Οι Έλληνες ήταν από τους πρώτους που γνώρισαν και διέδωσαν την τέχνη της μελισσοκομίας, είναι δε πάρα πολλά τα σχετικά αρχαιολογικά ευρήματα και οι αναφορές ακόμα και στη Μυθολογία τους. Η μέλισσα ανήκει στην Τάξη Hymenoptera των εντόμων και στο γένος Apis το οποίο περιλαμβάνει και τα είδη : Apis dorsata F., Apis florea F., Apis cerana F. και Apis mellifera L. Από τα 4 αυτά είδη μελισσών το τελευταίο είναι εκείνο το οποίο ενδιαφέρει ιδιαίτερα και το οποίο κυρίως εκμεταλλεύεται ο άνθρωπος σε όλο τον κόσμο.
Η Μελισσοκομία άλλωστε πάντα έδινε σημαντικό εισόδημα, συμπληρωματικό ή κύριο στους ασχολούμενους με αυτή. Σύμφωνα με τις τελευταίες μετρήσεις η ελληνική μελισσοκομία αριθμεί περίπου 1,5 εκατομμύριο μελίσσια από τα οποία το 96% είναι εγκατεστημένα σε σύγχρονες κυψέλες ενώ το υπόλοιπο 4% είναι σε εγχώριες διαφόρων τύπων. Η μελισσοκομία είναι διαδεδομένη σε όλη τη χώρα, σαφώς όμως υπάρχουν και περιοχές με αυξημένο μελισσοκομικό ενδιαφέρον. Ένα μεγάλο μέρος των συνεταιρισμών είναι μέλη της Κοινοπραξίας Μελισσοκομικών Συνεταιρισμών Ελλάδας.
Στην Ομοσπονδία Μελισσοκομικών Συλλόγων Ελλάδος υπάγονται περίπου 30 μελισσοκομικοί σύλλογοι. Ακόμη σε διάφορα μέρη της Ελλάδος αρχίζουν να δημιουργούνται ομάδες παραγωγών που έχουν κοινούς οικονομικούς σκοπούς. Στη χώρα μας η συνολική ετήσια παραγωγή μελιού κυμαίνεται από 12.000 – 17.000 τόνους. Το 60% (πλέον θα έχει μειωθεί λόγω των πρόσφατων πυρκαγιών) προέρχεται από πεύκο και έλατο, 15% από θυμάρι και 25% περίπου από άλλα άνθη.
Η κυψέλη που χρησιμοποιείται στην παραγωγική μελισσοκομία στην Ελλάδα είναι η κυψέλη τύπου Standard (σταθερών διαστάσεων κυψέλη) ή ευρωπαϊκή κυψέλη. Πλησιάζοντας μια κυψέλη μπορεί κανείς να παρατηρήσει, αν δεν κάνει πολύ κρύο, μέλισσες να μπαίνουν και να βγαίνουν από ένα άνοιγμα της κυψέλης, μια είσοδο δηλαδή, που υπάρχει κοντά στη βάση της κυψέλης. Ο αριθμός των μελισσών ανά μελίσσι δεν είναι σταθερός. Συνήθως κυμαίνεται από 10.000 έως και μερικές ακόμα δεκάδες χιλιάδες, ανάλογα με το πόσο το μελίσσι είναι «δυνατό» όπως λέγεται. Η κυψέλη μπορεί να μην αποτελείται μόνο από ένα κουτί ή πάτωμα αλλά και από δύο (το ένα πάνω στο άλλο) ή περισσότερα.
Τα βασικά λειτουργικά μελισσοκομικά εργαλεία είναι τα εξής:
Εκτός από τους παθογόνους μικροοργανισμούς, τα παράσιτα, τα αρπακτικά και τις τοξικές ουσίες (φυτοφάρμακα, δηλητηριώδη άνθη κ.ά.), παθολογικές καταστάσεις και θάνατοι οφείλονται και σε πολλά άλλα αίτια, όπως για παράδειγμα το έντονο κρύο, η πολύ υψηλή θερμοκρασία, η έλλειψη νερού, γύρης και γενικά τροφών (πείνα του μελισσιού), γενετικές ανωμαλίες
κ.ά.
