουσιών, ενώ δεν υστερεί σε άμυλο και άλατα). Πρέπει να μη χορηγείται ψιλοκομμένο γιατί μπορεί να δημιουργεί δύσπεπτες μάζες στο στομάχι των ζώων.
β) Για βιομηχανικές χρήσεις. Σπάνια χρησιμοποιείται για παραγωγή αλκοόλης. Επίσης μπορεί να εξάγονται κολλητικές ουσίες από τις πρωτεΐνες και το άμυλο.
Άχυρα
Το σιτάρι καλλιεργείται κυρίως ως ξηρικό, αν και αντιδρά θεαματικά στην άρδευση. Σε περιοχές με υψηλές βροχοπτώσεις δεν υπάρχει ανάγκη για άρδευση παρά μόνο κατά τις ξηρές χρονιές. Αντίθετα, σε περιοχές με χαμηλά ύψη βροχής, συμπληρωματικές αρδεύσεις διασφαλίζουν αποδόσεις στις καλλιέργειες σε ικανοποιητικά επίπεδα.
Από μελέτη που έχει γίνει της πορείας της ημερήσιας υδατοκατανάλωσης φαίνεται ότι αυτή είναι ελάχιστη από το φύτρωμα μέχρι το τέλος του αδελφώματος. Υπερεπάρκεια νερού σε αυτή την περίοδο έχει ανεπιθύμητες επιδράσεις. Πάντως στην περίοδο αυτή συνήθως δεν υπάρχει πρόβλημα έλλειψης νερού. Οι απαιτήσεις αυξάνουν γρήγορα κατά το χρόνο που παρατηρείται ο μέγιστος ρυθμός βλαστητικής ανάπτυξης και η αιχμή τοποθετείται γύρω στην άνθηση.
Οι απαιτήσεις του σιταριού σε μακροστοιχεία μπορεί να εκτιμηθούν από χημικές αναλύσεις των φυτών κατά την ανάπτυξή τους. Στον παρακάτω πίνακα φαίνεται η ολική περιεκτικότητα των φυτών σε διάφορα ανόργανα θρεπτικά συστατικά καθώς και η περιεκτικότητα μόνο των στάχεων. Από τα δεδομένα προκύπτει ότι σημαντικά ποσά ορισμένων στοιχείων (καλίου, ασβεστίου, μαγνησίου και θείου) παραμένουν στα βλαστητικά όργανα των φυτών και επομένως επιστρέφουν στο έδαφος μετά τη συγκομιδή. Αντίθετα, η μεγάλη μάζα του αζώτου και του φωσφόρου συσσωρεύεται στους καρπούς.
Η μέγιστη περιεκτικότητα μιας φυτείας χειμωνιάτικου σιταριού σε μακροστοιχεία και νάτριο, καθώς και η περιεκτικότητα των στάχεων.
Θρεπτικό στοιχείο |
Περιεκτικότητα (kg/στρ.) |
|
Ολική |
Στάχεων |
|
Άζωτο |
12.8 |
9.7 |
Φωσφόρος |
2.7 |
2.3 |
Κάλι |
20.7 |
2.9 |
Ασβέστιο |
2.7 |
0.3 |
Μαγνήσιο |
1.1 |
0.6 |
Θείο |
1.9 |
0.3 |
Νάτριο |
0.4 |
0.1 |
Η επιλογή της καταλληλότερης μεθόδου μηχανικής συγκομιδής σιταριού μεταξύ του θεραλωνισμού και του αλωνισμού μετά από θερισμό και ξήρανση κατά λωρίδες στον αγρό, εξαρτάται από αρκετούς παράγοντες. Γενικά ο θερισμός και αλωνισμός μετά από ξήρανση κατά λωρίδες στον αγρό μειώνει συγκριτικά με το θεραλωνισμό τις απώλειες συγκομιδής σε ποικιλίες που "τινάζουν" τους καρπούς και η διαφορά με το θεραλωνισμό είναι μεγαλύτερη όσο υψηλότερο είναι το ποσοστό υγρασίας των καρπών κατά το θερισμό. Αντίθετα σε ποικιλίες που δεν "τινάζουν" δεν παρατηρούνται αυξημένες απώλειες με το θεραλωνισμό με τον οποίο συνήθως αποφεύγεται η τεχνητή ξήρανση των καρπών. Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι τυχόν βροχοπτώσεις κατά τη συγκομιδή αυξάνουν περισσότερο τις απώλειες στα ήδη θερισμένα φυτά, ενώ οι χαμηλόσωμες ποικιλίες συνήθως δεν διευκολύνουν το σχηματισμό λωρίδων στον αγρό επειδή έχουν υψηλά στελέχη.
Η παραγωγή των σπόρων του σιταριού είναι εποχιακή, ενώ η κατανάλωση τους συνεχής, συνεπώς η αποθήκευση τους είναι απαραίτητη. Η αποθήκευση είναι ασφαλής όταν συγχρόνως η ποσότητα και η ποιότητα του αποθηκευμένου σπόρου παραμένουν αμετάβλητες.
Η αποθήκευση των σπόρων γίνεται με την ενσάκισή τους ή χύμα στην αποθήκη του παραγωγού, συνηθέστερα στους αποθηκευτικούς χώρους των αγοραστών, που είναι απλές αποθήκες και σιλό μεταλλικά ή από μπετόν, διαφόρων μεγεθών και διαστάσεων. Ενώ τα ενσακισμένα σιτηρά με απλές επεμβάσεις μπορούμε να τα συντηρήσουμε για μακρύ χρονικό διάστημα χωρίς να υποστούν αλλοιώσεις, τα χύμα αντίθετα διατρέχουν πολλούς κινδύνους να αλλοιωθούν.
1)Παρασιτικό πλάγιασμα
Οφείλεται στο μύκητα Cercosporella herpotrichoides, κατά τον οποίο παρατηρείται πλάγιασμα των σιτηρών που προκαλείται από την καταστροφή ιστών του στελέχους.
Καταπολέμηση:
2)Σήψη ριζών και στελέχους
Οφείλεται στον μύκητα Ophiobolus graminis.
3)Ελμινθοσπορίωση
Οφείλεται στον μύκητα Helminthosporium sativum.
4) Ριζοκτονίαση
Οφείλεται στον μύκητα Rhizoctonia Solani.
5) Φουζαριώσεις
Οφείλονται στον μύκητα του γένους Fusarium.
6) Ελμινθοσπορίωση κριθαριού
Το κριθάρι προσβάλλεται από 2 μύκητες του γένους Helminthosporium: Τον Η. gramineum που προσβάλλει κριθάρια ανοιξιάτικά ή φθινοπωρινά και τον Η. terres που προσβάλλει το κριθάρι όψιμης σποράς.
7) Ρυγχοσπορίωση
Οφείλεται στον μύκητα Rhynchosporium secalis.
8) Σκωριάσεις
α) Μαύρη σκωρίαση
Οφείλεται στον μύκητα Puccinia graminis.
β) Καστανή σκωρίαση σίκαλης
Οφείλεται στον μύκητα Puccinia recóndita.
γ) Κίτρινη σκωρίαση
Οφείλεται στον μύκητα Puccinia striformis
8) Ωίδιο
Οφείλεται στον μύκητα Erysiphe graminis.
9) Σεπτωρίωση
Οφείλεται στον μύκητα Septoria Tritici.
10) Άνθρακες
Τα παθογόνα που προσβάλλουν τα σιτηρά είναι τρία: Ustilago triciti (Γυμνός άνθρακας σιταριού), Ustilago hordei (Γυμνός άνθρακας κριθαριού) και Ustilago avenae (Γυμνός άνθρακας βρώμης).
11) Δαυλίτης
Οφείλεται στους μύκητες Tilletia caries και Tilletia foetida.
1)Κηκιδόμυγες
Η κηκιδόμυγα του σιταριού (Contatinia tritici) και η κηκιδόμυγα του κριθαριού (Silodiplosis mosellana) προσβάλλουν τα σιτηρά και προκαλούν αρκετές ζημιές.
Καταπολέμηση: γίνεται όταν καθοριστεί η ένταση της προσβολής με ειδικά εντομοκτόνα.
2) Βρωμούσες
Οι βρωμούσες Eurygaster maura, Eurygaster austriaca, υποβαθμίζουν ποιοτικά τα σιτηρά. Η καταπολέμηση γίνεται με χρήση εντομοκτόνων (πυρεθροειδή) όταν ο πληθυσμός τους έχει ξεπεράσει το όριο ανοχής.
3)Αγροτίδες (Aqrotis spp)
Οι προνύμφες τρώνε τα νεαρά φυτά, κόβοντας τα στελέχη στην επιφάνεια του εδάφους. Η καταπολέμηση γίνεται με ειδικά εντομοκτόνα.
4) Αφίδες
Οι αφίδες που μπορούν να προκαλέσουν ζημιές στα σιτηρά είναι: Ropalosiphum padi, Sitobion avenae, Metapoiophium dirhordum.
5) Θρίπας
Τα ακμαία του Θρίπα ωοτοκούν την άνοιξη μεταξύ στελέχους και κολεών και οι εξερχόμενες προνύμφες προσβάλλουν τους στάχεις που δεν έχουν εμφανισθεί ακόμη απομυζώντας τις ωοθήκες των ανθέων.
7) Σιδηροσκώληκες
Ζουν στο έδαφος και τρέφονται με σπόρους ρίζες και οργανική ύλη. Η μεγαλύτερη ζημιά απ' αυτόν τον εχθρό προκαλείται από τις προνύμφες την άνοιξη.
8) Κάραβος
Τα τέλεια έντομα εξέρχονται το Μάϊο και προσβάλλουν τους καρπούς στο στάχυ κατά τη νύχτα. Ωοτοκούν το καλοκαίρι και το φθινόπωρο και οι προνύμφες προσβάλλουν τη νύκτα τα φύλλα και τα στελέχη του σιταριού. Οι προσβολές απ' αυτόν τον εχθρό συνεχίζονται όλο το χειμώνα και την επόμενη άνοιξη οι προνύμφες νυμφώνονται στο έδαφος.
9) Χλώροπας
Το ακμαίο εμφανίζεται την άνοιξη (Μάϊος) και γεννά στη βάση του στάχυ μια ανοιχτοπράσινη προνύμφη που αρχικά προσβάλλει το κάτω μέρος του στάχυ και στη συνέχεια κατεβαίνει στο καλάμι όπου γίνεται νύμφη στο ύψος του 1ου-2ου κόμβου. Διέρχεται το καλοκαίρι στα υπολείμματα της καλλιέργειας και το φθινόπωρο εξέρχονται τα ακμαία της δεύτερης γενιάς που γεννούν στη βάση των νεαρών φυτών. Οι προνύμφες τρώνε τον κόμβο εσωτερικά και νυμφώνονται επιτόπου.
10) Οσινέλλα
Η πρώτη γενιά των ακμαίων εμφανίζεται την άνοιξη και ωοτοκούν στα νεαρά φύλλα του σιταριού. Οι προνύμφες τρώνε τα φύλλα και το εσωτερικό του στελέχους όπου και νυμφώνονται. Η δεύτερη γενιά αυτού του εχθρού εμφανίζεται πριν την ωρίμανση και οι προνύμφες προσβάλλουν το στάχυ προκαλώντας πτώση των καρπών. Η τρίτη γενιά εμφανίζεται το φθινόπωρο σε αυτοφυή αγρωστώδη.
Οι προνύμφες του εχθρού προσβάλλουν τα φυτά του σιταριού από το φθινόπωρο μέχρι την άνοιξη. Το φθινόπωρο προσβάλλουν τα νεαρά φύλλα που συστρέφονται χαρακτηριστικά και μετακινούνται προς το στρόβιλο και το κορυφαίο μερίστωμα. Την άνοιξη προσβάλουν τα άνθη και εισέρχονται στην ωοθήκη όπου μεταπίπτουν σε ακμαία τα οποία γονιμοποιούνται και ωοτοκούν. Από τα αυγά εκκολάπτονται οι προνύμφες που περικλείονται από τα περιβλήματα των καρπών.
Συνήθως το σιτάρι ανταγωνίζεται επιτυχώς τα περισσότερα ζιζάνια σε περιοχές με ψυχρούς και σχετικά ξηρούς χειμώνες γιατί φυτρώνει και εγκαθίσταται όταν τα περισσότερα ζιζάνια είναι αδρανή. Την άνοιξη, όταν οι συνθήκες είναι ευνοϊκές η καλλιέργεια αναπτύσσεται ταχύτατα και ανταπεξέρχεται με επιτυχία στον ανταγωνισμό. Τα θερινά ζιζάνια δεν αποτελούν πρόβλημα. Προβλήματα συνήθως ανακύπτουν όταν το φύτρωμα είναι ανομοιόμορφο.
Τα κυριότερα ζιζάνια που στα χειμερινά σιτηρά είναι η αγριοβρώμη, η φάλαρη, η ήρα, η κολλιτσίδα, η παπαρούνα, η αγριομαργαρίτα, η βρούβα, ο αγριοβίκος, το μίλιο κ.α. Εκτός από τα προληπτικά μέτρα, την αμειψισπορά και τις καλλιεργητικές εργασίες η κυριότερη μέθοδος καταπολέμησης ζιζανίων είναι η χημική ζιζανιοκτονία με αγρωστωδοκτόνα, πλατυφυλλοκτόνα προφυτρωτικά ή μεταφυτρωτικά.
Ένα ολοκληρωμένο σύστημα ελέγχου των ζιζανίων πρέπει να περιλαμβάνει τις παρακάτω δραστηριότητες:
α. Σωστή προετοιμασία του εδάφους,
β. Έγκαιρη και σωστή σπορά κάτω από άριστες συνθήκες,
γ. Εφαρμογή προφυτρωτικής ζιζανιοκτονίας.
δ. Έλεγχος ζιζανίων μεταφυτρωτικά.
ε. Εναλλαγή του σιτηρού κάθε τρία χρόνια με σκαλιστική καλλιέργεια εφ' όσον είναι εφικτό και οικονομικά όχι υποδεέστερη.
στ. Περιορισμός στην αλόγιστη χρήση λιπασμάτων που αυξάνουν την ευαισθησία της καλλιέργειας στα ζιζανιοκτόνα.
ζ. Εναλλαγή των ορμονικών ζιζανιοκτόνων με άλλα. η. Επιλογή της κατάλληλης ποικιλίας για τη περιοχή και σπορά στην κατάλληλη πυκνότητα.
Καθώς οι εκτατικές καλλιέργειες αναφέρονται πάντα σε αρκετά μεγάλες εκτάσεις, έτσι η γεωργία ακριβείας φαντάζει ο ιδανικός σύμμαχος για έναν αγρότη αυτών των καλλιεργειών, όπως είναι το σιτάρι. Παρακάτω θα δούμε τις μεθόδους γεωργίας ακριβείας που χρησιμοποιούνται στη σημαντικότερη, από πλευράς έκτασης εκμετάλλευσης, καλλιέργειας στον πλανήτη.
Πρωταρχικό βήμα σε καλλιέργειες τέτοιων εκτάσεων είναι ο διαχωρισμός σε ζώνες διαχείρισης, ούτως ώστε να εφαρμοστούν οι διάφορες μέθοδοι γεωργίας ακριβείας αποτελεσματικά.
Επόμενο μέλημα είναι ένας μετεωρολογικός σταθμός ο οποίος μπορεί να αποβεί πολύ σημαντικός για το σιτάρι, καθώς ο αγρότης μπορεί να λαμβάνει δεδομένα ακόμα και στο κινητό του για τον καιρό και το περιβάλλον στον αγρό, όπως την υγρασία του εδάφους, την ταχύτητα του αέρα, τη θερμοκρασία, κλπ.
Μία άλλη μέθοδος είναι η χαρτογράφηση του αγρού. Αυτό γίνεται είτε με τη βοήθεια δορυφορικών φωτογραφιών, είτε ακόμα καλύτερα μέσω φωτογραφιών που τραβήχτηκαν από drone (εναέρια, μη επανδρωμένα μέσα) με απλές, υπερφασματικές ή θερμικές κάμερες. Ακόμα μπορούν να δημιουργηθούν χάρτες παραγωγής για μία καλύτερη εικόνα του αγρού μέσω αισθητήρων στη θεριζοαλωνιστική μηχανή. Τα δεδομένα αυτά σε συνδυασμό με την χαρτογράφηση που έχει επέλθει με τηλεσκοπικά μέσα, μπορούν να είναι χρήσιμα με το κατάλληλο πρόγραμμα (software) όπως για παράδειγμα το GIS, λογισμικό που χρησιμοποιείται για την επεξεργασία δεδομένων και χαρτών, συνδυαστικά με τη χαρτογράφηση που έχει γίνει έχοντας ένα GPS ικανό για να ελέγχει την ακριβή τοποθεσία.
Τα drones και τα επίγεια μέσα όμως, μπορούν να φανούν χρήσιμα και σε καλλιεργητικές εργασίες. Οι ψεκασμοί μπορούν να εφαρμοστούν μέσω αυτών ώστε να μην υπάρχει μεγάλο ποσοστό απορροών, σαφώς ακολουθώντας πάντα τα πρότυπα και κανονισμούς για τους ψεκασμούς. Με την χρήση ενός drone δεν υπάρχει αντίστοιχη διασπορά, όπως σε ένα τυπικό ψεκαστικό μηχάνημα κάνοντας τον ψεκασμό πιο ακίνδυνο και ευκολότερο, καθώς ο χειρισμός του drone γίνεται από απόσταση. Ακόμα μέσω των κατάλληλων αισθητήρων μετρώνται οι δείκτες βλάστησης (πχ. NDVI και NDRE). Με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται καλύτερος έλεγχος της παραγωγής με πρόβλεψή της και συνάμα έλεγχο για πιθανές ελλείψεις στη λίπανση ή την άρδευση, όπως και για την ύπαρξη ασθενειών και ζιζανίων. Επίσης, Με αυτόν τον τρόπο, η γεωργία ακριβείας μπορεί να βοηθήσει στις στοχευμένες εισροές ώστε να μην είναι η καλλιέργεια οικονομικά και περιβαλλοντικά ασύμφορη.
Τέλος, ένα χρήσιμο εργαλείο στην γεωργία ακριβείας είναι η μέτρηση της ηλεκτρικής αγωγιμότητας του εδάφους. Με αυτόν τον τρόπο αναγνωρίζουμε τη μεταβλητότητα του εδάφους, έχοντας πληροφορίες βασικές για τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να επέμβουμε με τις διάφορες εισροές (πχ. άρδευση), όπως το πορώδες αλλά και την αλατότητα του εδάφους.
Η συλλογή όλων αυτών των δεδομένων μπορεί να αποθηκευτεί στο λεγόμενο Internet of Things, όπου σε βρίσκονται βάσεις δεδομένων με τα εκάστοτε χαρακτηριστικά της καλλιέργειας, στην προκειμένη περίπτωση του σιταριού, προκειμένου να ειδοποιείται ο αγρότης, σύμφωνα και με παλαιότερα δεδομένα δικά του, ή αγροτών της ίδιας περιοχής, για το ποιες αποφάσεις πρέπει να λάβει ώστε να επέμβει στο χωράφι του έγκαιρα και χωρίς υπερβολές.
Κατά το 2022, στο Ηνωμένο Βασίλειο, αναφέρθηκε μεγάλο πρόβλημα στην καλλιέργεια του σιταριού από το ζιζάνιο Αλεπονουρά και η λύση ήρθε από την γεωργία ακριβείας. Αναπτύσσεται ψεκαστικό μηχάνημα το οποίο με κάμερες που θα βρίσκονται στα μπεκ, αναγνωρίζουν αν περνάει το ψεκαστικό πάνω από το ζιζάνιο αυτό και εφαρμόζοντας την κατάλληλη δόση για να το εξαλείψει. Παράλληλα, θα στέλνει δεδομένα για το ζιζάνιο πίσω στον υπολογιστή.
Το άροτρο αποτέλεσε και εξακολουθεί να αποτελεί ακόμη, το βασικότερο εργαλείο της κύριας κατεργασίας του εδάφους. Για δεκάδες αιώνων υπήρξε το εργαλείο - σύμβολο της γεωργίας.
Τα άροτρα διακρίνονται σε άροτρα με υνία ή υνάροτρα, που αποτελούν και τον κλασικό τύπο, καθώς και σε άροτρα με δίσκους (δισκάροτρα). Στα άροτρα μπορεί να συμπεριληφθούν επίσης εργαλεία που δεν κάνουν πραγματικό όργωμα αλλά ψευδοόργωμα όπως οι καλλιεργητές βαρέος τύπου (chisel) κ.ά. Στην κατηγορία των αρότρων περιλαμβάνονται επίσης και ειδικά εργαλεία που αναφέρονται ως ειδικά άροτρα. Συνήθως στον όρο "άροτρα" περιλαμβάνονται τα υνάροτρα
Το υνάροτρο είναι ίσως το σημαντικότερο εργαλείο κατεργασίας του εδάφους που χρησιμοποιείται σ' όλο τον κόσμο. Με το υνάροτρο το έδαφος κόβεται σε λωρίδες, χαλαρώνεται, θρυμματίζεται και αναστρέφεται ενσωματώνοντας στο έδαφος σχεδόν ό,τι υπάρχει στην επιφάνεια.
Οι καλλιεργητές (cultivators ή field cultivators) είναι εργαλεία τα οποία χρησιμοποιούνται κυρίως για δευτερεύουσα κατεργασία. Είναι κατάλληλοι για θρυμματισμό των μεγάλων βώλων. Προκαλούν την άνοδό τους καθώς και άλλων υλικών που υπάρχουν στο έδαφος (πέτρες, ρίζες) στην επιφάνεια και διαλογή τους κατά μέγεθος. Στην επιφάνεια ανέρχονται οι μεγάλοι βώλοι ενώ στα βαθύτερα στρώματα κατευθύνεται η λεπτή γη. Είναι επίσης κατάλληλοι για εκρίζωση, καταστροφή και μερική ενσωμάτωση των ζιζανίων, καθώς και 27 για ρύθμιση της υγρασίας και του αερισμού του εδάφους. Χρησιμοποιούνται πολλές φορές και για την τελική προετοιμασία του εδάφους για σπορά, αντικαθιστώντας σβάρνες, κατεργαζόμενοι το έδαφος επιφανειακά. Μπορούν ακόμη να χρησιμοποιηθούν και για ενσωμάτωση ζιζανιοκτόνων και άλλων φυτοφαρμάκων.
Στις κλασικές μηχανές γραμμικής σποράς η διασπορά είναι μηχανική και η μεταφορά του σπόρου, από το διασπαρτικό σύστημα μέχρι το έδαφος, γίνεται με βαρύτητα. Περιλαμβάνουν τα βασικά εξαρτήματα που αναφέρθηκαν, όπως πλαίσιο, δοχείο σπόρου, διασπαρτικό σύστημα, σύστημα μεταφοράς, σύστημα διάνοιξης της αυλακιάς, συστήματα κάλυψης του σπόρου και βοηθητικούς μηχανισμούς.
Στις μηχανές αυτού του τύπου η διασπορά είναι μηχανική ενώ η μεταφορά του σπόρου από το διασπαρτικό σύστημα μέχρι το έδαφος γίνεται με ρεύμα αέρα (πνευματική). Οι μηχανές αυτές είναι γνωστές επίσης στην αγγλική βιβλιογραφία και ως "air seeders, jet drills ή pneumatic drills". Περιλαμβάνουν αντίστοιχους, προς τις κλασικές μηχανές γραμμικής σποράς, μηχανισμούς και χρησιμοποιούνται για τη σπορά των ίδιων φυτών. Λόγω του τρόπου μεταφοράς των σπόρων κατασκευάζονται για πλάτος εργασίας πολύ μεγαλύτερο των κλασικών (4-12 m έναντι 3-4 m των κλασικών). Η μεταφορά του σπόρου με ρεύμα αέρα επιτρέπει πλάτος σποράς πολύ μεγαλύτερο εκείνου του δοχείου.
Στην κατηγορία αυτή εξετάζονται ειδικές μηχανές γραμμικής σποράς που εργάζονται σε ακαλλιέργητο έδαφος και σπέρνουν, κατά κανόνα σιτηρά, αλλά και άλλα φυτά (χορτοδοτικά κ.ά.). Με τις μηχανές αυτές επιτυγχάνεται με μία μόνο διέλευση σπορά, χωρίς προηγούμενη κατεργασία ή σπανιότερο με περιορισμένη κατεργασία σε πολύ στενή λωρίδα εδάφους, όπου και θα σπαρεί ο σπόρος. Συνήθως οι μηχανές αυτές είναι ειδικής κατασκευής αν και σ' ορισμένες περιπτώσεις, όπως σε ελαφρά εδάφη χωρίς πολλά φυτικά υπολείμματα, είναι δυνατό να χρησιμοποιηθούν και οι κοινές σπαρτικές ή και συνδυασμοί καλλιεργητικών εργαλείων και κοινών σπαρτικών.
Η σπορά στα πεταχτά είναι η αρχαιότερη μέθοδος και συνίσταται στη διασκόρπιση των σπόρων στην επιφάνεια του εδάφους σε τυχαίες θέσεις. Ο σπόρος διασκορπίζεται σε καλλιεργημένο ήδη έδαφος ή σπανιότερα και σε ακαλλιέργητο. Παλαιότερα η διασκόρπιση γίνονταν από εργάτη - σπορέα. Σήμερα χρησιμοποιούνται ειδικά μηχανήματα ή ακόμη και αεροπλάνα. Μετά τη διασκόρπιση γίνεται, κατά κανόνα, ενσωμάτωση και κάλυψη του σπόρου με μηχανικά μέσα. Τα μηχανήματα που χρησιμοποιούνται για τη σπορά στα πεταχτά είναι οι λιπασματοδιανομείς με έναν ή δύο περιστρεφόμενους δίσκους, με παλινδρομικώς κινούμενο στόμιο (βραχίονα) ή με ρεύμα αέρα. Τα ίδια μηχανήματα μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν για τη διασπορά και άλλων υλικών που βρίσκονται σε κοκκώδη κυρίως μορφή. Σπορά στα πεταχτά μπορεί να γίνει και με αεροπλάνα. Η χρήση τους όμως περιορίζεται σε πολύ μεγάλες εκτάσεις και σε έκτακτες μόνο περιπτώσεις.
Θεριζοαλωνιστική
Οι σύγχρονες θεριζοαλωνιστικές μηχανές κατασκευάζονται σε ποικίλους τύπους και μεγέθη, έτσι ώστε να είναι κατάλληλες για εκμεταλλεύσεις με ποικίλα χαρακτηριστικά, καθώς και για πολλά φυτά. Οι θεριζοαλωνιστικές χαρακτηρίζονται, ανάλογα με τον τρόπο μετακίνησης ως: α) αυτοκινούμενες (self-propelled) και β) ελκόμενες (pull type). Οι αυτοκινούμενες μπορεί να χαρακτηρισθούν ως: α) πεδινών ή επίπεδων εδαφών (level - land) και β) επικλινών εδαφών (hillside). Μπορούν επίσης να χαρακτηρισθούν και ως: α) κλασικού τύπου (conventional), με τύμπανο-αντιτύμπανο για τον αλωνισμό και ανατινακτήρες για τον διαχωρισμό, β) περιστροφικού τύπου (rotary), γνωστό και ως αξονικής ροής (axial flow), όπου ο αλωνισμός και ο διαχωρισμός ενεργείται σε ενιαίο κοινό περιστρεφόμενο μηχανισμό και γ) περιστροφικού διαχωρισμού, στις οποίες ο αλωνισμός γίνεται με τύμπανο-αντιτύμπανο, ενώ ο διαχωρισμός με περιστροφικά τύμπανα διαχωρισμού. Μια ιδιαίτερη κατηγορία αποτελούν οι μηχανές απόσπασης των στάχεων (απογύμνωσης, stripper head), όπου ο μηχανισμός θερισμού αποκόπτει μόνο το στάχυ από τα φυτά, το οποίο προωθεί στους λοιπούς μηχανισμούς.