Είναι το πιο καταστροφικό παράσιτο των δυτικών μελισσών στον κόσμο. Αν και το σύμπλεγμα Varroa περιλαμβάνει πολλαπλά είδη, ο καταστρεπτήρας Varroa είναι το είδος που ευθύνεται για τη συντριπτική πλειοψηφία των ζημιών που αποδίδονται σε ακάρεα από αυτό το γένος. Η ανίχνευση και η θεραπεία του Varroa είναι μια συνεχώς μεταβαλλόμενη επιστήμη.
Από τότε που το ακάρεα εξαπλώθηκε σε όλο τον κόσμο, οι μέθοδοι για την επίτευξη και των δύο έχουν ερευνηθεί και τελειοποιηθεί. Επειδή η ανίχνευση και η θεραπεία είναι δυναμικά θέματα, αυτή η πραγματεία θα επικεντρωθεί μόνο σε γενικές μεθόδους και όχι σε συγκεκριμένες τεχνικές. Αν και μικρό, το Varroa μπορεί να δει σε ενήλικες μέλισσες με γυμνό μάτι. Συχνά βρίσκονται να τρέφονται μεταξύ τμημάτων στις κοιλίες των μέλισσών ή να σέρνονται γρήγορα αλλού στα σώματα των μελισσών.
Παραδοσιακά, η Βαρρόα ελέγχεται χημικά. Στην πραγματικότητα, χημικές, in-κυψέλες θεραπείες έχουν ακολουθήσει Varroa παντού το ακάρεα έχει εισαχθεί. Πυρεθροειδή, οργανοφωσφορικά άλατα, αιθέρια έλαια και οργανικά οξέα έχουν χρησιμοποιηθεί από πολλές χώρες για τον έλεγχο της Βαρρόας.
Ο γόνος ως γνωστό αποτελεί το μέλλον του μελισσιού. Πρέπει να γνωρίζει πολύ καλά ο μελισσοκόμος πώς φαίνεται ο υγιής γόνος για να μπορεί να αναγνωρίζει αν αυτός παρουσιάζει κάποια ασθένεια. Το σάπισμα των προνυμφών ή και νυμφών αποτελεί το κυριότερο σύμπτωμα στις ασθένειες του γόνου που λέγονται σηψιγονίες. Η πιο συχνή σηψιγονία είναι η Ευρωπαϊκή, σπανιότερη αλλά πολύ πιο σοβαρή είναι η Αμερικάνικη σηψιγονία.
Αμερικάνικη Σηψιγονία
Αίτιο: Το βακτήριο Bacillus larvae. Είναι αόρατο με γυμνό μάτι. Οι μορφές αναπαραγωγής του – σπόρια - είναι πάρα πολύ ανθεκτικές (ζουν για δεκαετίες) και βρίσκονται παντού στο μολυσμένο μελίσσι (γύρη, μέλι, πλαίσια, κυψέλη, μελισσοκομικά εργαλεία κ.α.). Με τα σπόρια μολύνεται η προνύμφη. Η ασθένεια μεταδίδεται πάρα πολύ εύκολα με τη χρησιμοποίηση μολυσμένων εργαλείων, τροφών, πλαισίων κ.ά.
Πρόληψη – Θεραπεία: Ποτέ δεν χρησιμοποιούμε για τροφοδοσία μέλι ή γύρη του εμπορίου ή άγνωστης γενικά προέλευσης. Το ίδιο ισχύει και για κάθε χρησιμοποιούμενο μελισσοκομικό όργανο ή εργαλείο. Δεν πρέπει το μελισσοκομείο να γειτονεύει με μολυσμένα μελίσσια. Πλαίσια με μεγάλη προσβολή απομακρύνονται και καίγονται. Το ίδιο και η κυψέλη εκτός αν αυτή απολυμανθεί πολύ καλά. Θα απολυμανθούν επίσης όλα τα όργανα και εργαλεία που ήρθαν σε επαφή με το βακτήριο (ξέστρο, διαφράγματα κ.ά.) Τα αδύνατα μελίσσια ενισχύονται με νέες μέλισσες ή κλειστό γόνο έτοιμο να εκκολαφθεί. Γενικά, τα μελίσσια μεταφέρονται σε περιοχή με πλούσια ανθοφορία. Θεραπεία γίνεται με το αντιβιοτικό Τεραμυκίνη η οποία, ενώ δεν καταστρέφει τα σπόρια, δεν τα αφήνει να βλαστήσουν.
Ευρωπαϊκή Σηψιγονία
Αίτιο: Το βακτήριο Melissococcus (=Streptococcus) pluton. Αόρατο με γυμνό μάτι. Σχηματίζει σπόρια τα οποία όμως δεν είναι ανθεκτικά και δεν διατηρούνται για χρόνια. Η οσμή που αναδύεται από τις σάπιες προνύμφες υπάρχει αλλά δεν είναι τόσο έντονη και χαρακτηριστική όπως στην Αμερικάνικη Σηψιγονία.
Πρόληψη – Θεραπεία: Η Ευρωπαϊκή Σηψιγονία είναι πολύ λιγότερο σοβαρή ασθένεια από την προηγούμενη. Αρκετές φορές μάλιστα υποχωρεί από μόνη της χωρίς καμιά επέμβαση (αυτοΐαση). Θεωρείται γενικώς ασθένεια των πολύ αδύνατων μελισσιών, για αυτό οτιδήποτε βελτιώνει τη δυναμικότητα τους αποτελεί και τρόπο αντιμετώπισής της. Το αντιβιοτικό Τεραμυκίνη χρησιμοποιείται και για τη θεραπεία της Ευρωπαϊκής Σηψιγονίας.
Νοζεμίαση:
Είναι μια συχνή και σημαντική ασθένεια που οφείλεται στο πρωτόζωο παράσιτο Nosema apis το οποίο καταστρέφει το στομάχι της μέλισσας. Λόγω της προσβολής αυτής, το στομάχι δεν λειτουργεί σωστά, οι μέλισσες συχνά εμφανίζουν διάρροια και έτσι δεν αφήνουν τα περιττώματά τους έξω από την κυψέλη αλλά λερώνουν με αυτά τις κηρήθρες, τα τοιχώματα, τον πυθμένα και την είσοδο της κυψέλης. Οι άρρωστες μέλισσες δεν μπορούν να πετάξουν, σέρνονται μπροστά στην κυψέλη και συχνά πεθαίνουν. Μέτρα προφύλαξης αποτελούν το ξεχειμώνιασμα δυνατών μελισσιών με κατάλληλες προμήθειες (όχι μέλι από μελιτώματα), η αποφυγή υγρών τοποθεσιών, η απολύμανση του μελισσοκομικού υλικού κ.ά.
Ο τρόπος και τα μέσα συσκευασίας και τυποποίησής του μελιού, όπως άλλωστε και όλων των υπόλοιπων μελισσοκομικών προϊόντων, έχουν μεγάλη σημασία για την προώθηση και διάθεση του προϊόντος αυτού στην αγορά και στον τελικό καταναλωτή. Χρησιμοποιούνται ειδικά μηχανήματα, εργαλεία και υλικά για τη συσκευασία, την τυποποίηση και τη σήμανσή του μελιού.
Υπάρχουν ιδιαίτερες συνθήκες συντήρησης (ψύξης ή κατάψυξης) για το καθένα απ’ τα μελισσοκομικά προϊόντα ανάλογα και με την προοριζόμενη χρήση τους ή την επιθυμητή διάρκεια συντήρησής τους. Η διακίνηση (εμπορία) του μελιού προερχομένου, κυρίως, από τρίτες χώρες ρυθμίζεται και με την αγορανομική διάταξη 18/02-12-01 του Υπ. Εμπορίου. Με το πιο πάνω νομικό πλαίσιο καθορίζεται: το τι είναι μέλι, ποια πρέπει να είναι τα φυσικά, χημικά, οργανοληπτικά και παλινολογικά του χαρακτηριστικά και πώς αυτό πρέπει να κυκλοφορεί στο εμπόριο και να διατίθεται στον καταναλωτή.
Τα μέσα συσκευασίας του μελιού (δοχεία, κουτιά κτλ) που υπάρχουν στο εμπόριο είναι κυρίως μεταλλικά, γυάλινα ή και πλαστικά. Τα τελευταία εξασφαλίζουν μεγαλύτερη ασφάλεια στην μεταφορά και αποθήκευση αλλά όχι στην ποιότητα.
Βιβλιογραφία: